394.-(1) Ο Έφορος προβαίνει στη διαγραφή προσώπου από τα Μητρώα, με βάση αποδεικτικά στοιχεία που κατέχει -
(α) Σε περίπτωση που οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την εγγραφή ή την ανανέωση της εγγραφής σε Μητρώο, δεν πληρείται πλέον∙ ή/και
(β) σε περίπτωση δήλωσης ψευδών, εσφαλμένων ή παραπλανητικών για ουσιώδες στοιχείο πληροφοριών που περιέχονται στα έγγραφα που κατατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς ή απόκρυψης τέτοιων πληροφοριών από τον Έφορο· ή/και
(γ) σε περίπτωση παράβασης, σε σημαντικό βαθμό, από τον εγγεγραμμένο οποιασδήποτε από τις κατά νόμο προβλεπόμενες υποχρεώσεις του· ή/και
(δ) σε περίπτωση παράβασης από τον εγγεγραμμένο οποιουδήποτε όρου τυχόν τέθηκε για την εγγραφή του σε Μητρώο· ή/και
(ε) σε περίπτωση τελεσίδικης καταδίκης για το προβλεπόμενο στο άρθρο 404 ποινικό αδίκημα· ή/και
(στ) σε περίπτωση άσκησης των εργασιών του προσώπου κατά τρόπο μη συνετό ή επαγγελματικά αντιδεοντολογικό, που δύναται να παραβλάψει τα συμφέροντα της ασφαλιστικής αγοράς ή του κοινού εν γένει· ή/και
(ζ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του προσώπου με τις απαιτήσεις επιχειρηματικής δεοντολογίας που καθορίζονται στο Έκτο και Έβδομο Κεφάλαιο του παρόντος Μέρους, σε σχέση με τη διανομή επενδυτικών προϊόντων βασιζομένων σε ασφάλιση· ή/και
(η) σε περίπτωση που το πρόσωπο προσφεύγει σε υπηρεσίες διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων που παρέχονται από πρόσωπα που δεν είναι εγγεγραμμένα σε οποιοδήποτε Μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο εδάφιο (1) του άρθρου 383∙ ή/και
(θ) σε περίπτωση σφετερισμού ή παράνομης κατακράτησης οποιουδήποτε ποσού το οποίο βρίσκεται υπό την κατοχή ή τη φύλαξή του ως θεματοφύλακα· ή/και
(ι) σε περίπτωση παραβίασης, σε σημαντικό βαθμό, από τον εγγεγραμμένο των όρων της σύμβασης διαμεσολάβησης, περιλαμβανομένων των όρων οικονομικής συνεργασίας με την ασφαλιστική επιχείρηση∙ ή/και
(ια) σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας στις οποίες υπάγονται ένα ή περισσότερα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, με τα οποία ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής έχει στενούς δεσμούς, ή διαπιστώνει ότι δυσχέρειες σχετικές με την επιβολή των εν λόγω νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών του καθηκόντων∙ ή/και
(ιβ) σε περίπτωση που ο εγγεγραμμένος σε οποιοδήποτε από τα Μητρώα ζητήσει εγγράφως τη διαγραφή του ή δεν ενεργήσει έγκαιρα προς ανανέωση της εγγραφής του ή δεν προβεί σε έναρξη των εργασιών του εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού εγγραφής του:
(2) Η απόφαση του Εφόρου για διαγραφή προσώπου από Μητρώο, στην περίπτωση που ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1), συνοδεύεται από δημόσια ανακοίνωση σε δύο (2) ή περισσότερες ημερήσιες εγχώριες εφημερίδες ή από δημοσιοποίηση, με οποιονδήποτε τρόπο κρίνει κατάλληλο ο Έφορος, στην οποία αναφέρεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευθύνεται για την παράβαση και η φύση της παράβασης.
(3) Πρόσωπο εγγεγραμμένο σε Μητρώο, το οποίο δεν προβαίνει σε έναρξη των εργασιών του εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού εγγραφής του γνωστοποιεί τούτο εγγράφως στον Έφορο εντός προθεσμίας ενός μηνός από την πάροδο των δώδεκα (12) μηνών και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση αυτή επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι τριών χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (€3.500) σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 399 και 400, οι οποίες εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών.
(4) Η απόφαση του Εφόρου για διαγραφή οποιουδήποτε προσώπου από το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένο είναι δεόντως αιτιολογημένη και κοινοποιείται προς κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
(5) Η απόφαση του Εφόρου για διαγραφή οποιουδήποτε προσώπου από το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένο γνωστοποιείται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία το διαγραφόμενο πρόσωπο παρείχε υπηρεσίες υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης και στην EIOPA.