ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ Α ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ
Απαγορεύσεις σε σχέση με το άναμμα φωτιάς

98ΙΒ. Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να ανάβει φωτιά σε οποιο-δήποτε σημείο εντός ορίου ανάπτυξης κοινότητας, εξαιρουμένων των ακόλου-θων περιπτώσεων:

(α) Για την παρασκευή ή το ζέσταμα φαγητού εντός ειδικά διαρρυθμισμένου για τον σκοπό αυτό χώρου ή τόπου· ή

(β) σε αδειούχα από το Υφυπουργείο Τουρισμού κέντρα εστίασης ή αναψυχής· ή

(γ) για σκοπούς άσκησης επαγγέλματος και εντός του χώρου που ασκείται το επάγγελμα· ή

(δ) για σκοπούς θέρμανσης σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους εντός οικίας ή κέντρου εστίασης ή αναψυχής και της αυλής ή του περιβόλου αυτών· ή

(ε) κατόπιν ειδικής άδειας του Συμβουλίου, η οποία χορηγείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις,

και νοουμένου ότι το πρόσωπο αυτό λαμβάνει επαρκείς προφυλάξεις για την παρεμπόδιση εξάπλωσης φωτιάς και έχει στη διάθεσή του τα αναγκαία μέσα για την πλήρη κατάσβεση φωτιάς.

Αδικήματα

98ΙΓ.-(1) Πρόσωπο το οποίο-

(α) παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου  98ΙΒ· ή/και

(β) εγκαταλείπει άσβεστη φωτιά την οποία άναψε κατόπιν ειδικής άδειας από το  Συμβούλιο, σε οποιοδήποτε σημείο εντός του ορίου ανάπτυξης της οικείας κοινότητας· ή/και

(γ) απορρίπτει αναμμένο σπίρτο, τσιγάρο ή άλλο αντικείμενο το οποίο δυνατόν να προκαλέσει πυρκαγιά σε οποιοδήποτε σημείο εντός ορίου ανάπτυξης της οικείας κοινότητας,

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι πέντε χιλιάδες ευρώ (€25.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο το οποίο προκαλεί πυρκαγιά σε οποιοδήποτε σημείο εντός ορίου ανάπτυξης κοινότητας, χωρίς πρόκληση ζημιάς σε οποιοδήποτε σημείο ή περιουσία της οικείας κοινότητας ή ιδιοκτησία τρίτου προσώπου-

(α) εξαιτίας αλόγιστης ή αμελούς ενέργειας, συμπεριφοράς ή παράλειψής του να λάβει τις αναγκαίες προφυλάξεις· ή/και

(β) εξαιτίας πράξης ή/και παράλειψής του κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 98ΙΒ· ή/και

(γ) εξαιτίας πλημμελούς λειτουργίας οποιουδήποτε μηχανοκίνητου οχήματος ή αμελούς χρήσης σε ανοιχτό χώρο σε οποιοδήποτε σημείο καθορισμένο εντός ορίου ανάπτυξης της οικείας κοινότητας,  σε ιδιόκτητη γη ή μη, εργαλείων, μηχανημάτων, συσκευών ή άλλου εξοπλισμού που κατά τη χρήση τους προκαλούν θερμότητα, φλόγα ή σπινθήρα και δύναται να προκαλέσουν πυρκαγιά,

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα έξι (6) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Πρόσωπο το οποίο προκαλεί πυρκαγιά σε οποιοδήποτε σημείο εντός ορίου ανάπτυξης κοινότητας, που έχει ως αποτέλεσμα ζημιά σε οποιοδήποτε σημείο ή περιουσία της οικείας κοινότητας ή σε ιδιοκτησία τρίτου προσώπου-

(α) εξαιτίας αλόγιστης ή αμελούς ενέργειας, συμπεριφοράς ή παράλειψής του να λάβει τις αναγκαίες προφυλάξεις· ή/και

(β) εξαιτίας πράξης ή/και παράλειψής του κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 98ΙΒ· ή/και

(γ) εξαιτίας πλημμελούς λειτουργίας οποιουδήποτε μηχανοκίνητου οχήματος ή αμελούς χρήσης σε ανοιχτό χώρο σε οποιοδήποτε σημείο εντός ορίου ανάπτυξης της οικείας κοινότητας, σε ιδιόκτητη γη ή μη, εργαλείων, μηχανημάτων, συσκευών ή άλλου εξοπλισμού που κατά τη χρήση τους προκαλούν θερμότητα, φλόγα ή σπινθήρα και δύναται να προκαλέσουν πυρκαγιά,

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα οκτώ (8) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο κρίνεται ένοχο αδικήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο, επιπροσθέτως οποιασδήποτε άλλης ποινής, δύναται να επιβάλει χρηματική ποινή ίση με το χρηματικό ποσό που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατάσβεση ή έχει χρησιμοποιηθεί ή δύναται να χρησιμοποιηθεί για την περιβαλλοντική αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε από την πυρκαγιά.

Απόπειρα διάπραξης αδικήματος

98ΙΔ. Πρόσωπο το οποίο αποπειράται να διαπράξει αδίκημα κατά παράβαση των άρθρων 98ΙΒ και 98ΙΓ είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στην ίδια ποινή ωσάν να είχε διαπράξει αδίκημα κατά παράβαση των άρθρων 98ΙΒ και 98ΙΓ.

Ευθύνη αξιωματούχων, υπαλλήλων και άλλων προσώπων

98ΙΕ. Σε περίπτωση κατά την οποία διαπράττεται αδίκημα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 98ΙΒ και 98ΙΓ, από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου και αποδεικνύεται ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, συνενοχή ή έγκριση ή έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα αμέλεια συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που φαίνεται ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, το φυσικό πρόσωπο αυτό είναι επίσης ένοχο του προαναφερθέντος αδικήματος.

Εξώδικη ρύθμιση

98ΙΣΤ.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εξωδίκου Ρυθμίσεως Αδικημάτων Νόμου, τα αδικήματα που προκύπτουν κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Μέρους και παρατίθενται στον Έβδομο Πίνακα δύναται να τύχουν εξώδικης ρύθμισης, σύμφωνα με τις περιόδους εντός των οποίων διαπράττονται και τα χρηματικά ποσά που καθορίζονται στον Έβδομο Πίνακα:

Νοείται ότι, τα αδικήματα σε σχέση με την πρόκληση πυρκαγιάς, όπως αυτά καθορίζονται στις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 98ΙΓ, δεν δύναται να τύχουν εξώδικης ρύθμισης και ο παρανομούντας δύναται μόνο να διωχθεί ποινικά.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία αστυνομικός ή μέλος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας θεωρεί ότι πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει αδίκημα, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, αφού προηγουμένως παραλάβει όλα τα σχετικά τεκμήρια και τα παραδώσει στον αστυνομικό σταθμό, συνοδευόμενα από γραπτή κατάθεσή του προς τον ανακριτή της υπόθεσης, στην οποία να αναφέρει τα γεγονότα.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), η ειδοποίηση εξώδικου προστίμου εκδίδεται από τον ανακριτή και σε αυτή παρατίθενται τα ακόλουθα:

(α) Το όνομα του παραβάτη, καθώς και ο αριθμός ταυτότητας και η διεύθυνσή του·

(β) το αδίκημα το οποίο φέρεται να έχει διαπραχθεί κατά παράβαση συγκεκριμένης διάταξης του παρόντος Νόμου·

(γ) σε συντομία, κάθε στοιχείο του αδικήματος το οποίο κρίνεται αναγκαίο, για να δικαιολογηθεί ο προβαλλόμενος ισχυρισμός·

(δ) η περίοδος κατά την οποία δεν θα ασκηθεί δίωξη για το αδίκημα·

(ε) το ποσό του εξώδικου προστίμου και σημείωση ότι, εάν το ποσό αυτό δεν πληρωθεί εντός τριάντα (30) ημερών, θα ασκηθεί ποινική δίωξη·

(στ) ο τόπος και ο τρόπος που το εξώδικο πρόστιμο δύναται να πληρωθεί.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο δεν πληρώσει το εξώδικο πρόστιμο εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης εξώδικου προστίμου, δύναται να ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του εν λόγω προσώπου.

(5) Καμία δίωξη δεν ασκείται, εάν το εξώδικο πρόστιμο καταβληθεί πριν από την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης.

(6) Η πληρωμή εξώδικου προστίμου γίνεται σε οποιοδήποτε αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα συμβεβλημένο με τον πάροχο ή τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που επιλέγει η Δημοκρατία, εφόσον το αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα συμφωνεί να αποδέχεται πληρωμές εξώδικων προστίμων διαδικτυακά.

(7) Τα ποσά που καταβάλλονται για οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος άρθρου λογίζονται ως πρόστιμο το οποίο επιβλήθηκε κατόπιν καταδίκης για το εν λόγω αδίκημα.

(8) Πιστοποιητικό πληρωμής το οποίο εκδίδεται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος πληρωμής δεν χρήζει υπογραφής και θεωρείται επαρκής απόδειξη της πληρωμής του εξώδικου προστίμου και της εξώδικης ρύθμισης του αδικήματος.

(9) Η πληρωμή εξώδικου προστίμου δεν αποτελεί καταδίκη.

Διακανονισμός πληρωμής εξώδικου προστίμου

98ΙΖ.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 98ΙΣΤ, εξώδικο πρόστιμο δύναται να τύχει διακανονισμού, εφόσον αυτό ζητηθεί γραπτώς από το πρόσωπο στο οποίο εκδόθηκε το εξώδικο πρόστιμο και εγκριθεί από το Συμβούλιο.

(2) Ο διακανονισμός δύναται να γίνεται-

(α) με την καταβολή μηνιαίων δόσεων για πληρωμή εξώδικου προστίμου που είναι ίσο ή υπερβαίνει το ποσό των διακο-σίων πενήντα ευρώ (€250)· ή

(β) με παράταση της προθεσμίας πληρωμής του εξώδικου προστίμου, η οποία δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες,

εφόσον υπάρχει εύλογη αιτία που ικανοποιεί το Συμβούλιο:

Νοείται ότι, για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, “μηνιαία δόση” σημαίνει το ποσό που πληρώνεται για την αποπληρωμή εξώδικου προστίμου και καταβάλλεται κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού μήνα.

(3) Σε περίπτωση έγκρισης του Συμβουλίου για πληρωμή εξώδικου προστίμου σε μηνιαίες δόσεις με διακανονισμό, οι μηνιαίες δόσεις δεν υπερβαίνουν τις δώδεκα (12) δόσεις.

(4) Εάν παρέλθουν τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία υποχρέωσης καταβολής της μηνιαίας δόσης χωρίς να καταβληθεί η καθορισμένη από το Συμβούλιο δόση, δύναται να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του προσώπου που παραβίασε τον διακανονισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Κατάθεση χρηματικών ποινών και εξώδικων προστίμων

98ΙΗ. Κάθε χρηματικό ποσό που προκύπτει  από την επιβολή χρηματικής ποινής ή εξώδικου προστίμου για παράβαση των διατάξεων των άρθρων 98ΙΒ και 98ΙΓ κατατίθεται στο Ταμείο Κοινότητας της οικείας κοινότητας.

Εξουσία για επιθεώρηση αδειών

98ΙΘ.-(1) Πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια για την οποία απαιτείται η κατοχή άδειας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 98ΙΒ ή για το οποίο υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι πρόκειται να προβεί σε οποιαδήποτε τέτοια πράξη ή ενέργεια δύναται να κληθεί από εκπρόσωπο του Συμβουλίου, αστυνομικό ή μέλος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας να παρουσιάσει για επιθεώρηση την εν λόγω άδεια.

(2) Σε περίπτωση που το εν λόγω πρόσωπο αρνηθεί ή παραλείψει να παρουσιάσει την εν λόγω άδεια ή αρνηθεί να δώσει το όνομά του ή δίδει ψευδές όνομα, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις  δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Αστική και ποινική ευθύνη

98Κ. Η έκδοση οποιασδήποτε άδειας από το  Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του άρθρου 98ΙΒ, δεν επηρεάζει την αστική και ποινική ευθύνη οποιουδήποτε προσώπου.