183.-(1) Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου καταδικάζεται κάποιος για ποινικό αδίκημα δυνάμει του άρθρου 182, δύναται, αντί οποιασδήποτε άλλης ποινής, να εκδώσει διάταγμα (στο εξής θα αναφέρεται στο άρθρο αυτό ως “διάταγμα διατροφής”) που επιβάλλει υποχρέωση στον καταδικασθέντα για διατροφή του γονέα του το διάταγμα διατροφής δύναται να περιλαμβάνει πρόνοια ότι ο καταδικασθείς οφείλει να καταβάλλει στο γονέα, ή σε υπάλληλο του Δικαστηρίου ή σε άλλο πρόσωπο για χρήση του γονέα τέτοιο εβδομαδιαίο ποσό, που να μην υπερβαίνει τις τρεις λίρες, το οποίο το Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογο, λαμβανομένων υπόψη των πόρων του καταδικασθέντος.
(2) Το Δικαστήριο δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να τροποποιεί, μεταβάλλει, αναστέλλει ή να ακυρώνει το διάταγμα διατροφής, με την αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου, να προβαίνει κάθε φορά στη μείωση ή την αύξηση ή του ποσού που πρέπει να καταβάλλεται κάθε εβδομάδα, αλλά ούτως ώστε σε κάθε περίπτωση, να μην υπερβαίνει αυτό τις τρεις λίρες.
(3) Αν κάποιο πρόσωπο χωρίς βάσιμη αιτία, παραλείψει να συμμορφωθεί σε πρόνοια διατάγματος διατροφής με εβδομαδιαίες πληρωμές, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την είσπραξη των καθυστερημένων πληρωμών σύμφωνα και τηρουμένων των περί εισπράξεως προστίμου διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή οποιουδήποτε νόμου που τροποποιεί ή τον αντικαθιστά περιλαμβανομένης και της εξουσίας για φυλάκιση του υπαίτιου, αντί της έκδοσης εντάλματος εκτέλεσης νοείται ότι δεν δύναται να εκδοθεί διάταγμα για την είσπραξη καθυστερημένων πληρωμών οι οποίες έπρεπε να καταβληθούν πριν από έξι μήνες προηγουμένως από την έκδοση του διατάγματος.
(4) Εκτός εάν το Δικαστήριο ορίσει διαφορετικά, το ένταλμα εκτέλεσης ή φυλάκισης που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου αυτού, καθόλου δεν επηρεάζει την ισχύ και το αποτέλεσμα του διατάγματος διατροφής.