Απαίτηση για την τήρηση αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου

7.-(1) Η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται να εισάγει απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου του κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 για τον χρηματοπιστωτικό τομέα της Δημοκρατίας ή για ένα ή περισσότερα υποσύνολα του εν λόγω τομέα, ώστε να αποτρέπονται και να μετριάζονται οι μακροπρόθεσμοι μη κυκλικοί συστημικοί ή μακροπροληπτικοί κίνδυνοι που δεν καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με την έννοια του κινδύνου διαταραχής του χρηματοπιστωτικού συστήματος που ενδεχομένως να παρουσιάσει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την πραγματική οικονομία της Δημοκρατίας.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται να απαιτήσει από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ να διατηρούν, πέρα από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 που διατηρείται για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που θεσπίζει το Άρθρο 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου που συνίσταται από κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 ύψους τουλάχιστον 1% με βάση τα ανοίγματα στα οποία εφαρμόζεται το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου σύμφωνα με το εδάφιο (7), σε ατομική, ενοποιημένη ή υπο-ενοποιημένη βάση, όπως εφαρμόζεται σύμφωνα με το Πρώτο Μέρος, Τίτλος II, του προαναφερόμενου Κανονισμού. Η Εντεταλμένη Αρχή κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται να απαιτεί από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ να διατηρούν το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου σε ατομικό και σε ενοποιημένο επίπεδο.

(3)(α) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1, που διατηρούν για τους σκοπούς του εδαφίου (2), για να εκπληρώσουν οποιεσδήποτε απαιτήσεις προνοούνται στο Άρθρο 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στο άρθρο 22Β του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου όπως διορθώθηκε, καθώς και οποιεσδήποτε απαιτήσεις επιβάλλονται δυνάμει των άρθρων 29Α και 30 των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων όπως διορθώθηκαν, σε σχέση με ΑΠΙ, και στις απαιτήσεις της Οδηγίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς εκδιδόμενης δυνάμει του άρθρου 73 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου όπως διορθώθηκε, σε σχέση με ΚΕΠΕΥ.

(β) Όταν ένας όμιλος που έχει προσδιορισθεί ως συστημικά σημαντικό ίδρυμα υποκείμενο σε απόθεμα ασφαλείας G-SII ή σε απόθεμα ασφαλείας Ο-SII σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 6 υπόκειται επίσης σε απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το υψηλότερο από τα αποθέματα ασφαλείας.

(γ) Όταν ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ, σε ατομική ή υπο-ενοποιημένη βάση, υπόκειται σε απόθεμα ασφαλείας Ο-SII σύμφωνα με το άρθρο 6 και σε απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το υψηλότερο από τα δύο αποθέματα.

(4) Ανεξάρτητα από τις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (3), όταν το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου εφαρμόζεται σε όλα τα ανοίγματα στη Δημοκρατία για την αντιμετώπιση του μακροπροληπτικού κινδύνου της Δημοκρατίας αλλά δεν εφαρμόζεται στα ανοίγματα εκτός της Δημοκρατίας, το συγκεκριμένο απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου είναι σωρευτικό με το απόθεμα ασφαλείας O-SII ή G-SII που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6.

(5) Όταν εφαρμόζεται το εδάφιο (3) και ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ είναι μέλος ομίλου ή υπο-ομίλου στον οποίο ανήκει G-SII ή O-SII, δεν νοείται σε καμία περίπτωση ότι το εν λόγω ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ υπόκειται, σε ατομική βάση, σε συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας χαμηλότερη από το άθροισμα του αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου, του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας και του υψηλότερου μεταξύ του αποθέματος ασφαλείας O-SII και του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που εφαρμόζεται στο ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ σε ατομική βάση.

(6) Όταν εφαρμόζεται το εδάφιο (4) και ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ είναι μέλος ομίλου ή υπο-ομίλου στον οποίο ανήκει G-SII ή O-SII, δεν νοείται σε καμία περίπτωση ότι το εν λόγω ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ υπόκειται, σε ατομική βάση, σε συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας χαμηλότερη από το άθροισμα του αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου, του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας και του αθροίσματος του αποθέματος ασφαλείας O-SII και του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που εφαρμόζεται στο ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ σε ατομική βάση.

(7) Το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δύναται να εφαρμόζεται σε ανοίγματα στη Δημοκρατία, και δύναται επίσης να εφαρμόζεται σε ανοίγματα σε τρίτες χώρες. Το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δύναται επίσης να εφαρμόζεται σε ανοίγματα σε άλλα κράτη μέλη, τηρουμένων των εδαφίων (14) και (17).

(8) Το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου έχει εφαρμογή σε όλα τα ΑΠΙ και ΚΕΠΕΥ, ή σε ένα ή περισσότερα υποσύνολα αυτών των ιδρυμάτων και καθορίζεται σε κλιμακωτά στάδια ή στάδια επιτάχυνσης με προσαρμογή 0,5 ποσοστιαίας μονάδας. Η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται, μέσω Οδηγίας που εκδίδεται για το σκοπό αυτό δυνάμει του παρόντος Νόμου, να εισάγει διαφορετικές απαιτήσεις για διαφορετικά υποσύνολα του τομέα.

(9) Η Εντεταλμένη Αρχή, όταν απαιτεί τη διατήρηση αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, μεριμνά για τα ακόλουθα:

(α) το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν πρέπει να προκαλεί δυσανάλογες δυσμενείς επιπτώσεις στο σύνολο ή σε τμήματα του χρηματοοικονομικού συστήματος άλλων κρατών μελών ή της Ένωσης στο σύνολό της, σχηματίζοντας ή δημιουργώντας εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς,

(β) το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου επανεξετάζεται από την Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, τουλάχιστον ανά διετία.

(10)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή, προτού καθορίσει ή επανακαθορίσει ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου έως και 3%, ειδοποιεί την Επιτροπή, το ΕΣΣΚ, την ΕΑΤ και τις αρμόδιες και εντεταλμένες αρχές των εμπλεκόμενων κρατών μελών ένα μήνα πριν από τη δημοσίευση της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (15).

(β) Εάν το απόθεμα ασφαλείας εφαρμόζεται σε ανοίγματα σε τρίτες χώρες, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί και τις εποπτικές αρχές των εν λόγω τρίτων χωρών.

(γ) Στην ειδοποίηση που προνοείται στις παραγράφους (α) και (β) περιγράφονται λεπτομερώς τα ακόλουθα:

(i) ο συστημικός ή μακροπροληπτικός κίνδυνος στη Δημοκρατία,

(ii) οι λόγοι για τους οποίους η διάσταση του συστημικού ή του μακροπροληπτικού κινδύνου απειλεί τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος σε εθνικό επίπεδο, με αιτιολόγηση του ποσοστού του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου,

(iii) οι λόγοι για τους οποίους το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου θεωρείται ως πιθανώς αποτελεσματικό και αναλογικό για τον μετριασμό του κινδύνου,

(iv) αξιολόγηση του πιθανού θετικού ή αρνητικού αντίκτυπου του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου στην εσωτερική αγορά βάσει των πληροφοριών που διαθέτει η Δημοκρατία,

(v) οι λόγοι για τους οποίους κανένα από τα μέτρα που περιλαμβάνονται στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο και στον περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμο, κατά περίπτωση, ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εξαιρουμένων των άρθρων 458 και 459 του εν λόγω Κανονισμού, μόνο ή σε συνδυασμό με άλλα, δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση του εντοπισθέντος μακροπροληπτικού ή συστημικού κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων,

(vi) το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που η Εντεταλμένη Αρχή επιθυμεί να απαιτήσει.

(11)(α) Πριν από τον καθορισμό ή επανακαθορισμό ποσοστού του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου ποσοστού άνω του 3%, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί την Επιτροπή, το ΕΣΣΚ, την ΕΑΤ και τις αρμόδιες και εντεταλμένες αρχές των εμπλεκόμενων κρατών μελών.

(β) Εάν το απόθεμα ασφαλείας εφαρμόζεται σε ανοίγματα σε τρίτες χώρες, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί και τις εποπτικές αρχές των εν λόγω τρίτων χωρών.

(γ) Στην ειδοποίηση που προβλέπεται στις παραγράφους (α) και (β) περιγράφονται λεπτομερώς τα ακόλουθα:

(i) ο συστημικός ή μακροπροληπτικός κίνδυνος στη Δημοκρατία,

(ii) οι λόγοι για τους οποίους η διάσταση του συστημικού ή του μακροπροληπτικού κινδύνου απειλεί τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος σε εθνικό επίπεδο, με αιτιολόγηση του ποσοστού του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου,

(iii) οι λόγοι για τους οποίους το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου θεωρείται ως πιθανώς αποτελεσματικό και αναλογικό για το μετριασμό του κινδύνου,

(iv) αξιολόγηση του πιθανού θετικού ή αρνητικού αντικτύπου του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου στην εσωτερική αγορά βάσει των πληροφοριών που διαθέτει η Δημοκρατία,

(v) οι λόγοι για τους οποίους κανένα από τα μέτρα που περιλαμβάνονται στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο και στον περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμο, κατά περίπτωση, ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εξαιρουμένων των άρθρων 458 και 459 του εν λόγω κανονισμού, μόνο ή σε συνδυασμό με άλλα, δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση του εντοπισθέντος μακροπροληπτικού ή συστημικού κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων,

(vi) το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που η Εντεταλμένη Αρχή επιθυμεί να απαιτήσει.

(12) Η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται, από την 1η Ιανουαρίου 2015, με Οδηγία που εκδίδεται για το σκοπό αυτό δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καθορίζει ή να επανακαθορίζει το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που να ισχύει για ανοίγματα στη Δημοκρατία, και δύναται επίσης να ισχύει για ανοίγματα σε τρίτες χώρες, μέχρι ποσοστού 5% και να ακολουθεί τις διαδικασίες του εδαφίου (10). Κατά τον καθορισμό ή επανακαθορισμό του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου άνω του 5%, τηρούνται οι διαδικασίες του εδαφίου (11).

(13)(α) Όταν το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου καθορίζεται μεταξύ 3% και 5% σύμφωνα με το εδάφιο (12), η Εντεταλμένη Αρχή το κοινοποιεί πάντα στην Επιτροπή και αναμένει τη γνώμη της προτού θεσπίσει τα ανάλογα μέτρα.

(β) Όταν η γνώμη της Επιτροπής είναι αρνητική, η Εντεταλμένη Αρχή συμμορφώνεται με τη γνώμη αυτή ή παραθέτει τους λόγους για τους οποίους δεν το πράττει.

(γ)(i) Όταν ένα υποσύνολο του χρηματοπιστωτικού τομέα περιλαμβάνει θυγατρική, η μητρική της οποίας είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, η Εντεταλμένη Αρχή ενημερώνει τις αρχές του εν λόγω κράτους μέλους, την Επιτροπή και το ΕΣΣΚ.

(ii) Όταν οι αρχές διαφωνούν και στην περίπτωση αρνητικής σύστασης τόσο από την Επιτροπή όσο και από το ΕΣΣΚ, η Εντεταλμένη Αρχή δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ.

(iii) Η απόφαση καθορισμού του αποθέματος για τα εν λόγω ανοίγματα αναστέλλεται έως ότου πάρει απόφαση η ΕΑΤ.

(14) Η Εντεταλμένη Αρχή θεσπίζει το προτεινόμενο μέτρο εάν εντός δύο μηνών από την ειδοποίηση, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση του ΕΣΣΚ και της ΕΑΤ, κατά πόσο το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου είναι κατάλληλο, και εφόσον η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν συνεπάγει δυσανάλογες δυσμενείς επιπτώσεις στο σύνολο ή σε τμήματα του χρηματοοικονομικού συστήματος άλλων κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό τους, σχηματίζοντας ή δημιουργώντας εμπόδιο στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θεσπίσει εκτελεστική πράξη με την οποία εξουσιοδοτεί την Εντεταλμένη Αρχή να θεσπίσει το προτεινόμενο μέτρο.

(15)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή ανακοινώνει τον καθορισμό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου με δημοσίευση στην ιστοσελίδα της. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:

(i) το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου,

(ii) τα ιδρύματα στα οποία εφαρμόζεται το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου,

(iii) αιτιολόγηση του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου,

(iv) την ημερομηνία από την οποία τα ιδρύματα οφείλουν να εφαρμόσουν τον καθορισμό ή επανακαθορισμό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, και

(v) τα ονόματα των χωρών στις οποίες τα ανοίγματα στις εν λόγω χώρες αναγνωρίζονται στο απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου.

(β) Εάν η δημοσίευση που αναφέρεται στο σημείο (iii) της παραγράφου (α) θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι πληροφορίες κατά το σημείο (iii) της παραγράφου (α) δεν περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση.

(16)(α) Αν ΑΠΙ δεν πληροί πλήρως την απαίτηση του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, υπόκειται στους περιορισμούς της διανομής κερδών που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 22Γ, του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου όπως διορθώθηκε.

(β) Αν ΚΕΠΕΥ δεν πληροί πλήρως την απαίτηση του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, υπόκειται στους περιορισμούς της διανομής κερδών που αναφέρονται στην Οδηγία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς εκδιδόμενης δυνάμει του άρθρου 73 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου όπως διορθώθηκε.

(γ) Όπου η εφαρμογή των εν λόγω περιορισμών της διανομής κερδών οδηγεί σε ανεπαρκή βελτίωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 του ΑΠΙ ή της ΚΕΠΕΥ βάσει του σχετικού συστημικού κινδύνου, η αρμόδια αρχή δύναται να λαμβάνει πρόσθετα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 41Β του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου όπως διορθώθηκαν ή σύμφωνα με τα άρθρα 126 και 127 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου όπως διορθώθηκε, αντίστοιχα.

(17) Μετά την ειδοποίηση που προνοείται στο εδάφιο (11), η Εντεταλμένη Αρχή δύναται να εφαρμόζει το απόθεμα ασφαλείας σε όλα τα ανοίγματα. Όταν η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, αποφασίσει να καθορίσει το απόθεμα στο 3% στη βάση των ανοιγμάτων σε άλλα κράτη μέλη, το απόθεμα καθορίζεται στο ίδιο ποσοστό σε όλα τα ανοίγματα εντός της Ένωσης.