326.-(1) Από της έναρξης της διαδικασίας εκκαθάρισης μιας ασφαλιστικής επιχείρησης δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε μεταβολή στις επενδύσεις της ασφάλισης Γενικής Φύσεως ή της ασφάλισης Ζωής, στις οποίες η ασφαλιστική αυτή επιχείρηση έχει τοποθετήσει περιουσιακά της στοιχεία επαρκή για να καλύπτουν τα τεχνικά της αποθέματα. Tέτοια μεταβολή επιτρέπεται για διόρθωση τεχνικών λαθών ή κατόπιν άδειας του Εφόρου.
(2) Σε περίπτωση, κατά την οποία δεν καθίσταται εφικτή η μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου της υπό εκκαθάριση ασφαλιστικής επιχείρησης, οι επενδύσεις ρευστοποιούνται και συνιστούν ένα ταμείο, που διατίθεται για την ικανοποίηση των δικαιούχων κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (5).
(3) Σε περίπτωση, κατά την οποία η υπό εκκαθάριση ασφαλιστική επιχείρηση ασκούσε παράλληλα εργασίες στην ασφάλιση Γενικής Φύσεως και στην ασφάλιση Ζωής, οι επενδύσεις του κάθε Κλάδου ρευστοποιούνται και συνιστούν δύο χωριστά και ανεξάρτητα ταμεία, ένα ταμείο για την ασφάλιση Γενικής Φύσεως και ένα ταμείο για την ασφάλιση Ζωής, και διατίθενται για την ικανοποίηση απαιτήσεων των δικαιούχων της κάθε ασφάλισης χωριστά.
(4) Σε καθένα από τα πιο πάνω ταμεία, προστίθενται η απόδοση και η αξία των καθαρών ασφαλίστρων που εισπράττονται για συγκεκριμένη κατηγορία πράξεων μεταξύ της έναρξης της διαδικασίας εκκαθάρισης και της ημερομηνίας πληρωμής ασφαλιστικών απαιτήσεων ή μέχρι να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε μεταβίβαση χαρτοφυλακίου.
(5) Από κάθε ένα ταμείο αφαιρείται η δαπάνη που συνεπάγεται η διάλυση και εκκαθάριση της επιχείρησης, περιλαμβανομένων και των αμοιβών του προσωρινού εκκαθαριστή, του εκκαθαριστή, του ειδικού διαχειριστή ή ανεξάρτητου αναλογιστή, που ικανοποιούνται κατά προτεραιότητα έναντι παντός άλλου από τα ταμεία αυτά.
(6) Σε περίπτωση που το προϊόν της ρευστοποίησης στοιχείου που αποτελεί μέρος των επενδύσεων υστερεί της αξίας τέτοιου στοιχείου, όπως υπολογίζεται στα λογιστικά βιβλία της ασφαλιστικής εταιρείας, ο εκκαθαριστής οφείλει να δικαιολογεί τη διαφορά αυτή στον Έφορο.
(7) Όταν ένα στοιχείο του ενεργητικού, το οποίο χρησιμοποιείται για την κάλυψη τεχνικών αποθεμάτων, είναι βεβαρημένο με εμπράγματο δικαίωμα υπέρ πιστωτή ή τρίτου ή έχει παρακρατηθεί η κυριότητα του εν λόγω στοιχείου του ενεργητικού υπέρ πιστωτή ή τρίτου ή όταν ο πιστωτής έχει δικαίωμα να ζητήσει τον συμψηφισμό της απαίτησής του έναντι της απαίτησης της ασφαλιστικής επιχείρησης, σε περίπτωση εκκαθάρισης της ασφαλιστικής επιχείρησης, ρευστοποιείται και καταβάλλεται στο ταμείο που προνοείται κατά το εδάφιο (2), εκτός εάν εφαρμόζονται σ’ αυτό το στοιχείο του ενεργητικού οι διατάξεις των άρθρων 336, εδάφια (1) μέχρι (3), 337 και 338 του παρόντος Νόμου.