361.-(1) Κανένα πρόσωπο δεν αναλαμβάνει ή ασκεί διανομή ασφαλιστικών προϊόντων ή/και διανομή αντασφαλιστικών προϊόντων, εκτός εάν πληροί τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
(α) Είναι εγγεγραμμένο σε ένα από τα Μητρώα, εφόσον πρόκειται για ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή του οποίου η Δημοκρατία συνιστά το κράτος μέλος καταγωγής:
(β) διαθέτει ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 386, σε περίπτωση που το πρόσωπο είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής∙
(γ) είναι ικανό και κατάλληλο, κατά την έννοια του εδαφίου (2), για την άσκηση των προβλεπόμενων στο παρόν εδάφιο εργασιών.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, πρόσωπο λογίζεται ως ικανό και κατάλληλο, εφόσον πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Διαθέτει κατάλληλες επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες, ανάλογα με τις εργασίες που προτίθεται να ασκεί, για την εκτέλεση των εργασιών του και την άσκηση των καθηκόντων του επαρκώς, στην ασφάλιση Γενικής Φύσεως ή στην ασφάλιση Ζωής ή σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα που βασίζονται στην ασφάλιση και διαθέτει, ειδικότερα, τα προσόντα που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου(5).
(β) συμμορφώνεται, σε κάθε περίπτωση, προς τις σχετικές ελάχιστες απαιτήσεις επαγγελματικών γνώσεων και ικανοτήτων που καθορίζονται στο Έκτο Παράρτημα, εφόσον πρόκειται για ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή:
(γ) συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις για συνεχή επαγγελματική κατάρτιση και εξέλιξη, όπως αυτές καθορίζονται ειδικότερα σε Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5), προκειμένου να διατηρεί ικανοποιητικό επίπεδο απόδοσης, που αντιστοιχεί στο ρόλο που διαδραματίζει στη σχετική αγορά.
(δ) ενεργεί με ακεραιότητα και χαίρει καλής φήμης.
(3) Ο Έφορος κρίνει σε κάθε περίπτωση κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (2), λαμβάνοντας υπόψη κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διαθέτει εντιμότητα, καλή φήμη, ειδική γνώση και πείρα στον τομέα του και είναι καλής οικονομικής κατάστασης:
Νοείται ότι, για τους σκοπούς του εδαφίου (1) κανένα πρόσωπο-
(α) Δεν λογίζεται κατάλληλο σε περίπτωση που δεν διαθέτει λευκό ποινικό μητρώο ή που καταδικάστηκε για πλαστογραφία, κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση, τοκογλυφία, αισχροκέρδεια, εκβίαση, δωροδοκία, λαθρεμπορία, απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, φόνο εκ προμελέτης, ανθρωποκτονία, βιασμό, αδικήματα ηθικής αισχρότητας ή άλλα συναφή προς τα ανωτέρω ποινικά αδικήματα∙
(β) δεν λογίζεται ότι είναι καλής οικονομικής κατάστασης σε περίπτωση που κηρύχθηκε σε πτώχευση και δεν έχει αποκατασταθεί:
(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) και του εδαφίου (2), σε περίπτωση που η διανομή ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων γίνεται από ασφαλιστική επιχείρηση ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή από επιχείρηση ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, περιλαμβανομένης και επιχείρησης που ασκεί διαμεσολάβηση ως δευτερεύουσα δραστηριότητα, οι απαιτήσεις ικανότητας και καταλληλότητας δεν απαιτείται να πληρούνται από όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται στην επιχείρηση, αλλά μόνο από τους διευθύνοντες της επιχείρησης, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων ή τη διανομή αντασφαλιστικών προϊόντων, καθώς και από τα πρόσωπα που εργάζονται στην επιχείρηση και συμμετέχουν άμεσα στη διανομή ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων.
(5) Για τους σκοπούς της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) και του εδαφίου (2), εκδίδονται Κανονισμοί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση, που καθορίζουν μηχανισμούς για τον αποτελεσματικό έλεγχο και την αξιολόγηση των γνώσεων και της επάρκειας των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων και των διανομέων αντασφαλιστικών προϊόντων και τις απαιτήσεις συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης, οι οποίες, σε σχέση με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, τους αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, τους υπαλλήλους τους και τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, δεν μπορούν σε κάθε περίπτωση να είναι λιγότερες από δεκαπέντε (15) ώρες επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης κατ’ έτος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των προϊόντων που πωλούνται, τον τύπο του διανομέα, τον ρόλο που ασκούν και τη δραστηριότητα που πραγματοποιείται εντός του διανομέα ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.