287.-(1) Σε περίπτωση που ο Έφορος είναι η αρχή εποπτείας του ομίλου, έχει τις πιο κάτω εξουσίες και υποχρεώσεις:
(α) Τον συντονισμό της συγκέντρωσης και διάδοσης των χρήσιμων ή ουσιωδών πληροφοριών κατά τη συνήθη πορεία των δραστηριοτήτων και σε επείγουσες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της διάδοσης πληροφοριών που είναι σημαντικές για το εποπτικό έργο της εποπτικής αρχής·
(β) τον εποπτικό έλεγχο και την εκτίμηση της χρηματοοικονομικής κατάστασης του ομίλου·
(γ) την εκτίμηση της συμμόρφωσης του ομίλου με τους κανόνες για τη φερεγγυότητα και τη συγκέντρωση των κινδύνων και τις εντός του ομίλου συναλλαγές σύμφωνα με τα άρθρα 256 μέχρι 284 του παρόντος Νόμου·
(δ) την αξιολόγηση του συστήματος διακυβέρνησης του ομίλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 285, και του κατά πόσον τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της συμμετέχουσας επιχείρησης πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 44 και 297 του παρόντος Νόμου∙
(ε) τον προγραμματισμό και τον συντονισμό, με τακτικές συνεδριάσεις τουλάχιστον σε ετήσια βάση, ή άλλα ενδεδειγμένα μέσα, των εποπτικών δραστηριοτήτων σε συνεχή βάση καθώς και σε έκτακτες καταστάσεις, σε συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, λαμβανομένων επίσης υπόψη της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των ενυπαρχόντων κινδύνων της επιχειρηματικής δραστηριότητας όλων των επιχειρήσεων που απαρτίζουν τον όμιλο·
(στ) άλλα καθήκοντα, μέτρα και αποφάσεις που ανατίθενται στον Έφορο, ως αρχή εποπτείας του ομίλου, δυνάμει του παρόντος Νόμου ή που απορρέουν από την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, ιδίως τη διεξαγωγή της διαδικασίας για την επικύρωση οποιουδήποτε εσωτερικού υποδείγματος σε επίπεδο ομίλου, όπως αναφέρεται στα άρθρα 269 και 272 του παρόντος Νόμου, και τη διεξαγωγή της διαδικασίας έγκρισης της εφαρμογής του καθεστώτος που θεσπίζεται με τα άρθρα 276 μέχρι (2) Σε περίπτωση που ο Έφορος είναι η αρχή εποπτείας του ομίλου, προεδρεύει του Σώματος Εποπτικών Αρχών που συστήνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, στο οποίο συμμετέχουν οι εποπτικές αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία εδρεύουν όλες οι θυγατρικές επιχειρήσεις και η EIOPA, και το οποίο διασφαλίζει ότι η συνεργασία, η ανταλλαγή πληροφοριών και οι διαδικασίες διαβούλευσης μεταξύ των εποπτικών αρχών του σώματος εφαρμόζονται αποτελεσματικά σύμφωνα με το Τέταρτο Μέρος του παρόντος Νόμου, με στόχο την προώθηση της σύγκλισης των αντίστοιχων αποφάσεων και δραστηριοτήτων τους· στο Σώμα επίσης συμμετέχουν και οι εποπτικές αρχές σημαντικών υποκαταστημάτων και συνδεδεμένων επιχειρήσεων, ωστόσο η συμμετοχή τους περιορίζεται στην επίτευξη του στόχου της αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών τους:
(3) Σε περίπτωση που ο Έφορος δεν έχει εκτελέσει τα καθήκοντα τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή τα μέλη του Σώματος Εποπτών δεν συνεργάζονται στον βαθμό ο οποίος απαιτείται στο εδάφιο (2), οποιαδήποτε από τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, περιλαμβανομένου του Εφόρου, μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην EIOPA και να ζητήσει τη βοήθειά της, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010. Στην περίπτωση αυτή, η EIOPA μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της εκχωρεί το εν λόγω άρθρο.
(4) Με την επιφύλαξη οποιουδήποτε μέτρου που θεσπίζεται σύμφωνα με την Οδηγία 2009/138/ΕΚ αναφορικά με το Σώμα Εποπτών, η συγκρότηση και λειτουργία του Σώματος βασίζεται σε συμφωνίες συντονισμού που συνάπτει η εποπτική αρχή του ομίλου με τις άλλες ενδιαφερόμενες αρχές και σε περίπτωση διάστασης απόψεων σχετικά με τις ρυθμίσεις συντονισμού, κάθε μέλος του Σώματος Εποπτών μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην EIOPA και να ζητήσει τη βοήθειά της σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.1094/2010. Στην περίπτωση αυτή, η EIOPA μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της εκχωρεί το εν λόγω άρθρο. Ο Έφορος, ως επόπτης ομίλου, λαμβάνει την τελική του απόφαση σύμφωνα με την απόφαση της EIOPA και διαβιβάζει την απόφαση στις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.
(5) Ο Έφορος, ως η εποπτική αρχή του ομίλου , αφού ζητήσει τη γνώμη των αρμόδιων εποπτικών αρχών αναφορικά με τη συμφωνία συντονισμού, εξετάζει δεόντως οποιεσδήποτε συμβουλές του παράσχει εντός προθεσμίας δύο μηνών η ΕΙΟΡΑ, πριν να λάβει την οριστική απόφασή του, η οποία πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη και να περιέχει επεξήγηση τυχόν σημαντικής απόκλισης από τις απόψεις που εξέφρασε η ΕΙΟΡΑ και την οποία διαβιβάζει στις υπόλοιπες αρμόδιες εποπτικές αρχές.
(6) Με την επιφύλαξη οποιουδήποτε μέτρου λαμβάνεται δυνάμει της Οδηγίας 2009/138ΕΚ, η συμφωνία συντονισμού που αναφέρεται στο εδάφιο (4) προσδιορίζει τις διαδικασίες αναφορικά με -
(α) τη διαδικασία λήψης αποφάσεων μεταξύ των αρμόδιων εποπτικών αρχών σύμφωνα με τα άρθρα 269, 271 και 286 του παρόντος Νόμου·
(β) τη διαβούλευση που αναφέρεται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου και στο εδάφιο (5) του άρθρου 256.
(7) Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των καθηκόντων του Εφόρου, ως επόπτη ομίλου και των άλλων εποπτικών αρχών, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και την Οδηγία 2009/138/ΕΚ, οι συντονιστικές διευθετήσεις μπορούν να προβλέπουν πρόσθετα καθήκοντα για τον Έφορο ως επόπτη ομίλου, τις άλλες εποπτικές αρχές ή την EIOPA, στις περιπτώσεις που αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την αποτελεσματικότερη εποπτεία του ομίλου και δεν θα εμπόδιζε τις εποπτικές δραστηριότητες των μελών του Σώματος εποπτών σε σχέση με τις επιμέρους αρμοδιότητές τους, καθώς επίσης και-
(α) για τη διαβούλευση μεταξύ των αρμόδιων εποπτικών αρχών, ιδίως σύμφωνα με τα άρθρα 251 έως 288, 257 έως 259, 265, 282 έως 285, 289, 295, 299 και 301 του παρόντος Νόμου·
(β) για τη συνεργασία με τις υπόλοιπες εποπτικές αρχές.
(8) Ο Έφορος, ως η εποπτική αρχή του ομίλου, διαβιβάζει στην EIOPA τις πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία του Σώματος Εποπτών και τις τυχόν δυσχέρειες που αντιμετώπισε έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη από την EIOPA κατά την αξιολόγηση της επιχειρησιακής λειτουργίας των Σωμάτων των εποπτικών αρχών δυνάμει της παραγράφου 6, του άρθρου 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.
(9)(α) Σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων μπορούν να καθορίζουν την επιχειρησιακή λειτουργία των σωμάτων εποπτικών αρχών με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει η EIOPA δυνάμει της παραγράφου 6, του άρθρου 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.
(β) Σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων καθορίζουν το συντονισμό της εποπτείας ομίλων για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
(γ) Κατ' εξουσιοδότηση πράξεις καθορίζουν τα σχετικά με τον ορισμό του όρου “σημαντικό υποκατάστημα”.