25. (1) Ο Έφορος δεν χορηγεί σε επιχείρηση άδεια άσκησης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής δραστηριότητας, εάν-
(α) δεν του έχει προηγουμένως ανακοινωθεί η ταυτότητα των μετόχων ή μελών, αμέσων ή εμμέσων, είτε φυσικών είτε νομικών προσώπων, που κατέχουν ειδική συμμετοχή στην επιχείρηση αυτή, καθώς και το ύψος αυτής της συμμετοχής· και
(β) λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης χρηστής και συνετής διαχείρισης της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα των εν λόγω μετόχων ή μελών.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), ο Έφορος λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα ψήφου που καθορίζονται στον περί των Προϋποθέσεων Διαφάνειας (Κινητές Αξίες προς Διαπραγμάτευση σε Ρυθμιζόμενη Αγορά) Νόμο του 2007, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και τους όρους για την άθροισή τους που προβλέπονται στον ίδιο πιο πάνω αναφερόμενο Νόμο.
(3) Ο Έφορος δεν λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα ψήφου ή τις μετοχές τις οποίες τυχόν κατέχουν επιχειρήσεις επενδύσεων ή πιστωτικά ιδρύματα ως αποτέλεσμα αναδοχής και/ή τοποθέτησης χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, σύμφωνα με την παράγραφο 6, του Μέρους Ι, του Τρίτου Παραρτήματος του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου. υπό τον όρο ότι τα εν λόγω δικαιώματα, αφενός, δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται κατ’ άλλον τρόπο με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη και, αφετέρου, μεταβιβάζονται εντός ενός έτους από την απόκτηση.