10. Το Ίδρυμα διορίζει τους υπαλλήλους που θεωρεί απαραίτητους για την εκτέλεση των λειτουργιών του βάσει του Νόμου αυτού με τέτοιους όρους υπηρεσίας όπως δυνατό να αποφασίσει.
11.-(1) Ο Πρόεδρος, Γενικός Διευθυντής, όλα τα μέλη και υπάλληλοι του Ιδρύματος θεωρούνται ότι εργοδοτούνται στη δημόσια υπηρεσία εντός της έννοιας του Ποινικού Κώδικα ή οποιουδήποτε νόμου που τροποποιεί ή αντικαθιστά αυτόν.
(2) Το Ίδρυμα θεωρείται ως δημόσιο σώμα για τους σκοπούς του περί Δημοσίων Σωμάτων και Δημοσίων Θέσεων (Διορισμοί) Νόμου ή οποιουδήποτε νόμου που τροποποιεί ή αντικαθιστά αυτόν και ο Πρόεδρος, Γενικός Διευθυντής, μέλη και υπάλληλοι του Ιδρύματος θεωρούνται ότι κατέχουν δημόσια θέση για τους σκοπούς του Νόμου εκείνου.
12.-(1) Το Ίδρυμα δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει κανονισμούς που αναφέρονται γενικά στους όρους υπηρεσίας υπαλλήλων του Ιδρύματος και συγκεκριμένα, αλλά άνευ επηρεασμού της γενικότητας των ανωτέρω, δύναται να εκδίδει κανονισμούς σχετικά με-
(α) το διορισμό, προαγωγή, απόλυση, πειθαρχία, αμοιβή και άδεια, και την ασφάλεια που δίδεται από τους υπαλλήλους αυτούς~
(β) εφέσεις από τους υπαλλήλους αυτούς εναντίον απολύσεων ή άλλων πειθαρχικών μέτρων~
(γ) τη χορήγηση συντάξεων, φιλοδωρημάτων και άλλων επιδομάτων αφυπηρέτησης στους υπαλλήλους αυτούς και στους εξαρτωμένους τους και τη χορήγηση φιλοδωρημάτων στις περιουσίες ή εξαρτωμένους αποθανόντων υπαλλήλων του Ιδρύματος~
(δ) την εγκαθίδρυση και τήρηση ταμείων ιατρικής περίθαλψης, ταμείων σύνταξης ή ταμείων προνοίας και τις εισφορές που είναι πληρωτέες σε αυτά και τα επιδόματα που λαμβάνονται από αυτά.
(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, με τους οποίους ρυθμίζονται θέματα προσωπικού, περιλαμβανομένων των όρων υπηρεσίας και της αξιολόγησης του προσωπικού, δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ:
Νοείται ότι οι Κανονισμοί με αναδρομική ισχύ δε θα τυγχάνουν εφαρμογής για αποφάσεις, πράξεις και/ή παραλείψεις με την έννοια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος σε σχέση με τις οποίες κατά την ημέρα δημοσίευσης των Κανονισμών στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δε θα έχει παρέλθει η προθεσμία του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος ή θα εκκρεμεί αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή, σε περίπτωση που θα έχει ήδη εκδοθεί απόφαση για τέτοια αίτηση ακύρωσης, δε θα έχει παρέλθει η προθεσμία έφεσης ή θα εκκρεμεί έφεση που προσβάλλει τέτοια απόφαση.
- ΚΕΦ.300Α
- 7(I)/2001
13.-(1) Το Ίδρυμα, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου, αυτού εργοδοτεί τους υπαλλήλους αυτούς που είναι υπάλληλοι του μόνιμου προσωπικού της Κυβέρνησης ή υπηρετούν επί συμβάσει στην Κυπριακή Κυβέρνηση τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο δυνατό να αποσπάσει από την υπηρεσία της Κυβέρνησης, κατά την ημερομηνία μεταβίβασης ιδιοκτησίας.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται οποτεδήποτε να τερματίσει την απόσπαση υπαλλήλου που έχει αποσπασθεί στην υπηρεσία του Ιδρύματος βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού, αλλά δεν υποβάλλεται καμιά παράκληση από το Ίδρυμα στο Υπουργικό Συμβούλιο για τον τερματισμό της απόσπασης οποιουδήποτε τέτοιου υπαλλήλου εκτός αν το Ίδρυμα δώσει πρώτα στον υπάλληλο γραπτή ειδοποίηση της πρόθεσης του να προβεί σε τέτοια παράκληση.
14.-(1) Eντός περιόδου τριών ετών και τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία μεταβίβασης ιδιοκτησίας το Ίδρυμα προσφέρει σε κάθε υπάλληλο που αποσπάσθηκε στο Ίδρυμα από την υπηρεσία της Κυπριακής Κυβέρνησης εργασία με τέτοιους όρους και προϋποθέσεις που δυνατό να εκτεθούν στην προσφορά αυτή.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού εγκαθιδρύεται Επιτροπή Διαιτητών που αποτελείται από τρία μέλη, διορισμένα από το Υπουργικό Συμβούλιο, ένα από τα οποία είναι νομικά καταρτισμένο που είναι Πρόεδρος, και οποιοσδήποτε αποσπασμένος υπάλληλος που λαμβάνει προσφορά εργασίας από το Ίδρυμα βάσει του εδαφίου (1) δύναται να υποβάλλει έφεση στην Επιτροπή αν θεωρεί ότι οι όροι και προϋποθέσεις που περιέχονται στην προσφορά αυτή είναι λιγότερο ευνοϊκοί από αυτούς που απολάμβανε κατά την ημερομηνία της προσφοράς αυτής.
(3) Η Επιτροπή ακούει και αποφασίζει επί οποιασδήποτε έφεσης βάσει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού και δύναται να απορρίψει την έφεση ή δύναται να επιστρέψει την αναφερθείσα προσφορά στο Ίδρυμα προς περαιτέρω εξέταση ή δύναται να μετατρέψει τους όρους και προϋποθέσεις οποιασδήποτε τέτοιας προσφοράς και όταν οποιοιδήποτε όροι προσφοράς μετατραπούν όπως προαναφέρθηκε, η προσφορά αυτή γίνεται τότε προς τον υπάλληλο αυτό, με τον τύπο που μετετράπηκε.
(4) Η Επιτροπή δεν μετατρέπει τους όρους και προϋποθέσεις που περιέχονται σε οποιαδήποτε προσφορά απλώς διότι δεν είναι από κάθε άποψη όμοιοι ή καλύτεροι από τους όρους που απολάμβανε ο υπάλληλος αυτός κατά την ημερομηνία της προσφοράς αυτής αν οι όροι, και προϋποθέσεις στο σύνολο τους, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, προσφέρουν ουσιαστικά ισάξια ή μεγαλύτερα οφέλη.
(5)(α) Για σκοπούς ακρόασης και διακανονισμού εφέσεων η Επιτροπή ευρίσκεται σε απαρτία αν παρίσταται ένα μέλος εκτός από τον Πρόεδρο.
(β) Ο Πρόεδρος της Επιτροπής προεδρεύει σε όλες τις εφέσεις στην Επιτροπή:
Νοείται ότι όταν οι ψήφοι των παρόντων μελών αναφορικά με οποιαδήποτε έφεση ή ζήτημα σε αυτές είναι ίσα διαιρεμένοι ο Πρόεδρος έχει νικώσα ψήφο εκτός από τη δική του.
- ΚΕΦ.300Α
- 20/1960
- 27/1961
- 69/1961
- 26/1962
15.-(1) Υπάλληλος ο οποίος παραλείπει εντός ενός έτους να αποδεχθεί εγγράφως προσφορά που έγινε σε αυτόν από το Ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 14 θεωρείται ότι αρνείται την προσφορά αυτή.
(2) Αν υπάλληλος αρνείται προσφορά εργασίας που γίνεται σε αυτόν, από το Ίδρυμα σύμφωνα με το Μέρος αυτό, η υποχρέωση που επιβάλλεται από το εδάφιο (1) του άρθρου 13 στο Ίδρυμα να εργοδοτήσει τον υπάλληλο τερματίζεται με τη λήξη της περιόδου έξι μηνών αμέσως μετά την ημερομηνία της άρνησης αυτής.