Διαδικασία για τον προσδιορισμό του κατά πόσον δεδομένη δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό

28.—(1) Οι συμβάσεις που προορίζονται να επιτρέψουν την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 9 έως 13 δεν υπόκεινται στον παρόντα Νόμο, εάν η ασκούμενη δραστηριότητα στην επικράτεια της Δημοκρατίας είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), προκειμένου να καθορισθεί εάν μια δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό, αποφασίζεται κατόπιν κριτηρίων, τα οποία είναι σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της Συνθήκης, όπως τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών, η ύπαρξη εναλλακτικών αγαθών ή υπηρεσιών, οι τιμές και η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός προμηθευτών των εν λόγω αγαθών ή παρεχόντων τις εν λόγω υπηρεσίες.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν  η Δημοκρατία έχει ενσωματώσει και εφαρμόσει τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ. Όταν δεν είναι δυνατόν να συναχθεί το τεκμήριο ότι υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε δεδομένη αγορά βάσει της πιο πάνω αναφοράς, πρέπει να αποδεικνύεται ότι η πρόσβαση στην εν λόγω αγορά είναι ελεύθερη εκ των πραγμάτων και εκ του νόμου.

(4) Όταν  η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κρίνει ότι, σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3), το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου ή/και η παράγραφος (1) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ έχει εφαρμογή σε δεδομένη δραστηριότητα, ενημερώνει την Επιτροπή και της γνωστοποιεί όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδιαίτερα, κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά τη συμμόρφωση προς τους όρους που αναφέρονται στο εδάφιο (1), συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη αρχή, η οποία είναι αρμόδια για την εν λόγω δραστηριότητα. Οι συμβάσεις που προορίζονται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στον παρόντα Νόμο, εάν η Επιτροπή -

(α)   Εκδώσει, σύμφωνα με την παράγραφο (6) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην ίδια παράγραφο, απόφαση σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ή/και της παραγράφου (1) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, ή

(β) δεν εκδώσει απόφαση σχετικά με αυτή τη δυνατότητα εφαρμογής εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας:

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά τεκμαίρεται με βάση το εδάφιο (3), και όπου μια ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα έχει προσδιορίσει τη δυνατότητα εφαρμογής του εδαφίου (1), οι συμβάσεις που προορίζονται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στον παρόντα Νόμο, εάν η Επιτροπή δεν έχει καταλήξει στην αδυναμία εφαρμογής του εδαφίου (1) ή/και της παραγράφου (1) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ με απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο (6) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην ίδια παράγραφο.

(5) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ζητούν από την Επιτροπή να προσδιορίσει ότι, σε δεδομένη δραστηριότητα έχει εφαρμογή το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου ή/και η παράγραφος (1) του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, με απόφαση βάσει της παραγράφου (6) του εν λόγω άρθρου της εν λόγω Οδηγίας. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων. Τηρουμένων των εδαφίων (2) και (3), ο αναθέτων φορέας ενημερώνει την Επιτροπή, μέσω της Αρμόδιας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, για όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδιαίτερα, για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά τη συμμόρφωση προς τους όρους που αναφέρονται στο εδάφιο (1), συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα.

(6) Εάν, μετά το πέρας της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η Επιτροπή δεν έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ή/και της παραγράφου (1) του άρθρου 30 της εν λόγω Οδηγίας σε δεδομένη δραστηριότητα, το εν λόγω εδάφιο ή/και η εν λόγω παράγραφος τεκμαίρεται εφαρμοστέο(α).