ΕΚΤΟ ΜΕΡΟΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Μητρώα Διακανονισμών Αφερεγγυότητας

86.-(1) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας τηρεί τα ακόλουθα μητρώα:

(α) Μητρώο, το οποίο ονομάζεται Μητρώο Διαταγμάτων Απαλλαγής Οφειλών·

(β) μητρώο, το οποίο ονομάζεται Μητρώο Προστατευτικών Διαταγμάτων·

(γ) μητρώο, το οποίο ονομάζεται Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής,

τα οποία, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θα αναφέρονται στο εξής ως «το Μητρώο».

(2) Το Μητρώο είναι δημόσιο και τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή και σε οποιαδήποτε άλλη μορφή όπως η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας αποφασίζει.

(3) Το Μητρώο περιέχει-

(α) πληροφορίες οι οποίες πρέπει να καταχωρίζονται στο εν λόγω Μητρώο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου· και

(β) κάθε άλλη πληροφορία η οποία δυνατό να καθοριστεί από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.

(4) Πιστοποιητικό, το οποίο φέρει τη σφραγίδα της Υπηρεσίας Αφερεγγυόητας και το οποίο δηλώνει ότι-

(α) πρόσωπο, το οποίο κατονομάζεται στο πιστοποιητικό και καταγράφεται ως χρεώστης για το οποίο βρίσκεται σε ισχύ Διακανονισμός Αφερεγγυότητας·

(β) πρόσωπο, το οποίο κατονομάζεται στο πιστοποιητικό και δεν καταγράφεται ως χρεώστης για το οποίο βρίσκεται σε ισχύ Διακανονισμός Αφερεγγυότητας·

(γ) σε συγκεκριμένη ημερομηνία ή για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, πρόσωπο το οποίο κατονομάζεται σε πιστοποιητικό, καταγράφεται σε Μητρώο ως χρεώστης για τον οποίο βρίσκεται σε ισχύ Διακανονισμός Αφερεγγυότητας ή προστατευτικό διάταγμα·

(δ) σε συγκεκριμένη ημερομηνία ή κατά συγκεκριμένη χρονική περίοδο, πρόσωπο το οποίο καταγράφεται σε πιστοποιητικό, δεν καταγράφεται σε Μητρώο ως χρεώστης για τον οποίο βρίσκεται σε ισχύ Διακανονισμός Αφερεγγυότητας ή προστατευτικό διάταγμα·

αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο σε οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(5) Έγγραφο, το οποίο αναφέρεται ως πιστοποιητικό, σύμφωνα με το εδάφιο (4), θεωρείται ως τέτοιο, εκτός εάν αποδειχθεί το αντίθετο.

(6) Τα στοιχεία, τα οποία έχουν διαγραφεί από το Μητρώο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, παύουν να είναι δημόσια και διατηρούνται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της.

Επίδοση ειδοποιήσεων

87.-(1) Σε περίπτωση που σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, απαιτείται ή επιτρέπεται η επίδοση ειδοποίησης σε οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός εάν συμφωνηθεί εκ των προτέρων διαφορετικά μεταξύ του προσώπου που επιδίδει την ειδοποίηση και του προσώπου που λαμβάνει την ειδοποίηση ή το δικαστήριο διατάξει ή δώσει διαφορετικές οδηγίες, η ειδοποίηση δύναται να επιδοθεί ως ακολούθως:

(α) Εάν αφορά φυσικό πρόσωπο-

(i) με την παράδοσή της στο εν λόγω πρόσωπο προσωπικά, ή

(ii) με την αποστολή της μέσω ταχυδρομείου με διπλοσυστημένη επιστολή ή με άλλο τρόπο παράδοσης στην τελευταία γνωστή διεύθυνση κατοικίας ή εργασίας του εν λόγω προσώπου·

ή

(β) εάν αφορά νομικό πρόσωπο·

(i)με την παράδοσή της σε πρόσωπο το οποίο είναι Διευθυντής ή Γραμματέας του νομικού προσώπου· ή

(ii) με την παράδοσή της στο εγγεγραμμένο γραφείο του νομικού προσώπου· ή

(iii) με την αποστολή της μέσω ταχυδρομείου με διπλοσυστημένη επιστολή ή με άλλο τρόπο παράδοσης στο τελευταίο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας.

(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), «εγγεγραμμένο γραφείο», σε σχέση με εταιρεία, σημαίνει-

(α) το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου·

(β) εάν η εταιρεία δεν είναι εγγεγραμμένη στη Δημοκρατία, το γραφείο το οποίο καταχωρήθηκε, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο του κράτους που το διέπει, ως το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας· ή

(γ) σε περίπτωση εταιρείας η οποία δεν έχει εγγεγραμμένο γραφείο ή κύρια έδρα, την κύρια έδρα δραστηριοτήτων της εν λόγω εταιρείας.

Τύπος δηλώσεων ή βεβαιώσεων

88. Οποιεσδήποτε δηλώσεις ή βεβαιώσεις απαιτούνται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου στο πλαίσιο των διαδικασιών Προσωπικών Διακανονισμών Αφερεγγυότητας από χρεώστη ή σύμβουλο αφερεγγυότητας ή πιστωτή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, υποβάλλονται υπό τη μορφή της ένορκης δήλωσης.

Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων

89.-(1) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας με την έγκριση του Υπουργού, δύναται να καθορίσει με εσωτερικούς κανονισμούς, τον τύπο της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων για σκοπούς παροχής λεπτομερών στοιχείων σε σχέση με το εισόδημα, τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις και τα λογικά έξοδα διαβίωσης.

(2) Κατά την έκδοση Κανονισμών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να προβλέψει-

(α) διαφορετικά έντυπα αναφορικά με διαφορετικές περιστάσεις·

(β) περιγραφές εισοδημάτων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και δαπανών σε σχέση με το είδος των πληροφοριών που πρέπει να περιέχονται για να θεωρείται ολοκληρωμένη η Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων εισοδημάτων, περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων και δαπανών προσώπων που συνήθως διαμένουν με το χρεώστη, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι ευλόγως διαθέσιμες στο χρεώστη·

(γ) προσωπικά στοιχεία και πληροφορίες που σχετίζονται με την υγεία του χρεώστη και προσώπων που διαμένουν με το χρεώστη, τα οποία δεν είναι αναγκαίο να εξειδικεύονται μεμονωμένα στο έντυπο, σε περίπτωση που τα εν λόγω στοιχεία ή πληροφορίες έχουν παραχωρηθεί στον σύμβουλο αφερεγγυότητας ή/και στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.

Κατευθυντήριες γραμμές και κώδικες πρακτικής

90.-(1) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για συμβούλους αφερεγγυότητας σε σχέση με τα καθήκοντά τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι οποίες δύναται να περιλαμβάνουν δείγματα Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής:

Νοείται ότι, οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές δημοσιεύονται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας όπως αυτή κρίνει σκόπιμο.

(2) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας λαμβάνει υπόψη του τυχόν κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Διαδικαστικοί Κανονισμοί

91.-(1) Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό για τη ρύθμιση οποιουδήποτε διαδικαστικού θέματος ή τύπου αιτήσεων αναφορικά με την εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν σε διακανονισμούς αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου από τα Επαρχιακά Δικαστήρια.

(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (1), οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, που εφαρμόζονται σχετικά με αιτήσεις έκδοσης διαταγμάτων σε πολιτικές υποθέσεις, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν αναφορικά με τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση οποιασδήποτε προβλεπόμενης στο παρόντα Νόμο αίτησης, μέχρι την έκδοση του Διαδικαστικού Κανονισμού που προβλέπεται στο εδάφιο (1).

Συναλλαγή η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής

92.Για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (i) της υποπαραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 11 και της παραγράφου (στ) του άρθρου 65, χρεώστης θεωρείται ότι διενεργεί συναλλαγή η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής, εάν -

(α) δωρίζει ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διενεργεί συναλλαγή με άλλο πρόσωπο υπό όρους που δεν προβλέπουν οποιαδήποτε αντιπαροχή για το χρεώστη· ή

(β) διενεργεί συναλλαγή με το άλλο πρόσωπο, η αξία του αντικειμένου της οποίας σε αποτίμηση χρημάτων ή αξίας χρημάτων, είναι σημαντικά μεγαλύτερη από την αξία σε αποτίμηση χρημάτων ή αξίας χρημάτων, της αντιπαροχής που λαμβάνει το άλλο αυτό πρόσωπο.

Προτιμησιακή μεταχείριση από το χρεώστη

93. Για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (στ)του εδαφίου (2) του άρθρου 11 και της παραγράφου (ζ) του άρθρου 65,χρεώστης θεωρείται ότι δίνει προτίμηση σε άλλο πρόσωπο εάν-

(α) το άλλο πρόσωπο είναι πιστωτής του χρεώστη, στον οποίο οφείλεται χρέος άλλο από εξαιρετέο ή είναι εγγυητής σε τέτοιο χρέος, και

(β) ο χρεώστης προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια, περιλαμβανομένης της παραχώρησης εξασφάλισης ή ανέχεται οποιαδήποτε ενέργεια η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να έθετε το άλλο αυτό πρόσωπο σε καλύτερη θέση στην περίπτωση έγκρισης του σχετικού Διακανονισμού Αφερεγγυότητας και θέσης του σε ισχύ, ανάλογα με την περίπτωση, σε σχέση με τη θέση στην οποία αυτό θα ευρισκόταν αν τέτοια ενέργεια δεν ελάμβανε χώρα ή ο χρεώστης δεν ανεχόταν να λάβει χώρα.

Αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος Νόμου

94.-(1) Ο Υπουργός σε συνεννόηση με τον Υπουργό Οικονομικών δύναταισε περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, να προβεί σε αξιολόγηση της εφαρμογής και αποτελεσματικότητας του παρόντος Νόμου.

(2) Η αξιολόγηση της εφαρμογής και αποτελεσματικότητας του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με το εδάφιο (1), πρέπει να συμπληρωθεί εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξής της.

(3) Με τη συμπλήρωση της αξιολόγησης του εδαφίου (1), ο Υπουργός και ο Υπουργός Οικονομικών ετοιμάζουν έκθεση, η οποία παραθέτει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που έγινε και την αιτιολόγησή τους.

(4) Ο Υπουργός υποβάλλει αντίγραφο της έκθεσης, η οποία ετοιμάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής των Αντιπροσώπων το συντομότερο δυνατό μετά την ολοκλήρωσή της.

Μέγιστο ποσό το οποίο δύναται να απαιτηθεί

95. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτεάλλου Νόμου ή Κανονισμών εκδιδόμενων κατ' εξουσιοδότηση Νόμου, σε περίπτωση διαδικασίας εκποίησης ακίνητης ιδιοκτησίας δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VI και του Μέρους VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, η οποία αποτελεί κύρια κατοικία του χρεώστη ή των μελών της οικογένειάς του ή επαγγελματική στέγη, το μέγιστο ποσό χρέους που ο πιστωτής δύναται να απαιτήσει δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό της αρχικής σύμβασης δανειακής διευκόλυνσης και τους τόκους που προκύπτουν με βάση την εν λόγω σύμβαση, αφαιρουμένων των οποιωνδήποτε δόσεων έχουν ήδη καταβληθεί και οποιωνδήποτε επιβληθέντων πρόσθετων τόκων υπερημερίας, πρόσθετων χρεώσεων και επιβαρύνσεων, διαχειριστικών εξόδων, καθώς και οποιωνδήποτε τόκων επιβληθέντων συνεπεία ανατοκισμού:

Νοείται ότι, επιβληθείς αυξημένος τόκος από την υπερημερία δεν δύναται να υπερβαίνει το δύο τοις εκατόν (2%) επί καθυστερημένης δόσης και επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση που ο εν λόγω τόκος υπερημερίας αντιπροσωπεύει την πραγματική ζημιά του πιστωτή και επιπροσθέτως δύναται να αποδειχθεί δικαστικώς από τον πιστωτή.

Κανονισμοί και διατάγματα

96.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διατάγματα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

97. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εξαιρουμένων των διατάξεων του Κεφαλαίου 1 του Τρίτου Μέρους, οι οποίες τίθενται σε ισχύ τρεις (3) μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος Νόμου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.