63Β.—(1) Όποιος, έχοντας γνώση των παράνομων σκοπών ή των δραστηριοτήτων εγκληματικής οργάνωσης—
(α) Συμμετέχει με οποιαδήποτε ενέργεια του σε οποιαδήποτε παράνομη πράξη εγκληματικής οργάνωσης· ή
(β) συμμετέχει με οποιαδήποτε ενέργεια του σε οποιαδήποτε πράξη εγκληματικής οργάνωσης, η οποία θα έπρεπε λογικώς να γνωρίζει ότι συνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος,
είναι ένοχος κακουργήματος που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δέκα χρόνια ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Το δικαστήριο δύναται να εκδικάζει αδικήματα που προβλέπονται από το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εγκληματική οργάνωση ευρίσκεται ή δραστηριοποιείται εν όλων ή εν μέρει εκτός της Δημοκρατίας.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου», ο όρος 'εγκληματική οργάνωση' σημαίνει διαρθρωμένη ομάδα τριών ή περισσότερων προσώπων η οποία έχει συσταθεί και λειτουργεί με σκοπό την τέλεση ποινικών αδικημάτων που τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστο τριών ετών.