6. (1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 5 και των διατάξεων των άρθρων 7 μέχρι 11 του παρόντος Νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του Μέρους VII, εξαιρούνται από την υποχρέωση κατοχής άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου ασφαλιστικές επιχειρήσεις που πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Τα ακαθάριστα ετήσια έσοδα από ασφάλιστρα της επιχείρησης δεν υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια ευρώ·
(β) οι συνολικές τεχνικές προβλέψεις της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και φορείς ειδικού σκοπού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 78 του παρόντος Νόμου, δεν υπερβαίνουν τα είκοσι πέντε εκατομμύρια Ευρώ·
(γ) αν οι επιχειρήσεις ανήκουν σε όμιλο, οι συνολικές τεχνικές προβλέψεις του ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και φορείς ειδικού σκοπού, όπως αυτές αναφέρονται στο άρθρο 78 του παρόντος Νόμου, δεν υπερβαίνουν τα είκοσι πέντε εκατομμύρια Ευρώ∙
(δ) οι δραστηριότητες της επιχείρησης δεν περιλαμβάνουν ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές δραστηριότητες που να καλύπτουν κινδύνους ασφάλισης ευθύνης, πιστώσεων και εγγυήσεων, εκτός εάν συνιστούν συμπληρωματικούς κινδύνους κατά την έννοια του εδαφίου (1) του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου∙ και
(ε) στην επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται οι αντασφαλιστικές εργασίες για ποσά πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες Ευρώ των ακαθάριστων ετήσιων εσόδων από ασφάλιστρα ή δυόμισυ εκατομμύρια Ευρώ των τεχνικών τους προβλέψεων, συμπεριλαμβανομένων των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και φορείς ειδικού σκοπού, ή πάνω από 10 % των ακαθάριστων εσόδων τους από ασφάλιστρα ή πάνω από το 10% των τεχνικών προβλέψεών τους, συμπεριλαμβανομένων των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και φορείς ειδικού σκοπού.
(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε από τα ποσά που καθορίζονται στο εδάφιο (1) υπερκαλυφθεί επί τρία συνεχή έτη, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του εδαφίου (1) υπόκεινται στην υποχρέωση εξασφάλισης άδειας δυνάμει του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου από το τέταρτο έτος.
(3) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του εδαφίου (1), η υποχρέωση εξασφάλισης άδειας δυνάμει του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου ισχύει σε σχέση με όλες τις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που αιτούνται τη χορήγηση άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών εργασιών, των οποίων τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα από ασφάλιστρα ή οι ακαθάριστες τεχνικές προβλέψεις, συμπεριλαμβανομένων των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και φορείς ειδικού σκοπού, αναμένεται να υπερβούν τα ποσά που ορίζονται στο εδάφιο (1) εντός των επόμενων πέντε ετών από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης.
(4) Η υποχρέωση εξασφάλισης άδειας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14 παύει να έχει εφαρμογή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τις οποίες ο Έφορος έχει επαληθεύσει ότι πληρούνται όλες οι πιο κάτω προϋποθέσεις, και σε τέτοια περίπτωση οι εν λόγω επιχειρήσεις υποχρεούνται να εξασφαλίσουν άδεια δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VII του παρόντος Νόμου:
(α) οποιοδήποτε από τα ποσά που ορίζονται στο εδάφιο (1) δεν υπερκαλύπτονται επί τα τρία τουλάχιστον τελευταία συνεχή έτη∙ και
(β) οποιοδήποτε από τα ποσά που ορίζονται στο εδάφιο (1) δεν αναμένεται να υπερκαλυφθεί εντός των επόμενων πέντε ετών:
(5) Τα εδάφια (1) μέχρι (4) δεν εμποδίζουν μια επιχείρηση να υποβάλει αίτηση για την παραχώρηση άδειας δυνάμει του άρθρου 14 ή να συνεχίσει να έχει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 425 του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι πληροί όλες τις προϋποθέσεις δυνάμει του παρόντος Νόμου, για παραχώρηση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14. Σε αντίθετη περίπτωση με την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση θα πρέπει να υποβάλει αίτηση για την παραχώρηση άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών εργασιών. σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VII του παρόντος Νόμου και υπόκειται κατά πάντα στις διατάξεις του εν λόγω Μέρους.