49.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 41 του παρόντος Νόμου, όπου αυτές εφαρμόζονται, ο Έφορος δύναται, αντί να προβεί σε εξ ολοκλήρου ανάκληση της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών, να ανακαλέσει μερικώς την άδεια ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών σε έναν ή περισσότερους ασφαλιστικούς κλάδους που της έχει χορηγηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και να περιορίσει την ισχύ της άδειας για τους λοιπούς.
(2) Στην περίπτωση αυτή η κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία ή η αλλοδαπή ασφαλιστική επιχείρηση οφείλει, αναλόγως της περιπτώσεως—
(α) Να μη συνομολογεί νέες ασφαλιστικές συμβάσεις που καλύπτουν κινδύνους, που εμπίπτουν στον κλάδο για τον οποίο ανακλήθηκε η άδεια·
(β) να μην τροποποιεί οποιεσδήποτε ασφαλιστικές συμβάσεις, που αφορούν τον Κλάδο Γενικής Φύσεως και τελούν σε ισχύ κατά το χρόνο ανακλήσεως της άδειας για τον Κλάδο αυτό, έτσι ώστε να αυξάνονται οι υποχρεώσεις της·
(γ) να μην τροποποιεί, με οποιοδήποτε τρόπο, ασφαλιστικές συμβάσεις, που αφορούν τον Κλάδο Ζωής και τελούν σε ισχύ κατά το χρόνο ανακλήσεως της άδειας για τον Κλάδο αυτό, έτσι ώστε να αυξάνονται οι υποχρεώσεις της.
(3) Εφόσον ο Έφορος αποφασίσει τη μερική ανάκληση και περιορισμό της ισχύος της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών, προβαίνει σε τροποποίηση της άδειας που αρχικά χορηγήθηκε και εκδίδει νέο έντυπο άδειας, κατά τον καθορισμένο τύπο.
(4) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου που αφορούν στην ανάκληση της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών, άρθρα 41 έως 47, εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση μερικής ανακλήσεως και περιορισμού της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών.