ΜΕΡΟΣ XVIII ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Δικαίωμα μεταφοράς συνταξιοδοτικών Δικαιωμάτων

74.-(1) Τηρουμένης της επιφύλαξης της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 19, μέλος ΙΕΣΠ, του οποίου η απασχόληση με την χρηματοδοτούσα επιχείρηση τερματίζεται πριν το μέλος συμπληρώσει την ηλικία που ορίζεται από τους κανόνες λειτουργίας του εν λόγω ΙΕΣΠ, μπορεί, κατόπιν γραπτής αίτησης του στην οικεία διαχειριστική επιτροπή, να ζητήσει από αυτή να μεταφέρει την αξία των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του σε άλλο ΙΕΣΠ, το οποίο χρηματοδοτείται από το νέο εργοδότη του μέλους:

Νοείται ότι, η διαχειριστική επιτροπή ΙΕΣΠ του οποίου οι κανόνες λειτουργίας δεν επιτρέπουν τη λήψη των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων πριν το μέλος συμπληρώσει την οριζόμενη από τους κανόνες λειτουργίας του εν λόγω ΙΕΣΠ ηλικία, δικαιούται, με αιτιολογημένη απόφαση της, να μην επιτρέψει τη μεταφορά, αλλά μόνο προσωρινά, εφόσον συντρέχουν λόγοι προστασίας των συμφερόντων του συνόλου των μελών του ΙΕΣΠ:

Νοείται περαιτέρω ότι η επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου 75 του παρόντος Νόμου εφαρμόζεται και στο παρόν εδάφιο, τηρουμένων των αναλογιών.

(2)(α) Σε περίπτωση που μια χρηματοδοτούσα επιχείρηση χρηματοδοτεί περισσότερα του ενός ΙΕΣΠ παρέχοντας δικαίωμα στους εργαζόμενους της να επιλέξουν το ΙΕΣΠ στο οποίο αρχικά να ενταχθούν, οι κανόνες λειτουργίας των εν λόγω ΙΕΣΠ επιτρέπουν στα μέλη τους την μετακίνηση τους από ένα τέτοιο ΙΕΣΠ σε άλλο και κάθε μέλος που ασκεί το δικαίωμα μετακίνησης δικαιούται να μεταφέρει τα σωρευμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα του στο ΙΕΣΠ στο οποίο μετακινείται.

(β) Η μετακίνηση και η μεταφορά σύμφωνα με την παράγραφο (α) γίνεται κατόπιν γραπτής αίτησης του μέλους στη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ από το οποίο το μέλος μετακινείται.

(3) Το ΙΕΣΠ στο οποίο χρηματοδοτούσα επιχείρηση είναι ο νέος εργοδότης του μέλους δεν αρνείται την κατά το εδάφιο (1) μεταφορά, εφόσον το μέλος πληροί τους όρους υπαγωγής στο εν λόγω ΙΕΣΠ, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του και οι κανόνες αυτοί προβλέπουν για την αποδοχή τέτοιων μεταφορών.

(4) Οι κανόνες λειτουργίας ενός ΙΕΣΠ μπορεί να προβλέπουν για υποχρεωτική μεταφορά της αξίας των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων μελών του σε άλλο ΙΕΣΠ, όταν αυτά μετακινούνται σε εργοδότη που είναι χρηματοδοτούσα επιχείρηση του άλλου ΙΕΣΠ, νοουμένου ότι οι κανόνες λειτουργίας αυτού του ΙΕΣΠ περιέχουν ανάλογη ρύθμιση.

(5) Ο Έφορος θα καθορίσει με Οδηγία τη μέθοδο εκτίμησης της αξίας των κατά το παρόν άρθρο μεταφερόμενων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, καθώς και τους όρους και τη διαδικασία της μεταφοράς.

Μεταφορά συνταξιοδοτικού σχεδίου

75.-(1) Εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ επιτρέπεται να μεταφέρει σε άλλο ΙΕΣΠ, πλήρως ή εν μέρει, το παθητικό και τα τεχνικά αποθεματικά συνταξιοδοτικού σχεδίου που διαχειρίζεται, και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού ή ισοδύναμο χρηματικό ποσό:

Νοείται ότι η μεταφορά συνταξιοδοτικού σχεδίου από εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ σε άλλο οργανισμό ο οποίος παρέχει επίσημα αναγνωρισμένα σχέδια επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, περιλαμβανομένων σχεδίων ασφαλιστικών επιχειρήσεων που έχουν λάβει άδεια για άσκηση ασφαλιστικών εργασιών Κλάδου VII, επιτρέπεται υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε Οδηγία του Εφόρου και στην οποία καθορίζονται οι επιμέρους όροι και προϋποθέσεις της μεταφοράς καθώς και ρυθμίσεις για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των επηρεαζόμενων μελών, επί ίσοις όροις.

(2) Όταν το μεταφέρον ΙΕΣΠ διαχειρίζεται περισσότερα του ενός συνταξιοδοτικά σχέδια, το κόστος της μεταφοράς δεν το επωμίζονται τα υπόλοιπα μέλη και οι υπόλοιποι δικαιούχοι του μεταφέροντος ΙΕΣΠ, ούτε τα μέλη και οι δικαιούχοι του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(3) Η μεταφορά υπόκειται σε προηγούμενη έγγραφη δήλωση συγκατάθεσης-

(α) Από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των επηρεαζόμενων μελών και δικαιούχων, εάν υπάρχουν δικαιούχοι ή, κατά περίπτωση, από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των εκπροσώπων τους. Οι πληροφορίες σχετικά με τους όρους και το ποσό της μεταφοράς, ως σύνολο και ατομικά, τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μελών και δικαιούχων έγκαιρα από το μεταφέρον ΙΕΣΠ πριν την υποβολή της αίτησης που αναφέρεται στο εδάφιο (5), και

(β) από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση, κατά περίπτωση:

Νοείται ότι οι κανόνες λειτουργίας ΙΕΣΠ μπορούν να καθορίσουν υψηλότερη πλειοψηφία από αυτήν που καθορίζεται στην παράγραφο (α).

(4) Η κατά το εδάφιο (1) μεταφορά, υπόκειται στην έγκριση του Εφόρου, στον οποίο το μεταφέρον ΙΕΣΠ υποβάλλει την αίτηση έγκρισης της μεταφοράς.

(5) Η αίτηση για την έγκριση της μεταφοράς που αναφέρεται στο εδάφιο (4) περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Την έγγραφη συμφωνία μεταξύ του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, στην οποία περιγράφονται οι όροι της μεταφοράς.

(β) περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(γ) περιγραφή των προς μεταφορά στοιχείων παθητικού ή τεχνικών αποθεματικών, και άλλων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, καθώς και αντίστοιχων στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμου χρηματικού ποσού.

(δ) τις επωνυμίες και τους τόπους των εδρών του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(ε) την επωνυμία και τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.

(στ) αποδεικτικά στοιχεία της προηγούμενης έγκρισης σύμφωνα με το εδάφιο (3).

(6) Ο Έφορος εξετάζει την αίτηση μεταφοράς και γνωστοποιεί την απόφασή του στο μεταφέρον και στο παραλαμβάνον ΙΕΣΠ το αργότερο εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.

(7) Ο Έφορος μπορεί να αρνηθεί την έγκριση μεταφοράς μόνο εάν, κατά την κρίση του, η μεταφορά ενδεχομένως να βλάψει τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του μεταφέροντος ή του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(8) Ο Έφορος θα καθορίσει με Οδηγία τη μέθοδο εκτίμησης της αξίας του παθητικού και τεχνικών αποθεματικών, που μεταφέρονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, καθώς και τον τρόπο και τη διαδικασία της μεταφοράς τους.

Απαγόρευση εκχώρησης παροχής

76.-(1) Τηρουμένου του εδαφίου (3), κάθε εκχώρηση ή επιβάρυνση παροχής από ΙΕΣΠ, καθώς και κάθε συμφωνία για εκχώρηση ή επιβάρυνσή της, είναι άκυρη και σε περίπτωση πτώχευσης προσώπου το οποίο δικαιούται παροχή, αυτή δεν περιέρχεται στον σύνδικο της πτώχευσης ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο ενεργεί για λογαριασμό των πιστωτών του προσώπου που πτώχευσε.

(2) Τηρουμένου του εδαφίου (3), η παροχή από ΙΕΣΠ δεν υπόκειται σε κατάσχεση με βάση τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που μέλος συνάπτει δάνειο με το ΙΕΣΠ του οποίου είναι μέλος ή όταν η κατάσχεση γίνεται για ικανοποίηση διατάγματος αρμοδίου Δικαστηρίου για τη διατροφή συζύγου ή πρώην συζύγου ή τέκνου του μέλους.

Παραγραφή αξιώσεων μελών Ταμείου Προνοίας

77. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 19, Κανονισμοί καθορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες παραγράφεται η αξίωση μέλους Ταμείου Προνοίας ή των δικαιούχων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, προς λήψη του εις πίστη του μέλους ποσού παροχής, ως και τον τρόπο διάθεσης του ποσού το οποίο, ελλείψει του παρόντος άρθρου, θα καταβαλλόταν στο μέλος ή στους εν λόγω δικαιούχους.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών

78.-(1) Με την επιφύλαξη του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κάθε διαφορά εγειρόμενη συνεπεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μεταξύ μέλους ή δικαιούχου και ΙΕΣΠ, υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.

(2) Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών κέκτηται δικαιοδοσία όπως επιλαμβάνεται οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ μέλους ή δικαιούχου και ΙΕΣΠ, ανεξάρτητα από το αν τα γεγονότα ή οι περιστάσεις της διαφοράς συνιστούν αδίκημα δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου.

Συμβούλιο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών

79.-(1) Καθιδρύεται Συμβούλιο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, στο εξής καλούμενο το “Συμβούλιο”, και απαρτιζόμενο από-

(α) Τον Έφορο ως Πρόεδρο,

(β) τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ή εκπρόσωπό του,

(γ) δύο (2) εκπροσώπους των εργοδοτικών οργανώσεων, και

(δ) τρεις (3) εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

(2) Το Συμβούλιο μελετά κάθε ζήτημα που αφορά :

(α) Την εφαρμογή ή τροποποίηση του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών και την πολιτική στο πεδίο των Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών και υποβάλλει σχετικές συστάσεις στον Υπουργό, και

(β) την έκδοση Οδηγιών.

(3) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο συζητά θέμα το οποίο επηρεάζει σημαντικό αριθμό προσώπων, τα οποία-

(α) Είναι μέλη ΙΕΣΠ που δεν εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο με εκπρόσωπο της συνδικαλιστικής οργάνωσής τους, ή

(β) συνιστούν χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις και είναι μέλη εργοδοτικών οργανώσεων, που δεν εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο από εκπρόσωπο της οργάνωσής τους,

το Συμβούλιο οφείλει να καλέσει σε συνεδρία του τους εκπροσώπους των εν λόγω προσώπων και να τους ακούσει επί του θέματος.

(4) Τα μέλη του Συμβουλίου που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (1) διορίζονται από τον Υπουργό για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, δύνανται, όμως, να επαναδιοριστούν μετά τη λήξη της θητείας τους:

Νοείται ότι ο Υπουργός δύναται να ανακαλέσει για εύλογη αιτία οποτεδήποτε το διορισμό οποιουδήποτε από τα προαναφερόμενα μέλη του Συμβουλίου.

(5) Το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του, περιλαμβανομένης της δυνατότητας σύστασης τεχνικών επιτροπών.

(6) Το Συμβούλιο δύναται να λαμβάνει αποφάσεις, έστω και αν χηρεύει οποιαδήποτε θέση των μελών του.

Διάλυση και εκκαθάριση ΙΕΣΠ

80.-(1) Κανένα εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ δεν διαλύεται, έστω και αν παύσει να δέχεται νέα μέλη και χρηματοδότηση από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση και τα μέλη του, εκτός αν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση τερματίσει οριστικά τη λειτουργία της ή συνεχίζει να λειτουργεί για σκοπούς εκκαθάρισης βάσει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, προκειμένου περί εταιρείας ή έχει διοριστεί σύνδικος πτώχευσης βάσει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, προκειμένου περί φυσικού προσώπου.

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται σε οποιεσδήποτε αιτήσεις διάλυσης οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι τις 15/1/2020 στον Έφορο Ταμείων Προνοίας.

(2) Κάθε ΙΕΣΠ που τερματίζει τη λειτουργία του κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17, τελεί, τηρουμένου του εδαφίου (4) του εν λόγω άρθρου, αυτοδικαίως υπό εκκαθάριση και μέχρι την αποπεράτωση και για τις ανάγκες της εκκαθάρισης λογίζεται υφιστάμενο.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), Ταμείο Συντάξεων, του οποίου η λειτουργία τερματίζεται, διαλύεται μόνο με την έγκριση του Εφόρου και νοουμένου ότι ο Έφορος κρίνει ότι η διάλυση είναι προς το γενικό συμφέρον των μελών και των δικαιούχων.

(4) Η εκκαθάριση, εφ’ όσον οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ δεν ορίζουν διαφορετικά, γίνεται από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ και σε περίπτωση που δεν υπάρχει διαχειριστική επιτροπή, ο εκκαθαριστής διορίζεται από τον Έφορο.

(5) Ο εκκαθαριστής υπέχει θέση διαχειριστή του ΙΕΣΠ, η δε εξουσία του περιορίζεται στις ανάγκες της εκκαθάρισης.

(6) Ο εκκαθαριστής ευθύνεται σε αποζημίωση για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών του.

(7) Η προτεραιότητα κατά την οποία το ενεργητικό του ΙΕΣΠ διατίθεται για την ικανοποίηση των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων του και τα άλλα συναφή ζητήματα ρυθμίζονται με Κανονισμούς.

(8) ΙΕΣΠ τίθεται υποχρεωτικά υπό εκκαθάριση, αν διαπιστωθεί ότι είναι ανίκανο να πληρώσει τα χρέη του κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 212 του περί Εταιρειών Νόμου ή αρνείται να υποβάλει αίτηση εγγραφής παρά την προειδοποίηση του Εφόρου, όπως προβλέπει η επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου17.

(9) Ο τερματισμός της εισδοχής νέων μελών και της χρηματοδότησης του ΙΕΣΠ ή η διάλυση του κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, γνωστοποιείται γραπτώς από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ στον Έφορο, μαζί με λεπτομέρειες της σχετικής απόφασης, εντός 15 ημερών από τη λήψη της απόφασης αυτής.

Προτεραιότητα εισφορών σε περίπτωση πτώχευσης ή διάλυσης

81. Μεταξύ των χρεών τα οποία-

(α) Βάσει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, κατά τη διανομή της περιουσίας ή των στοιχείων ενεργητικού πτωχεύσαντος προσώπου, εξοφλούνται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών χρεών, ή

(β) βάσει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, σε περίπτωση εκκαθάρισης εταιρείας εξοφλούνται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών χρεών, περιλαμβάνονται τα ποσά τα οποία οφείλονται από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή τον αυτοτελώς εργαζόμενο, ανάλογα με την περίπτωση, αναφορικά προς οποιαδήποτε εισφορά ή υποχρέωση προς εισφορά σε IΕΣΠ, η οποία προέκυψε προ των ακολούθων ημερομηνιών:

(i) Στην περίπτωση της παραγράφου (α), πριν την έκδοση της απόφασης για διορισμό συνδίκου πτώχευσης, και

(ii) στην περίπτωση της παραγράφου (β), πριν την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η εκκαθάριση της εταιρείας.