153.—(1) Εάν οι ασφαλιστικές εργασίες μιας ασφαλιστικής επιχείρησης ή μέρος των εργασιών αυτών μεταβιβαστούν σε άλλη ασφαλιστική επιχείρηση υποκείμενη στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και συμφωνηθεί ότι η πρώτη μνησθείσα ασφαλιστική επιχείρηση (εφεξής στο άρθρο αυτό καλουμένη «εξηρτημένη ασφαλιστική επιχείρηση».), ή οι πιστωτές της θα έχουν απαιτήσεις κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης, προς την οποία έγινε η μεταβίβαση (εφεξής στο άρθρο αυτό καλουμένη η «ιθύνουσα ασφαλιστική επιχείρηση»), τότε, σε περίπτωση διάλυσης και εκκαθάρισης της ιθύνουσας ασφαλιστικής επιχείρησης από το Δικαστήριο ή υπό την εποπτεία του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα διάλυσης και εκκαθάρισης της εξηρτημένης, από κοινού με τη ιθύνουσα ασφαλιστική επιχείρηση, ως εάν επρόκειτο περί μίας και μόνον ασφαλιστικής επιχείρησης.
(2) Το Δικαστήριο δύναται να διορίσει τον ίδιο εκκαθαριστή, για την εκκαθάριση τόσο της ιθύνουσας όσο και της εξηρτημένης ασφαλιστικής επιχείρησης.
(3) Εκτός εάν το Δικαστήριο διατάξει άλλως πως, η έναρξη της διαλύσεως της ιθύνουσας ασφαλιστικής επιχείρησης συνιστά και την έναρξη της διαλύσεως και της εξηρτημένης.
(4) Κατά τη ρύθμιση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων μεταξύ των μελών των διάφορων επιχειρήσεων, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το καταστατικό των επιχειρήσεων αυτών και τις μεταξύ τους συμφωνίες κατά τον αυτό ή ανάλογο υπό τις περιστάσεις τρόπο, όπως το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις διάφορων κατηγοριών εισφορέων, στην περίπτωση διαλύσεως μίας και μόνης ασφαλιστικής επιχείρησης.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία μία ασφαλιστική επιχείρηση φερόμενη ως εξηρτημένη άλλης, δε διαλύεται συγχρόνως με την ιθύνουσα αυτή επιχείρηση και ενίσταται στη διάλυσή της, το Δικαστήριο εκδικάζει την ένσταση και διατάσσει τη διάλυσή της μόνο εφόσον κρίνει ότι πράγματι η ασφαλιστική αυτή επιχείρηση είναι εξηρτημένη της υπό διάλυση ιθύνουσας επιχείρησης και ότι η διάλυση αυτής από κοινού με την ιθύνουσα ασφαλιστική επιχείρηση είναι ορθό και δίκαιο μέτρο.
(6) Αίτηση διαλύσεως εξηρτημένης ασφαλιστικής επιχείρησης από κοινού με την ιθύνουσα ασφαλιστική επιχείρηση δύναται να υποβληθεί από κάθε πιστωτή ή άλλο πρόσωπο που έχει οποιοδήποτε συμφέρον στην ιθύνουσα ή την εξηρτημένη ασφαλιστική επιχείρηση.
(7) Σε περίπτωση κατά την οποία μία ασφαλιστική επιχείρηση είναι ιθύνουσα άλλης ασφαλιστικής επιχείρησης και συγχρόνως εξηρτημένη άλλης, ή σε περίπτωση κατά την οποία περισσότερες της μίας ασφαλιστικές επιχειρήσεις είναι εξηρτημένες της ίδιας· ιθύνουσας ασφαλιστικής επιχείρησης, το Δικαστήριο δύναται να επιληφθεί σύμφωνα με τις καθοριζόμενες στο άρθρο αυτό αρχές, του συνόλου των επιχειρήσεων αυτών ή κατά χωριστές ομάδες.