Εξέταση από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας της αίτησης για έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού

38.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησης που υποβάλλεται από σύμβουλο αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 37, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να απαιτεί οποιεσδήποτε επιπρόσθετες, σχετικές με την αίτηση,πληροφορίες από το χρεώστη ή τον σύμβουλο αφερεγγυότητας και να αναβάλλει την περαιτέρω εξέταση της αίτησης μέχρι την προσκόμιση των εν λόγω πληροφοριών.

(2) Σε περίπτωση που ο χρεώστης ή ο σύμβουλος αφερεγγυότητας παραλείπουν να προσκομίσουν τις απαιτούμενες πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δυνάμει του εδαφίου (1), εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημέρα που λαμβάνουν την ειδοποίηση από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όπως η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να επιτρέψει, η αίτηση θεωρείται ως αποσυρθείσα.

(3) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), κατά την εξέταση της αίτησης, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να προβαίνει σε έρευνα για να ικανοποιηθεί-

(α) Ότι ο σύμβουλος αφερεγγυότητας είναι πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας·

(β) λαμβάνοντας υπόψη τα έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητο να συνοδεύουν την αίτηση στο δικαστήριο για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος -

(i) ότι ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που καθορίζονται στο άρθρο 35· και

(ii) η αίτηση έχει σοβαρή βάση και/ή δε συνιστά προσπάθεια παρεμπόδισης των προσπαθειών των πιστωτών να ανακτήσουν τα χρέη που τους οφείλονται.

(4) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (5) έως (7), για τους σκοπούς του εδαφίου (3), η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δικαιούται να θεωρεί ότι ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για Προσωπικό Σχέδιο Αποττληρωμής που καθορίζονται στο άρθρο 35, εάν τα έγγραφα που απαιτείται όπως υποβληθούν στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας έχουν πράγματι υποβληθεί και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δεν έχει λόγο να πιστεύει ότι οι πληροφορίες που έχουν δοθεί με ή προς υποστήριξη της αίτησης για την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού είναι ελλιπείς ή/και ανακριβείς.

(5) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να προβαίνει σε οποιεσδήποτε απαραίτητες έρευνες για να εξακριβώσει την πληρότητα ή την ακρίβεια οποιουδήποτε θέματος αναφέρεται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων ή σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις, τα έσοδα ή τις δαπάνες του χρεώστη.

(6) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (5), τα θέματα για τα οποία η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας μπορεί να προβεί σε έρευνα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα-

(α) στοιχεία που αφορούν τους τραπεζικούς λογαριασμούς, μετοχές ή άλλους λογαριασμρύς που τηρούνται αποκλειστικά ή από κοινού, από ή προς όφελος του χρεώστη σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό·

(β) στοιχεία που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και την αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων·

(γ) στοιχεία που αφορούν τις υποχρεώσεις του χρεώστη·

(δ) παροχές που λαμβάνει ο χρεώστης από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή από άλλη Υπηρεσία της Δημοκρατίας ή από άλλους οργανισμούς της Δημοκρατίας και κατά πόσο τέτοιες παροχές λαμβάνονται εκ μέρους οποιουδήποτε άλλου προσώπου·

(ε) στοιχεία που αφορούν φόρους ή επιβαρύνσεις που καταβλήθηκαν ή κατέχονται από το χρεώστη δυνάμει οποιουδήποτε Νόμου της Δημοκρατίας είτε εντός ή εκτός της Δημοκρατίας και οποιεσδήποτε επιστροφές σε σχέση με τέτοιους φόρους ή επιβαρύνσεις οι οποίες δυνατό να οφείλονται στο χρεώστη·

(7) Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θα ερμηνεύεται ως να απαιτούσε από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας να προβεί σε τέτοια έρευνα σε κάθε περίπτωση.

(8) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει ειδοποίηση για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου, έχει υποχρέωση να παρέχει τις πληροφορίες που του ζητούνται το συντομότερο δυνατό.

(9) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου ή Κανονισμών για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πληροφορίες που κατέχονται ή διατηρούνται από οποιαδήποτε κρατική υπηρεσία ή αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σε σχέση με το χρεώστη, παραχωρούνται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας εφόσον αυτό τους ζητηθεί.