Προστασία πιστωτών

201ΙΣΤΒ.-(1)(α) Πιστωτές, οι απαιτήσεις των οποίων είναι προγενέστερες της δημοσιοποίησης του κοινού σχεδίου διασυνοριακής συγχώνευσης και δεν έχουν καταστεί απαιτητές κατά τον χρόνο της εν λόγω δημοσιοποίησης, οι οποίοι είναι δυσαρεστημένοι από τις διασφαλίσεις που προσφέρονται στο σχέδιο διασυνοριακής συγχώνευσης, όπως προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 201ΙΒ, δύναται να ζητήσουν επαρκείς διασφαλίσεις, με αίτηση στο αρμόδιο Δικαστήριο, η οποία ασκείται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσιοποίηση του σχεδίου διασυνοριακής συγχώνευσης που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 201ΙΓ, νοουμένου ότι αποδείξουν αξιόπιστα ότι, λόγω της διασυνοριακής συγχώνευσης διακυβεύεται η ικανοποίηση των απαιτήσεών τους και ότι δεν έχουν λάβει επαρκείς διασφαλίσεις από τις συγχωνευόμενες κυπριακές κεφαλαιουχικές εταιρείες.

(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) αίτηση επιδίδεται στην κυπριακή συγχωνευόμενη κεφαλαιουχική εταιρεία και στον έφορο εταιρειών.

(γ) Η παροχή διασφαλίσεων από το Δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο (α) αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη της ισχύος της διασυνοριακής συγχώνευσης .

(2) Το διοικητικό συμβούλιο της κυπριακής συγχωνευόμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας υποβάλλει δήλωση η οποία αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την τρέχουσα χρηματοοικονομική κατάσταση της κεφαλαιουχικής εταιρείας, όχι νωρίτερα από ένα (1) μήνα πριν από τη δημοσιοποίηση της δήλωσης αυτής, σύμφωνα με την οποία το διοικητικό συμβούλιο της κυπριακής συγχωνευόμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει κατά την ημερομηνία της δήλωσης και κατόπιν εύλογων ερευνών, δεν γνωρίζει την ύπαρξη λόγων από τους οποίους να συνάγεται ότι η κεφαλαιουχική εταιρεία που προκύπτει από τη συγχώνευση δεν θα είναι σε θέση, αφού αρχίσει να ισχύει η συγχώνευση, να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, όταν αυτές καταστούν απαιτητές:

Νοείται ότι, η δήλωση δημοσιοποιείται με το κοινό σχέδιο διασυνοριακής συγχώνευσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 201ΙΓ.

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δεν επηρεάζουν την ικανοποίηση πληρωμών ή την εξασφάλιση πληρωμών ή μη χρηματικών υποχρεώσεων που οφείλονται σε δημόσιους οργανισμούς με βάση το κυπριακό δίκαιο.