293. (1) Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στο πεδίο της εποπτείας του ομίλου και οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις και συμμετέχουσες επιχειρήσεις τους, ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες οι οποίες είναι χρήσιμες για την άσκηση της εποπτείας του ομίλου.
(2) Ο Έφορος, ως αρμόδια αρχή εποπτείας του ομίλου, καθώς επίσης και οποιαδήποτε αρμόδια αρχή εποπτείας ομίλου άλλης από τον Έφορο, έχουν πρόσβαση σε οιαδήποτε πληροφορία χρήσιμη για τους σκοπούς της εποπτείας αυτής, ανεξάρτητα από τη φύση της σχετικής επιχείρησης και για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, εφαρμόζονται κατ΄αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 38 του παρόντος Νόμου.
(3) Ο Έφορος, εφόσον ενεργεί ως επόπτης ομίλου, δύναται να περιορίζει την τακτική εποπτική αναφορά στο επίπεδο του ομίλου, αν η συχνότητά της είναι μεγαλύτερη της ετήσιας, όταν όλες οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν στον όμιλο επωφελούνται από τον συγκεκριμένο περιορισμό σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 38 του παρόντος Νόμου, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των εγγενών κινδύνων της δραστηριότητας του ομίλου.
(4) Ο Έφορος, εφόσον ενεργεί ως επόπτης ομίλου, δύναται να να χορηγεί εξαίρεση από την υποβολή λεπτομερών πληροφοριών ανά στοιχείο στο επίπεδο του ομίλου, όταν όλες οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν στον όμιλο επωφελούνται από τη συγκεκριμένη εξαίρεση σύμφωνα με το εδάφιο (11) του άρθρου 38, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των εγγενών κινδύνων της δραστηριότητας του ομίλου και τον στόχο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
(5) Οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές μπορούν να απευθύνονται απευθείας στις επιχειρήσεις του ομίλου προκειμένου να λάβουν τις αναγκαίες πληροφορίες, μόνον εφόσον οι πληροφορίες αυτές έχουν ζητηθεί από την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται σε εποπτεία σε επίπεδο ομίλου και δεν έχουν παρασχεθεί από την επιχείρηση αυτή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.