ΜΕΡΟΣ VIΙ ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Τεχνικά αποθεματικά

26.-(1) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, σχηματίζουν, ανά πάσα στιγμή, για το σύνολο των συνταξιοδοτικών σχεδίων τους, επαρκές ύψος υποχρεώσεων που αντιστοιχεί στις οικονομικές δεσμεύσεις που απορρέουν από το χαρτοφυλάκιό τους με βάση τις υφιστάμενες συμβάσεις συνταξιοδότησης.

(2) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, όταν παρέχουν κάλυψη κατά των βιομετρικών κινδύνων ή εγγυώνται είτε την απόδοση των επενδύσεων είτε ένα συγκεκριμένο ύψος παροχών, σχηματίζουν επαρκή τεχνικά αποθεματικά όσον αφορά το σύνολο αυτών των σχεδίων.

(3) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών πραγματοποιείται κάθε χρόνο εντός έξι μηνών από τη λήξη του προηγούμενου χρόνου:

Νοείται ότι επιτρέπεται ο υπολογισμός ανά τριετία, εάν το ΙΕΣΠ χορηγήσει στα μέλη και στον Έφορο βεβαίωση ή έκθεση σχετικά με τις αναπροσαρμογές κατά το μεσοδιάστημα, η οποία αντανακλά την αναπροσαρμοσμένη εξέλιξη των τεχνικών αποθεματικών και τις μεταβολές των καλυπτόμενων κινδύνων.

(4) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών διενεργείται και βεβαιώνεται από αναλογιστή επί τη βάσει αναλογιστικών μεθόδων αναγνωρισμένων από τον Έφορο με Οδηγία, σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

(α) Το ελάχιστο ποσό των τεχνικών αποθεματικών υπολογίζεται με επαρκώς συνετή αναλογιστική αποτίμηση, λαμβανομένων υπόψη όλων των υποχρεώσεων για παροχές και των εισφορών, σύμφωνα με τους συνταξιοδοτικούς διακανονισμούς του ΙΕΣΠ.

(β) Το κατά την παράγραφο (α) ποσό πρέπει αφενός να επαρκεί για να εξακολουθήσουν να καταβάλλονται οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και λοιπές παροχές, αφετέρου δε να αντικατοπτρίζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα σωρευμένα δικαιώματα των μελών επί των συνταξιοδοτικών παροχών.

(γ) Οι οικονομικές και αναλογιστικές παραδοχές που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των υποχρεώσεων, επιλέγονται με σύνεση, λαμβάνοντας υπόψη, όπου αρμόζει, κατάλληλο περιθώριο ανεπιθύμητων αποκλίσεων.

(δ) τα μέγιστα χρησιμοποιούμενα επιτόκια επιλέγονται επίσης με σύνεση και ορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στη Δημοκρατία, λαμβάνοντας υπόψη:

(i) την απόδοση των αντίστοιχων στοιχείων του ενεργητικού του ΙΕΣΠ και τις προβλεπόμενες μελλοντικές αποδόσεις των επενδύσεων,

(ii) τις αποδόσεις των αγορών υψηλής ποιότητας ομολόγων, κρατικών ομολόγων, ομολόγων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ομολόγων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ή ομολόγων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, ή

(iii) συνδυασμό των υποπαραγράφων (i) και (ii)·

(ε) οι βιομετρικοί πίνακες που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών βασίζονται επίσης σε συνετές αρχές, έχοντας υπόψη τα βασικά χαρακτηριστικά των προς συνταξιοδότηση προσώπων, αλλά και των συνταξιοδοτικών σχεδίων, ιδιαίτερα τις αναμενόμενες αλλαγές στους σχετικούς κινδύνους·

(στ) η μέθοδος και η βάση υπολογισμού των τεχνικών αποθεματικών γενικά είναι σταθερή από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο, είναι, όμως, δυνατόν να δικαιολογούνται αλλαγές λόγω μεταβολής των νομικών, δημογραφικών ή οικονομικών δεδομένων, επί των οποίων βασίστηκαν οι υποθέσεις εργασίας.

(5) Ο Έφορος μπορεί να επιβάλει σε ένα ΙΕΣΠ πρόσθετες και λεπτομερέστερες απαιτήσεις καθόσον αφορά τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών, προκειμένου να εξασφαλισθούν αρκούντως τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων.

(6) Η έκθεση για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών σύμφωνα με το εδάφιο (4), κοινοποιείται στον Έφορο εντός ενός μηνός από την ετοιμασία της.

Χρηματοδότηση των τεχνικών αποθεματικών

27.-(1) Τα αναφερόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 26 ΙΕΣΠ οφείλουν να έχουν ανά πάσα στιγμή περιουσιακά στοιχεία κατάλληλα και επαρκή για την κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών που απαιτούνται για το σύνολο των συνταξιοδοτικών σχεδίων τους.

(2)(α) Ένα ΙΕΣΠ μπορεί, για μικρό χρονικό διάστημα, να έχει περιουσιακά στοιχεία ανεπαρκή προς κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών, και σε τέτοια περίπτωση η διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ ενημερώνει σχετικά τον Έφορο, αμέσως μετά τη διαπίστωση της ανεπάρκειας, ο δε Έφορος απαιτεί, αμέσως μετά την ενημέρωση του, από το ΙΕΣΠ να καταρτίσει συγκεκριμένο και πραγματοποιήσιμο σχέδιο ανάκαμψης με χρονοδιάγραμμα, ώστε να εξασφαλίσει εκ νέου τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1).

(β) Το σχέδιο ανάκαμψης υπόκειται στους ακόλουθους όρους:

(i) το ΙΕΣΠ καταρτίζει συγκεκριμένο και πραγματοποιήσιμο σχέδιο, προκειμένου να επαναφέρει τα περιουσιακά στοιχεία στο απαιτούμενο ύψος, ώστε να καλύψει πλήρως και εγκαίρως τα τεχνικά του αποθεματικά. Το σχέδιο ανακοινώνεται στα μέλη ή, όπου αρμόζει, στους εκπροσώπους τους και υποβάλλεται στον Έφορο προς έγκριση.

(ii) στην κατάρτιση του σχεδίου λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση του συγκεκριμένου ΙΕΣΠ και δη η διάρθρωση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, το προφίλ κινδύνων, το σχέδιο ρευστότητας, το προφίλ της ηλικίας των μελών που είναι δικαιούχοι συντα-ξιοδοτικών παροχών, τα υπό έναρξη συνταξιοδοτικά σχέδια, καθώς και εκείνα για τα οποία το σύστημα χρηματοδότησης μεταβάλλεται από μηδενικό ή μερικό σε ολικό·

(iii) εάν το συνταξιοδοτικό σχέδιο τερματιστεί κατά το διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο (α), το ΙΕΣΠ ενημερώνει τον Έφορο και εισάγει μια διαδικασία μεταβίβασης των στοιχείων του ενεργητικού και των αντίστοιχων στοιχείων του παθητικού του εν λόγω σχεδίου σε άλλο ΙΕΣΠ, ή άλλο κατάλληλο φορέα, η δε εν λόγω διαδικασία κοινοποιείται στον Έφορο και μια γενική περιγραφή της τίθεται στη διάθεση των μελών ή, όπου αρμόζει, των αντιπροσώπων τους, σύμφωνα με την αρχή της εμπιστευτικότητας.

(3) Ο Έφορος μπορεί να διαφοροποιήσει τη διάρκεια του κατά τα εδάφια (1) και (2) σχεδίου ανάκαμψης, με γνώμονα τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των μελών και των δικαιούχων, με την αποκατάσταση της πλήρους κάλυψης των τεχνικών αποθεματικών, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της ανεπάρκειας των περιουσιακών στοιχείων του ΙΕΣΠ, την οικονομική κατάσταση της χρηματοδοτούσας επιχείρησης και το προφίλ της ηλικίας των μελών.

(4) Εάν ασκείται διασυνοριακή δραστηριότητα, τα τεχνικά αποθεματικά τυγχάνουν ανά πάσα στιγμή πλήρους χρηματοδότησης για το σύνολο των λειτουργούντων συνταξιοδοτικών σχεδίων και, εάν δεν πληρούται αυτή η προϋπόθεση, ο Έφορος επεμβαίνει ταχέως και απαιτεί από το ΙΕΣΠ να καταρτίσει αμέσως τα κατάλληλα μέτρα και να τα εφαρμόσει χωρίς καθυστέρηση κατά τρόπον ώστε τα μέλη και οι δικαιούχοι να προστατεύονται επαρκώς.

Ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια

28.-(1)(α) Όταν τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται συνταξιοδοτικά συστήματα, αναλαμβάνουν τα ίδια, αντί της χρηματοδοτούσας επιχείρησης, την ευθύνη για την κάλυψη βιομετρικών κινδύνων ή εγγυώνται ορισμένη απόδοση των επενδύσεων ή ορισμένο ύψος παροχών, έχουν σε μόνιμη βάση, πέραν των τεχνικών αποθεματικών, συμπληρωματικά περιουσιακά στοιχεία προς κάλυψη των πρόσθετων κινδύνων.

(β) Το ύψος των εν λόγω συμπληρωματικών στοιχείων είναι ανάλογο με τον κίνδυνο και με το χαρτοφυλάκιο των στοιχείων ενεργητικού που αντιστοιχεί στο πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζεται το ΙΕΣΠ.

(γ) Το κατά την παράγραφο (β) ενεργητικό δεν προορίζεται για την κάλυψη του προβλέψιμου παθητικού, αλλά αποτελεί κεφάλαιο ασφαλείας για την κάλυψη των αποκλίσεων μεταξύ των αναμενόμενων και των πραγματικών δαπανών και κερδών.

(2) Το ελάχιστο ύψος πρόσθετων στοιχείων ενεργητικού, υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα άρθρα 29 έως 31, σχετικά με την φερεγγυότητα.

(3) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), μπορεί με Οδηγία να απαιτηθεί από εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ να διατηρούν ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια ή να θεσπιστούν αναλυτικότερες ρυθμίσεις, αρκεί να δικαιολογούνται από άποψη συνετής διαχείρισης.

Διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας

29.-(1) Τα ΙΕΣΠ που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28, διαθέτουν σε διαρκή βάση επαρκές περιθώριο φερεγγυότητας για το σύνολο των δραστη¬ριοτήτων τους, τουλάχιστον ίσο προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών.

(2) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας αποτελείται από τα στοιχεία ενεργητικού του ΙΕΣΠ μετά την αφαίρεση κάθε προβλεπτής υποχρέωσης και κάθε άυλου περιουσιακού στοιχείου, συμπεριλαμβανομένων-

(α) Του καταβληθέντος τμήματος του μετοχικού κεφαλαίου, ή, στην περίπτωση ΙΕΣΠ που έχουν τη μορφή αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, του πραγματικού αρχικού κεφαλαίου συν τυχόν λογαριασμούς μελών της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης που πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:

(i) Το καταστατικό πρέπει να ορίζει ότι από τους λογαριασμούς αυτούς μπορούν να γίνονται πληρωμές στα μέλη της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης μόνον εφόσον αυτό δεν προκαλεί πτώση του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο ή εάν, μετά τη διάλυση της επιχείρησης, έχουν εξοφληθεί όλα τα άλλα χρέη της επιχείρησης,

(ii) το καταστατικό πρέπει να ορίζει ότι, όσον αφορά οποιαδήποτε πληρωμή που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) για άλλους λόγους, εκτός από την ατομική καταγγελία της ιδιότητας του μέλους της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, ο Έφορος ειδοποιείται τουλάχιστον ένα μήνα πριν και μπορεί μέσα στο διάστημα αυτό να απαγορεύσει την πληρωμή, και

(iii) οι σχετικές καταστατικές διατάξεις μπορούν να τροποποιηθούν μόνον αφού ο Έφορος δηλώσει ότι δεν έχει αντιρρήσεις για την τροποποίηση, υπό την επιφύλαξη των κριτηρίων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii)·

(β) των αποθεματικών (εκ του νόμου επιβαλλόμενων ή ελεύθερων) που δεν αντιστοιχούν σε ανειλημμένες υποχρεώσεις.

(γ) της μεταφοράς του κέρδους ή της ζημίας, μετά την αφαίρεση των πληρωτέων μερισμάτων.

(δ) εφόσον το επιτρέπει η νομοθεσία της Δημοκρατίας, των αποθεματοποιημένων κερδών που εμφανίζονται στον ισολογισμό, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ενδεχομένων ζημιών και που δεν έχουν διατεθεί προς διανομή στα μέλη και τους δικαιούχους. και

(ε) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μειώνεται κατά το ποσό των ιδίων μετοχών που κατέχει άμεσα το ΙΕΣΠ.

(3) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μπορεί επίσης να συνίσταται σε-

(α) Προνομιούχες σωρευτικές μετοχές και δάνεια μειωμένης εξασφάλισης μέχρι ποσοστού 50 % του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας και του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας του οποίου ποσοστό όχι μεγαλύτερο από 25%, περιλαμβάνει δάνεια μειωμένης εξασφάλισης καθορισμένης λήξης, ή προνομιούχες σωρευτικές μετοχές με καθορισμένη διάρκεια, εφόσον υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες βάσει των οποίων, σε περίπτωση πτώχευσης ή εκκαθάρισης του ΙΕΣΠ, τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης ή οι προνομιούχες μετοχές κατατάσσονται μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών και δεν εξοφλούνται παρά μόνο μετά την εξόφληση όλων των άλλων εκκρεμούντων τη στιγμή εκείνη χρεών.

(β) χρεόγραφα αόριστης διάρκειας και άλλους τίτλους, συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών προνομιούχων μετοχών εκτός από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο (α), μέχρι ποσοστού 50 % του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας ή του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας, ανάλογα με το ποιο είναι μικρότερο, για το σύνολο των τίτλων αυτών και των δανείων μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρονται στην παράγραφο (α), εφόσον πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) δεν πρέπει να ρευστοποιηθούν με πρωτοβουλία του κομιστή ή χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση του Εφόρου,

(ii) η σύμβαση έκδοσης πρέπει να παρέχει στο ΙΕΣΠ τη δυνατότητα να αναβάλει την κατάβολή των τόκων του δανείου,

(iii) οι απαιτήσεις του δανειστή έναντι του ΙΕΣΠ κατατάσσονται εξολοκλήρου μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών που δεν έχουν μειωμένη εξασφάλιση,

(iv) τα έγγραφα τα σχετικά με την έκδοση των χρεογράφων πρέπει να προβλέπουν τη δυνατότητα κάλυψης των ζημιών με το χρέος και τους μη καταβληθέντες τόκους, επιτρέποντας συγχρόνως τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, και

(v) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνον τα ποσά τα οποία έχουν πράγματι κατάβληθεί.

(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης πληρούν επίσης τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) Λαμβάνονται υπόψη μόνον τα ποσά τα οποία έχουν πράγματι καταβληθεί,

(ii) για δάνεια με καθορισμένη λήξη, η αρχική διάρκεια είναι τουλάχιστον πενταετής:

Νοείται ότι ένα έτος το αργότερο πριν από την ημερομηνία εξόφλησης, το ΙΕΣΠ υποβάλλει προς έγκριση στον Έφορο σχέδιο στο οποίο παρουσιάζεται πώς θα διατηρηθεί ή θα αυξηθεί το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας στο απαιτούμενο επίπεδο κατά τη λήξη, εκτός εάν το ποσό μέχρι το οποίο το δάνειο μπορεί να συμπεριληφθεί στα συστατικά μέρη του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας μειώνεται σταδιακά κατά τα τελευταία πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία εξόφλησης:

Νοείται περαιτέρω ότι ο Έφορος μπορεί να επιτρέπει την πρόωρη εξόφληση αυτών των δανείων, εφόσον υποβάλλεται σχετικό αίτημα από το ΙΕΣΠ έκδοσης και το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητάς του δεν μειώνεται κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο,

(iii) τα δάνεια μη καθορισμένης λήξης εξοφλούνται μόνο με πενταετή προειδοποίηση, εκτός εάν δεν θεωρούνται πλέον συστατικό μέρος του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας, ή εάν για την πρόωρη εξόφλησή τους απαιτείται συγκεκριμένα να συμφωνήσει προηγουμένως ο Έφορος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το ΙΕΣΠ ενημερώνει τον Έφορο τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία εξόφλησης, υποδεικνύοντας το διαθέσιμο και το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας τόσο πριν όσο και μετά την εξόφληση αυτή. Ο Έφορος επιτρέπει την εξόφληση μόνο εάν το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας του ΙΕΣΠ δεν κινδυνεύει να υποχωρήσει κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο,

(iv) στη σύμβαση δανείου δεν συμπεριλαμβάνονται ρήτρες που να ορίζουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός από την εκκαθάριση του ΙΕΣΠ, η οφειλή καθίσταται απαιτητή πριν καταστεί ληξιπρόθεσμη, και

(v) η δανειακή σύμβαση μπορεί να τροποποιηθεί μόνον αφού ο Έφορος δηλώσει ότι δεν αντιτίθεται στην τροποποίηση της.

(5) Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ΙΕΣΠ προς τον Έφορο και μετά τη συγκατάθεση του, το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μπορεί επίσης να αποτελείται από-

(α) Στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιείται η μέθοδος Zillmer, ή στην περίπτωση που χρησιμοποιείται μεν, αλλά δεν φτάνει την επιβάρυνση προσκτήσεως που περιλαμβάνεται μέσα στο ασφάλιστρο, τη διαφορά μεταξύ του μαθηματικού αποθεματικού που δεν έχει υπολογισθεί με τη μέθοδο Zillmer ή έχει μερικώς υπολογισθεί με τη μέθοδο αυτή, και ενός μαθηματικού αποθεματικού που έχει υπολογισθεί κατά τη μέθοδο Zillmer με συντελεστή ίσο προς την επιβάρυνση προσκτήσεως η οποία περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο.

(β) τα καθαρά λανθάνοντα αποθεματικά που προκύπτουν από την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού, στο μέτρο που τα καθαρά αυτά λανθάνοντα αποθεματικά δεν είναι εξαιρετικού χαρακτήρα.

(γ) από το ήμισυ του μη καταβληθέντος μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, εφόσον το καταβληθέν τμήμα ισούται με το 25 % του μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, μέχρι ποσοστού 50 % του διαθέσιμου ή του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας, ανάλογα με το ποιο είναι μικρότερο. Το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο (α) δεν υπερβαίνει το 3,5 % του αθροίσματος των διαφορών μεταξύ των σχετικών κεφαλαίων των δραστηριοτήτων του κλάδου ζωής και των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών και των μαθηματικών αποθεματικών για το σύνολο των ασφαλιστηρίων συμβολαίων στα οποία είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου Zillmer. Η διαφορά αυτή μειώνεται κατά το ποσό των μη αποσβεσθέντων εξόδων προσκτήσεως που έχουν εγγραφεί στο ενεργητικό.

Απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας

30. Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας καθορίζεται, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31, σύμφωνα με τις αναληφθείσες από το ΙΕΣΠ υποχρεώσεις.

Υπολογισμός απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας

31.-(1) Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο προς το άθροισμα των ακόλουθων δύο αποτελεσμάτων:

(α) Πρώτο αποτέλεσμα:

Το 4% των μαθηματικών αποθεματικών, τα οποία αφορούν τις εργασίες πρωτασφαλίσεως και τις αποδοχές αντασφαλίσεως άνευ αφαιρέσεως των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων, πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμητικό λόγο, ο οποίος δεν είναι μικρότερος του 85 %, για την τελευταία εταιρική χρήση, των συνολικών μαθηματικών αποθεματικών μετά την αφαίρεση των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων, προς το μαθηματικό ποσό των ακαθάριστων αποθεματικών.

(β) δεύτερο αποτέλεσμα:

για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια τα κεφάλαια κινδύνου των οποίων δεν είναι αρνητικά, το 0,3 % των κεφαλαίων που έχουν αναληφθεί από το ΙΕΣΠ πολλαπλασιάζεται επί τον λόγο, ο οποίος δεν είναι μικρότερος του 50 %, για την τελευταία εταιρική χρήση, του συνολικού κεφαλαίου κινδύνου που παραμένει εις βάρος του ΙΕΣΠ μετά τις αντασφαλιστικές εκχωρήσεις και αντεκχωρήσεις, προς το συνολικό κεφάλαιο αντασφάλισης ακαθάριστου κινδύνου χωρίς την αφαίρεση της αντασφάλισης. Για τις πρόσκαιρες ασφαλίσεις θανάτου ανώτατης διάρκειας τριών ετών, ο λόγος αυτός είναι 0,1 %. Για τις ασφαλίσεις διάρκειας μεγαλύτερης των τριών και μικρότερης των πέντε ετών, ο λόγος αυτός είναι 0,15 %.

(2) Για τις εργασίες κεφαλαιοποιήσεως που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το 4 % των μαθηματικών αποθεματικών που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1).

(3) Για τις εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο i) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το 1 % των στοιχείων ενεργητικού τους.

(4) Για τις ασφαλίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημεία i) και ii) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ και για τις εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημεία iii) έως v) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το άθροισμα των εξής:

(α) εφόσον το ΙΕΣΠ αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο, ποσοστό 4% των τεχνικών αποθεματικών, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1)·

(β) εφόσον το ΙΕΣΠ δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο αλλά το ποσό που προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών, ποσοστό 1% των τεχνικών αποθεματικών, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1)·

(γ) εφόσον το ΙΕΣΠ δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο και το ποσό που προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης δεν καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών, ποσό ισοδύναμο προς το 25% των καθαρών διοικητικών εξόδων της τελευταίας εταιρικής χρήσης που αφορούν τις εν λόγω ασφαλίσεις και εργασίες·

(δ) εφόσον το ΙΕΣΠ καλύπτει τον κίνδυνο θανάτου, ποσοστό 0,3% των κεφαλαίων κινδύνου, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1).

Επενδυτικοί κανόνες

32.-(1) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ επενδύουν σύμφωνα με τον κανόνα της «συνετής διαχείρισης» και ιδιαίτερα σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

(α) Τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων συνολικά. Σε περίπτωση πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, το ΙΕΣΠ ή ο φορέας που διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιό του, εξασφαλίζει ότι η επένδυση γίνεται αποκλειστικά προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων·

(β) στο πλαίσιο του κανόνα της «συνετής διαχείρισης» επιτρέπεται στα ΙΕΣΠ να λαμβάνουν υπόψη τον δυνητικό μακροπρόθεσμο αντίκτυπο των επενδυτικών αποφάσεων τους σε παράγοντες σχετικούς με το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση·

(γ) τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται κατά τρόπο που να διασφαλίζει την ασφάλεια, ποιότητα, ρευστότητα και κερδοφορία του χαρτοφυλακίου στο σύνολό του·

(δ) το ενεργητικό επενδύεται πρωτίστως σε ρυθμιζόμενες αγορές. Το τμήμα που επενδύεται σε στοιχεία μη εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες χρηματοοικονομικές αγορές πρέπει οπωσδήποτε να παραμένει σε συνετά επίπεδα·

(ε) επένδυση σε παράγωγα μέσα είναι δυνατή, όταν αυτά τα μέσα συμβάλλουν στη μείωση των επενδυτικών κινδύνων ή διευκολύνουν την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου·

(στ) η αποτίμηση των παραγώγων πρέπει να γίνεται με σύνεση, λαμβάνοντας υπόψη την υποκείμενη αξία του τίτλου, και αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται στην αποτίμηση του ενεργητικού του ΙΕΣΠ·

(ζ) τα ΙΕΣΠ αποφεύγουν επίσης την υπερβολική έκθεση στους κινδύνους του ενός και μοναδικού αντισυμβαλλομένου, καθώς και άλλων πράξεων με αντικείμενο παράγωγα μέσα·

(η) τα στοιχεία του ενεργητικού είναι προσηκόντως διαφοροποιημένα, ώστε να αποφεύγεται η υπέρμετρη εξάρτηση από κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο ενεργητικού ή εκδότη ή όμιλο επιχειρήσεων, αλλά και η συσσώρευση κινδύνων στο χαρτοφυλάκιο συνολικά·

(θ) οι επενδύσεις σε στοιχεία εκδοθέντα από τον αυτόν εκδότη ή από εκδότες ανήκοντες στον ίδιο όμιλο δεν πρέπει να εκθέτουν το ΙΕΣΠ σε υπέρμετρη συγκέντρωση κινδύνων·

(ι) η επένδυση στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το 5 % του συνόλου του χαρτοφυλακίου και όταν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ανήκει σε όμιλο, η επένδυση στις επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει συνολικά το 10 % του χαρτοφυλακίου·

(ια) Τηρουμένης της παραγράφου (ι), εάν το ΙΕΣΠ χρηματοδοτείται από περισσότερες της μιας επιχειρήσεις, η επένδυση στις επιχειρήσεις αυτές γίνεται με σύνεση, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για προσήκουσα διαφοροποίηση των στοιχείων του ενεργητικού·

(ιβ) οι απαιτήσεις των στοιχείων (η) έως (ια) δεν εφαρμόζονται στην επένδυση σε κρατικά ομόλογα κρατών μελών ή τρίτων κρατών των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα είναι τουλάχιστον η ίδια με αυτήν της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, όταν αυτό δικαιολογείται για σκοπούς συνετής διαχείρισης, ο Έφορος μπορεί, με Οδηγία, να επιβάλλει αυστηρότερες απαιτήσεις.

(2) Λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των υπό εποπτεία ΙΕΣΠ, ο Έφορος ελέγχει την επάρκεια των διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εφαρμόζουν τα ΙΕΣΠ αυτά, αξιολογεί τη χρησιμοποίηση αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στο πλαίσιο των επενδυτικών πολιτικών τους και, όπου αρμόζει, ενθαρρύνει την άμβλυνση του αντίκτυπου των αναφορών αυτών, προκειμένου να μειωθεί η αποκλειστική και μηχανιστική στήριξη σε τέτοιες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

(3) Τα ΙΕΣΠ απαγορεύεται να δανείζονται ή να ενεργούν ως εγγυητές υπέρ τρίτων. Ωστόσο, αυτά μπορούν να προβαίνουν σε κάποιες δανειοληπτικές πράξεις μόνο για λόγους ρευστότητας και σε προσωρινή βάση.

(4) Με εξαίρεση τις εξασφαλίσεις για δανειοληπτικές πράξεις που διενεργούνται σύμφωνα με το εδάφιο (3), οι επενδύσεις του ΙΕΣΠ τηρούνται ελεύθερες κάθε υποθήκης, επιβάρυνσης, δέσμευσης ή δικαιώματος επισχέσεως.

(5) Τα ΙΕΣΠ δεν μπορεί να υποχρεωθούν να επενδύουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού.

(6) Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, οι επενδυτικές αποφάσεις ενός ΙΕΣΠ, ή οι αποφάσεις των υπεύθυνων για τις επενδύσεις, δεν εξαρτώνται από καμία απαίτηση για προηγούμενη έγκριση ή συστηματική ενημέρωση.

(7) Τηρουμένων των εδαφίων (1) έως (5), Οδηγία θα προβλέψει για αναλυτικότερες ρυθμίσεις, όπως ποσοτικούς κανόνες, αρκεί να δικαιολογούνται από άποψη συνετής διαχείρισης, ώστε να ανταποκρίνονται στο πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζονται τα ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι τα ΙΕΣΠ δεν εμποδίζονται-

(α) Να επενδύουν μέχρι 70 % του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά ή του συνολικού χαρτοφυλακίου για σχέδια στα οποία τα μέλη φέρουν τον κίνδυνο επενδύσεων, σε μετοχές, διαπραγματεύσιμα χρεόγραφα εξομοιούμενα προς μετοχές και σε εταιρικά ομόλογα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές, ή μέσω ΠΜΔ ή ΜΟΔ, καθώς και να αποφασίζουν για το μερίδιο των εν λόγω χρεογράφων στο επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο:

Νοείται περαιτέρω ότι, όταν αυτό δικαιολογείται από πλευράς διαχείρισης, ο Έφορος μπορεί, με Οδηγία, να επιβάλλει χαμηλότερο όριο, όχι, όμως, χαμηλότερο του 35 %, στα ΙΕΣΠ που διαχειρίζονται συνταξιοδοτικά σχέδια με μακροπρόθεσμη εγγύηση επιτοκίου, φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο και παρέχουν τα ίδια την εγγύηση.

(β) να επενδύουν μέχρι 30 % του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά σε στοιχεία ενεργητικού εκπεφρασμένα σε νομίσματα διαφορετικά από εκείνα στα οποία είναι εκπεφρασμένες οι υποχρεώσεις τους·

(γ) να επενδύουν σε μέσα τα οποία έχουν μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα και δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ ή ΜΟΔ·

(δ) να επενδύουν σε μέσα που εκδίδει ή εγγυάται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων, των Ευρωπαϊκών Μακροπρόθεσμων Επενδυτικών Κεφαλαίων, των Ευρωπαϊκών Ταμείων Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και των Ευρωπαϊκών Εταιρειών Επιχειρηματικού Κεφαλαίου.

(8) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (6), ο Έφορος έχει το δικαίωμα να απαιτεί την εφαρμογή στα ΙΕΣΠ αυστηρότερων επενδυτικών κανόνων σε ατομική βάση, αρκεί να δικαιολογούνται από πλευράς συνετής διαχείρισης, ιδίως ενόψει των υποχρεώσεων τις οποίες έχει αναλάβει το ΙΕΣΠ.

(9) Όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος υποδοχής ΙΕΣΠ που ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα βάσει των άρθρων 23 και 24, ο Έφορος δεν θεσπίζει επενδυτικούς κανόνες επιπλέον εκείνων που προβλέπονται στα εδάφια (1) έως (6) για το μέρος των στοιχείων ενεργητικού που καλύπτουν τεχνικά αποθεματικά για διασυνοριακή δραστηριότητα.

(10) Η χορήγηση δανείων από ΙΕΣΠ σε μέλη του επιτρέπεται σε περίπτωση-

(α) Ταμείου προνοίας μόνο για τους σκοπούς και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με κανονισμούς, νοουμένου ότι οι κανόνες λειτουργίας του προβλέπουν για τη χορήγηση τέτοιων δανείων· και

(β) ταμείου συντάξεων μόνο για τους σκοπούς και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με τους οικείους κανόνες, νοουμένου ότι οι κανόνες λειτουργίας του προβλέπουν για τη χορήγηση τέτοιων δανείων.