152. (1) Προτού προβεί στην έκδοση της απόφασής του προς ανάκληση της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών εργασιών, ο Έφορος οφείλει να κοινοποιήσει εγγράφως την πρόθεσή του προς τούτο στην ενδιαφερόμενη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, να παραθέσει τους λόγους, που κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο, δικαιολογούν την απόφασή του, και να ενημερώσει την επιχείρηση αναφορικά με δικαίωμά της να ακουστεί διά των εκπροσώπων της, όπως αυτό προβλέπεται στο εδάφιο (4) εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο Έφορος δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις που δικαιολογούνται από λόγους δημοσίου συμφέροντος και ιδιαίτερα για την προστασία των ασφαλισμένων και του κοινού εν γένει, να διατάξει με την κοινοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), την άμεση αναστολή εργασιών της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, μέχρι την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης στο παρόν άρθρο διαδικασίας.
(3) Η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, προς την οποία κοινοποιήθηκε η πρόθεση ανάκλησης άδειας σύμφωνα με το παρόν άρθρο, έχει το δικαίωμα εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από την κοινοποίηση της έγγραφης πρόθεσης ανάκλησης άδειας, να προβεί σε γραπτές, και εφόσον το επιθυμεί και σε προφορικές, παραστάσεις προς τον Έφορο:
(4) Κατά την υποβολή έγγραφων ή προφορικών παραστάσεων, η επιχείρηση έχει το δικαίωμα να εκπροσωπείται αυτοπροσώπως ή μέσω δικηγόρου ή νομικού συμβούλου ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου θεωρεί σκόπιμο να την εκπροσωπήσει.
(5) Ο Έφορος οφείλει να λάβει υπόψη τις παραστάσεις αυτές, πριν προβεί στην έκδοση της τελικής απόφασής του προς ανάκληση ή μη της άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών εργασιών και εκδίδει την τελική του απόφαση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
(6)(α) Ο Έφορος κοινοποιεί την τελική του απόφαση στην επιχείρηση, η οποία πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και σε περίπτωση που αυτή είναι αρνητική, την ενημερώνει για το δικαίωμά της να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή ενώπιον του Γενικού Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 347 του παρόντος Νόμου:
(β) Η απορριπτική απόφαση του Γενικού Διευθυντή επί προσφυγής που ασκείται σύμφωνα με την παράγραφο (α), δύναται να προσβληθεί με προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος: