301. (1) ‘Οταν ο έλεγχος που γίνεται σύμφωνα με το 299 του παρόντος Νόμου δείχνει ότι δεν υπάρχει ισοδύναμη εποπτεία, ή όταν ο Έφορος δεν εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 300, σε περίπτωση προσωρινής ισοδυναμίας, σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 299, εφαρμόζονται στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις-
(α) οι διατάξεις των άρθρων 256 έως 274 και των άρθρων 282 έως 298, τηρουμένων των αναλογιών˙
(β) μια από τις μεθόδους που προσδιορίζονται στο εδάφιο (2).
(2) Οι γενικές αρχές και μέθοδοι που εκτίθενται στα άρθρα 256 έως 298 εφαρμόζονται στο επίπεδο της ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, της εταιρείας χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, της ασφαλιστικής επιχείρησης της τρίτης χώρας ή της αντασφαλιστικής επιχείρησης της τρίτης χώρας. Μόνον για τον σκοπό του υπολογισμού της φερεγγυότητας του ομίλου, η μητρική επιχείρηση αντιμετωπίζεται ως εάν ήταν ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποκείμενη στις ίδιες προϋποθέσεις που αναφέρονται στο Μέρος ΙΙ, Έκτο Κεφάλαιο, Τμήμα 3, Ενότητες 1, 2 και 3 σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια που είναι επιλέξιμα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και σε ένα από τα ακόλουθα:
(α) κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας καθορισμένες σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 264 του παρόντος Νόμου, εάν πρόκειται για ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή για εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών·
(β) κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 265 του παρόντος Νόμου, αν πρόκειται για ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας.
(3) Ο Έφορος δύναται να εφαρμόζει άλλες μεθόδους οι οποίες εξασφαλίζουν κατάλληλη εποπτεία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων ενός ομίλου, νοουμένου ότι λαμβάνεται η σύμφωνη γνώμη της αρχής της εποπτείας του ομίλου, μετά από διαβουλεύσεις με τις υπόλοιπες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές. Ο Έφορος, δύναται, ιδίως, να απαιτεί την ίδρυση ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου που να έχει την έδρα της στην Ένωση ή εταιρείας χρηματοπιστωτικών συμμετοχών που να έχει την έδρα της στην Ένωση και να εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος Μέρους στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις του ομίλου, του οποίου ηγείται η εν λόγω ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών. Οι επιλεγείσες από τον Έφορο μέθοδοι πρέπει να επιτρέπουν την επίτευξη των στόχων εποπτείας των ομίλων, όπως ορίζονται στον παρόντα Τίτλο, και να κοινοποιούνται από τον Έφορο στις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και στην Επιτροπή.