278.-(1) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 145 του παρόντος Νόμου, ο Έφορος, ως η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στη θυγατρική διαβιβάζει το συντομότερο δυνατόν, στο Σώμα των εποπτικών αρχών το σχέδιο ανάκαμψης που έχει υποβάλει η θυγατρική, προκειμένου να επιτευχθεί, εντός έξι μηνών από τότε που διαπιστώθηκε η μη συμμόρφωση με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας, η αποκατάσταση του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων ή η μείωση του προφίλ κινδύνου της, ώστε να εξασφαλισθεί συμμόρφωση προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας.
(2) Σε περίπτωση που το Σώμα των εποπτικών αρχών δεν κατορθώσει να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με την πρόταση του Εφόρου όσον αφορά την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης, μέσα σε τέσσερεις μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώθηκε η μη συμμόρφωση προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας, ο Έφορος ως η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στη θυγατρική, λαμβάνει ο ίδιος απόφαση σχετικά με την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη του τις απόψεις των άλλων εποπτικών αρχών που συμμετέχουν στο Σώμα των εποπτικών αρχών
(3) Σε περίπτωση που ο Έφορος, ως η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στη θυγατρική, διαπιστώσει, σύμφωνα με το άρθρο 143 του παρόντος Νόμου, υποβάθμιση των οικονομικών συνθηκών, ενημερώνει αμέσως το Σώμα εποπτικών αρχών και δύναται, σε περίπτωση που συντρέχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κατ΄εξαίρεση να λαμβάνει έκτακτα μέτρα, πριν ακόμα αυτά συζητηθούν στο Σώμα των εποπτικών αρχών.
(4) Σε περίπτωση που το Σώμα των εποπτικών αρχών δεν κατορθώσει να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με την πρόταση του Εφόρου όσον αφορά τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν στην περίπτωση του εδαφίου (3), μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση της πρότασής του, ο Έφορος ως η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στη θυγατρική, λαμβάνει ο ίδιος απόφαση σχετικά με την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη της τις απόψεις των άλλων εποπτικών αρχών που συμμετέχουν στο Σώμα των εποπτικών αρχών.
(5) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 146 του παρόντος Νόμου, ο Έφορος ως η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στη θυγατρική, διαβιβάζει, το συντομότερο δυνατόν, στο Σώμα των εποπτικών αρχών, το σχέδιο ανάκαμψης που έχει υποβάλει η θυγατρική, προκειμένου να επιτευχθεί, μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώθηκε η μη συμμόρφωση προς τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις, η αποκατάσταση του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων ή η μείωση του προφίλ κινδύνου της επιχείρησης, ώστε να εξασφαλισθεί συμμόρφωση προς τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και ενημερώνει επίσης το Σώμα των εποπτικών αρχών σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο λαμβάνεται για την ενίσχυση των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων στο επίπεδο της θυγατρικής.
(6) Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ του Εφόρου, είτε ως εθνικής εποπτικής αρχής είτε ως Επόπτη ομίλου και του επόπτη ομίλου ή της εθνικής εποπτικής αρχής, αντίστοιχα και ανάλογα με την περίπτωση, δύνανται να παραπέμψουν το θέμα στην EIOPA και να ζητήσουν τη βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ τους σχετικά με οποιοδήποτε από τα εξής:
(α) την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε παράτασης της περιόδου ανάκαμψης, μέσα στην τετράμηνη περίοδο που αναφέρεται στο εδάφιο (2)· ή
(β) την έγκριση των προτεινόμενων μέτρων μέσα στο χρονικό διάστημα ενός μηνός που αναφέρεται στο εδάφιο (4).
(7) Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΙΟΡΑ-
(α) μετά την παρέλευση του τετράμηνου ή του ενός μηνός αντιστοίχως, που αναφέρεται στα εδάφια (2) και (4)·
(β) μετά την επίτευξη συμφωνίας στο πλαίσιο του Σώματος σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή το εδάφιο (4)·
(γ) στην περίπτωση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3):
(8) Ο Έφορος, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του εδαφίου (6), αναβάλλει την απόφασή του και αναμένει την έκδοση απόφασης από την EIOPA και σε περίπτωση έκδοσης τέτοιας απόφασης λαμβάνει την απόφασή του σύμφωνα με την απόφαση της EIOPA και η απόφαση του Εφόρου αναγνωρίζεται ως καθοριστική και εφαρμόζεται από τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.
(9) Η απόφαση του Εφόρου που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8) συνοδεύεται από πλήρη αιτιολόγηση και διαβιβάζεται στη θυγατρική και στο Σώμα εποπτών.