Πειθαρχική δίωξις

4.-(1) Οδοντίατρος υπόκειται εις πειθαρχικήν δίωξιν:

(α) εάν καταδικασθή υπό Δικαστηρίου δι’ αδίκημα ενέχον έλλειψιν τιμιότητος ή ηθικήν αισχρότητα

(β) εάν επέδειξε κατά την άσκησιν του επαγγέλματος του διαγωγήν επονείδιστον ή ασυμβίβαστον προς το οδοντιατρικόν επάγγελμα

(γ) εάν επέτυχε την εγγραφήν του ως Οδοντιάτρου δυνάμει του περί Εγγραφής Οδοντιάτρων Νόμου διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων

(δ) Αν παραβεί τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε αυτόν από τον παρόντα Νόμο ή από οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

(2) Οδοντίατρος διωχθείς διά ποινικόν αδίκημα και ευρεθείς ένοχος δεν δύναται να διωχθή πειθαρχικώς επί τη αυτή κατηγορία, δύναται όμως να διωχθή διά πειθαρχικόν αδίκημα προκύπτον εκ της διαγωγής του η οποία σχετίζεται μεν προς την ποινικήν υπόθεσιν αλλά δεν εγείρει το αυτό επίδικον θέμα ως το της κατηγορίας κατά την ποινικήν δίωξιν.

(3) Η διαπίστωσις των πραγματικών περιστατικών εν αποφάσει εκδοθείση εν αγωγή πολιτικού δικαστηρίου εις την οποίαν οδοντίατρος υπήρξε διάδικος γίνεται δεκτή υπό του Πειθαρχικού Συμβουλίου ως εκ πρώτης όψεως απόδειξις.