58. (1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (στο εξής, "υποψήφιος αγοραστής"), το οποίο, μεμονωμένα ή σε συνεννόηση με άλλα πρόσωπα, έχει αποφασίσει είτε να αποκτήσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή, κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, στο κεφάλαιο ή στα δικαιώματα ψήφου μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, είτε να αυξήσει περαιτέρω, άμεσα ή έμμεσα, την ειδική συμμετοχή σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχει να φθάνει ή να υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του 20%, του 30% ή του 50%, ή ώστε η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση να καταστεί θυγατρική του επιχείρηση (προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής), απευθύνει, καταρχάς, κοινοποίηση εγγράφως στον Έφορο για έγκριση, προσδιορίζοντας το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής, καθώς και τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (4) του άρθρου 60 του παρόντος Νόμου σχετικές πληροφορίες.
(2) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αποφασίζει να παύσει να κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, υποχρεούται να απευθύνει, καταρχάς, γραπτή κοινοποίηση στον Έφορο, προσδιορίζοντας το ύψος της συμμετοχής μετά την προτιθέμενη διάθεση από το εν λόγω πρόσωπο.
(3) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (2) και το οποίο αποφασίζει να μειώσει την ειδική συμμετοχή του, προκειμένου η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχει να μειωθεί σε λιγότερο από το κατώτατα όρια του 20%, 30% ή 50 % ή προκειμένου η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση να παύσει να είναι θυγατρική, υποχρεούται, ομοίως, να απευθύνει γραπτή κοινοποίηση στον Έφορο για την απόφασή του προσδιορίζοντας το ύψος της προτιθέμενης διάθεσης από το εν λόγω πρόσωπο.