11Α.-(1)Αν Επιθεωρητής που έχει οριστεί με βάση το άρθρο 7, έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, αποδεχόμενος την καταβολή από το εν λόγω πρόσωπο ποσού που καθορίζει ο Επιθεωρητής, το οποίο είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα του αδικήματος αλλά δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (5.000).
(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο Επιθεωρητής επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα και ο χρόνος της διάπραξής του, καθώς επίσης και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο αυτό καλείται να καταβάλει.
(3) Αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί στο διάστημα που ορίζεται από τον Επιθεωρητή, τότε ο Επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξώδικου προστίμου, διπλάσιο του ποσού που καθορίστηκε κατά την πρώτη παράβαση και σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, τότε ο Επιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Επιθεωρητής θεωρεί, σύμφωνα ΅ε το εδάφιο (1), ότι συνιστά αδίκημα δεν τερματιστεί σύμφωνα ΅ε τις οδηγίες του εντός χρονικού διαστήματος που ορίζεται από τον ίδιο, τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράλειψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται, θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα, για το οποίο ο Επιθεωρητής μπορεί, είτε να προβαίνει σε ξεχωριστή εξώδικη ρύθμιση, όπως προβλέπεται στα εδάφια (1) ή (2), είτε να προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(5) Κάθε ποσό που καταβάλλεται ΅ε βάση τα εδάφια (1) ή (2), θεωρείται χρηματική ποινή που επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.
(6) Με την καταβολή του ποσού που αναφέρεται πιο πάνω, ο Επιθεωρητής εκδίδει σχετική απόδειξη στο πρόσωπο που το καταβάλλει, στην οποία αναγράφονται:
(α) Το όνομα του προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε το αδίκη΅α·
(β) συνοπτική αναφορά του αδική΅ατος·
(γ) ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδική΅ατος· και
(δ) το ποσό που καταβλήθηκε.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή στο εδάφιο (4) καταβληθεί πριν από την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, ουδε΅ία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά ΅ε τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), μετά την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της απόδειξης, δεν χωρεί οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά ΅ε το αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που αναφέρεται στο εδάφιο (6) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτή και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορουμένου.
(9) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού δεν θεωρείται ως καταδίκη. Σε περίπτωση, όμως, καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιας φύσης αδικήματος, το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα, για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.