ΜΕΡΟΣ IV ΕΙΣΦΟΡΑΙ, ΩΦΕΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥΤΩΝ
Υποχρέωσις και προθεσμία καταβολής εισφορών

20.-(1) Πας εργοδότης υποχρεούται εις την καταβολήν εις το ταμείον προνοίας-

(α) παντός ποσού ληφθέντος ή παρακρατηθέντος υπ' αυτού ως εισφορών μέλους προς το τοιούτο ταμείον• και

(β) την υπ' αυτού καταβλητέαν εισφοράν αναφορικώς προς την περίοδον διά την οποίαν έλαβεν ή παρεκράτησεν εισφοράν μέλους.

(2)0 χρόνος και ο τρόπος καταβολής εισφορών προς το ταμείον προνοίας καθορίζεται διά Κανονισμών.

Ωφελήματα ταμείων προνοίας

21 .-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τα ωφελήματα τα οποία καταβάλλονται εκ ταμείου προνοίας καθορίζονται διά του καταστατικού αυτού.

(2) Ωφελήματα εκ ταμείου προνοίας δύνανται να καταβάλλωνται μόνον εις μέλος τοιούτου ταμείου ή τους νομίμους κληρονόμους του μέλους-

(α) εν περιπτώσει αφυπηρετήσεως, ήτοι όταν το μέλος υπερβή την καθοριζομένην διά του καταστατικού ηλικίαν,

(β) εν περιπτώσει καθ' ην το μέλος ήθελε καταστή μονίμως ανίκανον προς εργασίαν,

(γ) εν περιπτώσει θανάτου του μέλους,

(δ) εν περιπτώσει τερματισμού της απασχολήσεως του μέλους, ή

(ε) εν περιπτώσει διαλύσεως του ταμείου:Νοείται ότι προκειμένου περί μέλους ταμείου προνοίας το οποίον λειτουργεί διά τους μισθωτούς πλειόνων του ενός εργοδοτών, τερματισμός της απασχολήσεως του τοιούτου μέλους δεν παρέχει δικαίωμα εις ωφέλημα δυνάμει της παραγράφου (δ), εφ' όσον εντός εξ μηνών από του τερματισμού της απασχολήσεως αυτού το μέλος ήθελεν απασχοληθή υπό τίνος των ως είρηται εργοδοτών.

(3) Κάθε εκχώρηση ή επιβάρυνση ωφελήματος στο Ταμείο Προνοίας, καθώς και κάθε συμφωνία για εκχώρηση ή επιβάρυνση του, είναι άκυρη και σε περίπτωση πτώχευσης προσώπου το οποίο δικαιούται ωφέλημα, το ωφέλημα αυτό δεν περιέρχεται στο σύνδικο της πτώχευσης ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λογαριασμό των πιστωτών του προσώπου που πτώχευσε.

(4) Ωφέλημα από Ταμείο Προνοίας δεν υπόκειται σε κατάσχεση με βάση τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο:Νοείται ότι οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που μέλος του Ταμείου Προνοίας συνάπτει δάνειο με το ίδιο το Ταμείο του οποίου είναι μέλος.

Προϋποθέσεις παραγραφής αξιώσεων μελών ταμείων προνοίας

22. Κανονισμοί θέλουσι καθορίσει τας προϋποθέσεις υφ' ας η αξίωσις μέλους ταμείου προνοίας προς λήψιν του εις πίστιν του ποσού παραγράφεται, ως και τον τρόπον διαθέσεως του ποσού, το οποίον ελλείψει του παρόντος άρθρου, θα κατεβάλλετο εις το μέλος.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών

23.-(1) Πας όστις δεν ικανοποιείται εξ οιασδήποτε αποφάσεως του Εφόρου, εκδοθείσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται εντός τριάκοντα ημερών από της εις αυτόν κοινοποιήσεως της αποφάσεως να προσβάλη ταύτην ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.

(2) Ουδέν των εν τω εδαφίω (1) επηρεάζει καθ' οιονδήποτε τρόπον το δικαίωμα οιουδήποτε προσώπου να προσφύγη εις το Ανώτατον Δικαστήριον κατά της αποφάσεως του Εφόρου, αλλά μέχρι της υπό του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών εκδόσεως της αποφάσεως αυτού, εν περιπτώσει προσφυγής εις αυτό, ή, εν περιπτώσει μη προσφυγής εις αυτό, μέχρι της παρελεύσεως της εις το εδάφιον (1) προβλεπομένης προθεσμίας, η απόφασις του Εφόρου δεν καθίσταται εκτελεστή.

(3) Πάσα διαφορά εγειρομένη συνεπεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μεταξύ μέλους οιουδήποτε ταμείου προνοίας και του τοιούτου ταμείου υπάγεται εις την αποκλειστικήν αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.

(4) Το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών κέκτηται δικαιοδοσίαν όπως επιλαμβάνεται οιασδήποτε διαφοράς δυνάμει του εδαφίου (3) ανεξαρτήτως του εάν τα περί ταύτην γεγονότα ή περιστάσεις συνιστούν αδίκημα δυνάμει του παρόντος ή οιουδήποτε ετέρου Νόμου.(5) Το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών κέκτηται εξουσίαν όπως, κατά την απόλυτον κρίσιν του Προέδρου αυτού, επιληφθή εκ νέου υποθέσεως τίνος ή αναθεωρήση οιανδήποτε απόφασιν αυτού επί οιασδήποτε διαφοράς κατά πάντα χρόνον, εάν τούτο θεωρηθή υπό του Προέδρου ως ορθόν και δίκαιον.