369.-(1) Ασφαλιστικός σύμβουλος, ο οποίος είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, έχει ως κύρια δραστηριότητα δυνάμει σύμβασης ασφαλιστικού συμβούλου, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 372, τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων τα οποία προβλέπονται στο εδάφιο (4) για λογαριασμό μίας ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων έναντι προμήθειας ή αμοιβής:
(2) Σε περίπτωση που οι εργασίες που προβλέπονται στο εδάφιο (4) ασκούνται από νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, το οποίο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου καλείται εφεξής ως «εταιρεία ασφαλιστικών συμβούλων», στην επωνυμία της εταιρείας περιλαμβάνεται υποχρεωτικά ο όρος «εταιρεία ασφαλιστικών συμβούλων» ή γραμματικές παραλλαγές αυτού, υποδηλώνοντας τον σκοπό σύστασης της εταιρείας προς άσκηση εργασιών εταιρείας ασφαλιστικών συμβούλων και δύναται να διατυπώνεται και σε άλλη γλώσσα, εκτός της ελληνικής, εφόσον η εταιρεία εγγράφεται με επωνυμία διατυπωμένη στη γλώσσα αυτή.
(3) Εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο, ο όρος «ασφαλιστικός σύμβουλος» περιλαμβάνει και τους όρους «αντασφαλιστικός σύμβουλος», «εταιρεία ασφαλιστικών συμβούλων» και εταιρεία «αντασφαλιστικών συμβούλων».
(4) Ο ασφαλιστικός σύμβουλος ασκεί τις ακόλουθες εργασίες:
(α) Παρουσιάζει και επεξηγεί για λογαριασμό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων για τις οποίες ενεργεί ασφαλιστικές συμβάσεις, χωρίς να έχει το δικαίωμα υπογραφής των συμβάσεων.
(β) εισπράττει τα οφειλόμενα ασφάλιστρα, εφόσον αυτό προβλέπεται στη σύμβαση ασφαλιστικού συμβούλου, και τα αποδίδει στη δικαιούχο ασφαλιστική επιχείρηση, χωρίς να έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε διακανονισμό απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου:
(5) [Διαγράφηκε].