52. (1) Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση να δημοσιοποιούν, σε ετήσια βάση, έκθεση σχετικά με τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που απαιτούνται στο εδάφιο (3) και τις αρχές που παρατίθενται στο εδάφιο (4) του άρθρου 38 του παρόντος Νόμου.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) έκθεση περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες, είτε αυτούσιες είτε με παραπομπές σε πληροφορίες αντίστοιχες, ως προς τη φύση και την έκταση, που δημοσιοποιούνται δυνάμει άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου:
(α) την περιγραφή της δραστηριότητας και των επιδόσεων της επιχείρησης·
(β) την περιγραφή του συστήματος διακυβέρνησης και εκτίμηση της καταλληλότητάς του για το προφίλ κινδύνου της επιχείρησης·
(γ) την περιγραφή, χωριστά για κάθε κατηγορία κινδύνου, της έκθεσης στον κίνδυνο, της συγκέντρωσης κινδύνων, της μείωσης του κινδύνου και της ευαισθησίας στον κίνδυνο·
(δ) την περιγραφή, χωριστά για τα στοιχεία του ενεργητικού, τις τεχνικές προβλέψεις, και τις λοιπές υποχρεώσεις, των βάσεων και μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την αποτίμησή τους, με επεξήγηση τυχόν σημαντικών διαφορών στις βάσεις και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την αποτίμησή τους σε οικονομικές καταστάσεις·
(ε) την περιγραφή της διαχείρισης των κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον των ακολούθων:
(i) της διάρθρωσης και του ύψους των ιδίων κεφαλαίων, καθώς και της ποιότητάς τους·
(ii) των ποσών των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων και των απαιτήσεων κεφαλαιακής επάρκειας·
(iii) της επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 417 του παρόντος Νόμου για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας·
(iv) πληροφοριών που επιτρέπουν την ορθή κατανόηση των κυριότερων διαφορών μεταξύ των παραδοχών στις οποίες βασίζεται η τυποποιημένη μέθοδος και εκείνων του εσωτερικού υποδείγματος που χρησιμοποιεί από την επιχείρηση για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας·
(v) του ποσού τυχόν μη συμμόρφωσης με τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις ή τυχόν σημαντικής μη συμμόρφωσης με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, ακόμα και εάν στη συνέχεια επιλύθηκαν τα προβλήματα, με επεξήγηση της προέλευσης και των επιπτώσεων, καθώς και των ενδεχόμενων μέτρων αποκατάστασης που έχουν ληφθεί.
(3) Όταν εφαρμόζεται η προσαρμογή επιτοκίου λόγω αντιστοίχισης περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων που αναφέρεται στο άρθρο 81 του παρόντος Νόμου, η περιγραφή που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) περιλαμβάνει περιγραφή της προσαρμογής λόγω αντιστοίχισης και του χαρτοφυλακίου των υποχρεώσεων και των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων στα οποία εφαρμόζεται η προσαρμογή λόγω αντιστοίχισης, καθώς και ποσοτική έκφραση του αντικτύπου που θα είχε στην οικονομική θέση της επιχείρησης η μεταβολή της προσαρμογής λόγω αντιστοίχισης στο μηδέν καθώς επίσης και δήλωση για το αν χρησιμοποιείται από την επιχείρηση η προσαρμογή λόγω μεταβλητότητας που αναφέρεται στο άρθρο 83 και ποσοτική έκφραση του αντικτύπου που θα είχε στην οικονομική θέση της επιχείρησης η μεταβολή της προσαρμογής λόγω μεταβλητότητας στο μηδέν.
(4) Η περιγραφή που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i), της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) περιλαμβάνει ανάλυση οποιωνδήποτε σημαντικών αλλαγών σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς και επεξήγηση ενδεχόμενων σοβαρών διαφορών, σε σχέση με την αξία των στοιχείων αυτών στις οικονομικές καταστάσεις, και σύντομη περιγραφή της δυνατότητας μεταφοράς κεφαλαίων.
(5) Η δημοσιοποίηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) εμφανίζει χωριστά το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το Έκτο Κεφάλαιο, Τμήμα 4, Ενότητες 2 και 3 του παρόντος Μέρους και οποιεσδήποτε πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 40 ή τον αντίκτυπο των ειδικών παραμέτρων που η ασφαλιστική ή η αντασφαλιστική επιχείρηση καλείται να χρησιμοποιεί σύμφωνα με το άρθρο 117 του παρόντος Νόμου, παράλληλα με συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγησή τους από τον Έφορο:
(6) Η δημοσιοποίηση των απαιτήσεων κεφαλαιακής επάρκειας συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από ένδειξη ότι το τελικό τους ύψος εξακολουθεί να υπόκειται σε εποπτική αξιολόγηση από τον Έφορο.
53. Με την επιφύλαξη του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, ο Έφορος παρέχει σε ετήσια βάση τις ακόλουθες πληροφορίες στην EIOPA:
(α) Τη μέση πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση ανά επιχείρηση και την κατανομή των πρόσθετων κεφαλαιακών απαιτήσεων που επιβλήθηκαν από την εποπτική αρχή κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, ως ποσοστό της κεφαλαιακής απαίτησης φερεγγυότητας. Τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται χωριστά για τα εξής:
(i) τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις∙
(ii) τις επιχειρήσεις ασφάλισης Ζωής∙
(iii) τις επιχειρήσεις ασφάλισης Γενικής Φύσεως∙
(iv) τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις Ζωής και Γενικής Φύσεως∙
(v) για τις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις˙
(β) για καθεμιά από τις δημοσιοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του παρόντος άρθρου, το ποσοστό των πρόσθετων κεφαλαιακών απαιτήσεων που επιβάλλονται βάσει των παραγράφων (α), (β) και (γ) αντίστοιχα του εδαφίου (1) του άρθρου 40 του παρόντος Νόμου˙
(γ) τον αριθμό των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που επωφελούνται από περιορισμό στη συχνότητα της εποπτικής αναφοράς και τον αριθμό των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που εξαιρούνται από την αναλυτική υποβολή πληροφοριών ανά στοιχείο που αναφέρεται στα εδάφια (6) και (7) του άρθρου 38 του παρόντος Νόμου, μαζί με τον όγκο των κεφαλαιακών απαιτήσεών τους, των ασφαλίστρων τους, των τεχνικών προβλέψεων και των στοιχείων ενεργητικού τους, υπολογισμένων αντίστοιχα ως ποσοστών του συνολικού όγκου των κεφαλαιακών απαιτήσεων, των ασφαλίστρων, των τεχνικών προβλέψεων και των στοιχείων ενεργητικού των ασφαλιστικών και των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων του κράτους μέλους˙
(δ) τον αριθμό των ομίλων που επωφελούνται από περιορισμό στη συχνότητα της εποπτικής αναφοράς και τον αριθμό των ομίλων που εξαιρούνται από την αναλυτική υποβολή πληροφοριών ανά στοιχείο που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 293 του παρόντος Νόμου, μαζί με τον όγκο των κεφαλαιακών απαιτήσεών τους, των ασφαλίστρων τους, των τεχνικών προβλέψεων και των στοιχείων ενεργητικού τους, υπολογισμένων αντίστοιχα ως ποσοστών του συνολικού όγκου των κεφαλαιακών απαιτήσεων, των ασφαλίστρων, των τεχνικών προβλέψεων και των στοιχείων ενεργητικού όλων των ομίλων.
54. (1) Ο Έφορος επιτρέπει στις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις να μην δημοσιεύουν πληροφορίες στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) εάν με τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών οι ανταγωνιστές της επιχείρησης αποκτούν σημαντικό αδικαιολόγητο πλεονέκτημα·
(β) εάν προβλέπονται υποχρεώσεις προς τους αντισυμβαλλόμενους ή άλλου είδους συμβατικές σχέσεις ο οποίες δεσμεύουν την επιχείρηση για την τήρηση του απορρήτου ή της εμπιστευτικότητας.
(2) Σε περίπτωση που ο Έφορος επιτρέψει τη μη δημοσιοποίηση πληροφοριών, οι επιχειρήσεις αναφέρουν το γεγονός αυτό στην έκθεση για τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική κατάσταση, εξηγώντας τους λόγους.
(3) Ο Έφορος επιτρέπει στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν δημοσιοποιήσεις –ή να αναφέρονται σε αυτές– που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών που κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση ή άλλες κανονιστικές διατάξεις ευρωπαϊκού δικαίου, στο βαθμό που οι δημοσιοποιήσεις αυτές ισοδυναμούν με τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 52 του παρόντος Νόμου, τόσο ως προς τη φύση τους όσο και ως προς το πεδίο τους.
(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), δεν εφαρμόζονται στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 52 του παρόντος Νόμου.
55. (1) Σε περίπτωση σοβαρών εξελίξεων που επηρεάζουν σημαντικά τη συνάφεια των πληροφοριών που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 54 του παρόντος Νόμου, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις δημοσιεύουν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη φύση και τα αποτελέσματα των εξελίξεων αυτών.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), ως σοβαρές εξελίξεις θεωρούνται τουλάχιστον τα πιο κάτω:
(α) Όταν παρατηρείται μη συμμόρφωση με τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και ο Έφορος είτε θεωρεί ότι η επιχείρηση δεν θα είναι σε θέση να υποβάλει εφαρμόσιμο βραχυπρόθεσμο οικονομικό σχέδιο είτε δεν λαμβάνει τέτοιου είδους σχέδιο εντός ενός μηνός από την ημερομηνία που παρατηρήθηκε η μη συμμόρφωση, και σε τέτοια περίπτωση ο Έφορος απαιτεί από την οικεία επιχείρηση να δημοσιοποιήσει άμεσα το μέγεθος της μη συμμόρφωσης, μαζί με επεξήγηση της προέλευσης και των συνεπειών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν διορθωτικών μέτρων που έχουν ληφθεί. Εάν, παρά το βραχυπρόθεσμο οικονομικό σχέδιο που είχε αρχικά θεωρηθεί εφαρμόσιμο, δεν έχει επιλυθεί το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης με τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις εντός τριών μηνών από τη στιγμή που παρατηρήθηκαν, το γεγονός αυτό δημοσιοποιείται στο τέλος της περιόδου αυτής, μαζί με επεξήγηση της προέλευσης και των επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν διορθωτικών μέτρων που έχουν ληφθεί καθώς και περαιτέρω μέτρων που έχουν προγραμματισθεί.
(β) όταν παρατηρείται σημαντική μη συμμόρφωση με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και ο Έφορος δεν λαμβάνει εφαρμόσιμο σχέδιο ανάκαμψης εντός δύο μηνών από την ημερομηνία που παρατηρήθηκε η μη συμμόρφωση, και σε τέτοια περίπτωση ο Έφορος απαιτεί από την οικεία επιχείρηση να δημοσιοποιήσει άμεσα το ποσό της μη συμμόρφωσης, μαζί με επεξήγηση της προέλευσης και των συνεπειών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν διορθωτικών μέτρων που έχουν ληφθεί. Εάν, παρά το σχέδιο ανάκαμψης που είχε αρχικά θεωρηθεί εφαρμόσιμο, δεν έχει επιλυθεί το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας εντός έξι μηνών από τη στιγμή που παρατηρήθηκαν, το γεγονός αυτό δημοσιοποιείται στο τέλος της περιόδου αυτής, μαζί με επεξήγηση της προέλευσης και των επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν διορθωτικών μέτρων που έχουν ληφθεί καθώς και περαιτέρω διορθωτικών μέτρων που έχουν προγραμματισθεί.
(3) Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις δημοσιοποιούν, σε εκούσια βάση, οιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση συνδεόμενη με τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, η δημοσιοποίηση της οποίας δεν απαιτείται ήδη σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) και των άρθρων 52 και 54 του παρόντος Νόμου.
56. (1) Κάθε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση διαθέτει τα ενδεδειγμένα συστήματα και δομές προκειμένου να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στα άρθρα 59 και 61, καθώς και στο εδάφιο (1) του άρθρου 62 του παρόντος Νόμου, και να διαθέτουν γραπτώς τεκμηριωμένη πολιτική που να εξασφαλίζει τη διαρκή καταλληλότητα πληροφοριών που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 59, 61 και 62.
(2) Η έκθεση για τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική κατάσταση αποτελεί αντικείμενο έγκρισης από το διοικητικό συμβούλιο της ασφαλιστικής ή της αντασφαλιστικής επιχείρησης και δημοσιεύεται μόνο μετά την έγκριση αυτή.