Φόνος εκ προμελέτης και Ανθρωποκτονία
Φόνος εκ προμελέτης

203.-(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο εκ προμελέτης επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου  με παράνομη πράξη ή παράλειψη, είναι ένοχο του κακουργήματος του φόνου εκ προμελέτης.

(2) Κάθε πρόσωπο που βρίσκεται ένοχο για φόνο εκ προμελέτης θα υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου.

Προμελέτη

204. Προμελέτη είναι η πρόθεση πρόκλησης θανάτου οποιουδήποτε προσώπου η οποία αποδεικνύεται με ευθύ τρόπο ή συμπερασματικά, αδιάφορα αν τέτοιο πρόσωπο είναι εκείνο που εφονεύθη ή όχι, η οποία υπάρχει τόσο πριν από τη διενέργεια της πράξης ή παράλειψης που θα προκαλέσει το θάνατο όσο και κατά το χρόνο τέτοιας διενέργειας.

Ανθρωποκτονία

205.-(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου με παράνομη πράξη ή παράλειψη, είναι ένοχο του κακουργήματος της ανθρωποκτονίας.

(2) Παράνομη παράλειψη είναι εκείνη που συνιστά υπαίτια αμέλεια παράλειψης εκτέλεσης καθήκοντος αν και δεν υφίσταται πρόθεση πρόκλησης θανάτου.

(3) Κάθε πρόσωπο το οποίο διαπράττει το κακούργημα της ανθρωποκτονίας υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου.

Καταργήθηκε

206. (Καταργήθηκε).

Καταργήθηκε

207. (Καταργήθηκε).

Να φονεύει εξαιτίας πρόκλησης

208. Όταν πρόσωπο το οποίο φονεύει παράνομα άλλο κάτω από περιστάσεις οι οποίες με την έλλειψη των διατάξεων του άρθρου αυτού θα συνιστούσαν φόνο εκ προμελέτης, διενεργεί την πράξη η οποία επιφέρει το θάνατο σε βρασμό ψυχικής ορμής που οφείλεται σε ξαφνική πρόκληση, δηλαδή σε άδικη πράξη, ύβρη ή εκνευρισμό τέτοιας φύσης ώστε να αποστερεί το συνετό άνθρωπο της ικανότητας για αυτοέλεγχο και πριν παρασχεθεί ο χρόνος για κατευνασμό της ψυχικής ορμής τέτοιου ανθρώπου, είναι ένοχος μόνο ανθρωποκτονίας.

Παιδοκτονία

209.-(1) Όταν γυναίκα επιφέρει το θάνατο τέκνου της ηλικίας κάτω των δώδεκα μηνών, με εσκεμμένη πράξη ή παράλειψη, αλλά κατά το χρόνο της πράξης ή της παράλειψης η πνευματική της ισορροπία είναι διαταραγμένη λόγω της μη πλήρους ανάρρωσης της, από την επίδραση του τοκετού του τέκνου ή λόγω της επίδρασης που επακολουθεί ο θηλασμός του πιο πάνω τοκετού, είναι ένοχη του κακουργήματος της παιδοκτονίας και δύναται για τέτοιο ποινικό αδίκημα να τύχει μεταχείρισης και να τιμωρηθεί ως αν ήταν ένοχη ανθρωποκτονίας, ανεξάρτητα του ότι οι περιστάσεις ήσαν τέτοιες, ώστε με την έλλειψη του άρθρου αυτού το ποινικό αδίκημα θα υπαγόταν σε φόνο εκ προμελέτης.

(2) Αν κατά τη δίκη γυναίκας για φόνο εκ προμελέτης του τέκνου της ηλικίας κάτω των δώδεκα μηνών, το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ότι αυτή, με εσκεμμένη πράξη ή παράλειψη, επέφερε το θάνατο τέκνου της ηλικίας κάτω των δώδεκα μηνών, αλλά κατά το χρόνο της πράξης ή παράλειψης η πνευματική της ισορροπία ήταν διαταραγμένη λόγω της μη πλήρους ανάρρωσης της από την επίδραση του τοκετού του τέκνου ή λόγω της επίδρασης που επακολούθησε ο θηλασμός από τον πιο πάνω τοκετό, δύναται, ανεξάρτητα του ότι οι περιστάσεις ήταν τέτοιες, ώστε με την έλλειψη των διατάξεων του άρθρου αυτού, αυτό θα ηδύνατο να τη βρει ένοχη του φόνου εκ προμελέτης, να τη βρει ένοχη παιδοκτονίας.

Πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης

210. Όποιος, λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης, ή επικίνδυνης πράξης ή συμπεριφοράς, που δεν ανάγεται σε υπαίτια αμέλεια, χωρίς πρόθεση επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι τεσσάρων χρόνων ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσιες λίρες.

Ορισμός πρόκλησης θανάτου

211. Κάποιο πρόσωπο θεωρείται ότι επέφερε θάνατο άλλου, άνκαι η πράξη του δεν είναι η άμεση ή η μόνη αιτία από την οποία προήλθε ο θάνατος σε οποιοδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) αν προξενήσει σε άλλον σωματική βλάβη η οποία προκαλεί χειρουργική ή άλλη  ιατρική θεραπεία που επιφέρει θάνατο. Σε αυτή την περίπτωση είναι αδιάφορο κατά πόσο η θεραπεία ήταν η κατάλληλη ή εσφαλμένη, αν αυτή εφαρμόστηκε καλή τη πίστει και με τη συνηθισμένη επιστημονική γνώση και δεξιότητα όχι λιγότερο όμως εκείνος που προξένησε τη σωματική βλάβη δεν θεωρείται ότι επέφερε το θάνατο, αν η θεραπεία, η οποία ήταν η άμεση αιτία του θανάτου, δεν εφαρμόστηκε καλή τη πίστει ή εφαρμόστηκε μεν καλή τη πίστει χωρίς όμως με τη συνηθισμένη επιστημονική γνώση ή δεξιότητα

(β) αν προξενήσει σε άλλο σωματική βλάβη, η οποία δεν θα επέφερε το θάνατο αν το πρόσωπο που έχει βλαφτεί υπέβαλλε τον εαυτό του στην κατάλληλη χειρουργική ή άλλη ιατρική θεραπεία ή αν ελάμβανε τις κατάλληλες προφυλάξεις ως προς τον τρόπο διαβίωσης του

(γ) αν με την άσκηση ή με την απειλή βίας αναγκάσει άλλο στη διενέργεια πράξης η οποία επιφέρει το δικό του θάνατο, εφόσον η πράξη ήταν τρόπος ο οποίος, κάτω από τις περιστάσεις, ηδύνατο να θεωρηθεί από τον παρόντα ως φυσικός, για την αποφυγή τέτοιας βίας ή απειλών

(δ) αν με πράξη ή παράλειψη επιτάχυνε το θάνατο προσώπου που πάσχει από ασθένεια ή βλάβη η οποία ανεξάρτητα από τέτοια πράξη ή παράλειψη θα επέφερε θάνατο

(ε) αν η τέτοια πράξη ή παράλειψη δεν θα επέφερε το θάνατο, εκτός αν συνακολουθείτο από πράξη ή παράλειψη αυτού που φονεύτηκε ή άλλων προσώπων.

Πότε θεωρείται πρόσωπο το πρόσωπο που γεννήθηκε

212. Πρόσωπο που δύναται να φονευτεί θεωρείται, εκείνο που εξέρχεται ζωντανό, από το μητρικό σώμα πλήρως, ανεξάρτητα αν ανάπνευσε ή όχι και ανεξάρτητα αν έχει κυκλοφορία αίματος ανεξάρτητο ή όχι και ανεξάρτητα αν έχει κοπεί ο ομφάλιος λώρος ή όχι.

Περιορισμός ως προς το χρόνο του θανάτου

213. Κανένας δεν θεωρείται ότι φόνευσε άλλο πρόσωπο, αν ο θάνατος τέτοιου προσώπου δεν επακολούθησε σε ένα χρόνο και μια ημέρα από την αιτία του θανάτου.

Στην πιο πάνω περίοδο συναπολογίζεται και η ημέρα κατά την οποία διαπράχτηκε η τελευταία παράνομη πράξη η οποία συνέβαλε στην αιτία του θανάτου. Στην περίπτωση που η αιτία του θανάτου είναι παράλειψη στην τήρηση ή στην εκτέλεση καθήκοντος σε αυτή την περίοδο συναπολογίζεται και η ημέρα κατά την οποία έπαψε η παράλειψη αυτή.

Στην περίπτωση που η αιτία του θανάτου είναι μερικώς παράνομη πράξη και μερικώς όμως παράλειψη κατά την τήρηση ή εκτέλεση καθήκοντος σε αυτή την περίοδο συναπολογίζεται η ημέρα κατά την οποία διαπράχτηκε η τελευταία παράνομη πράξη ή η ημέρα κατά την οποία έπαψε η παράλειψη, οποιαδήποτε από αυτές είναι η μεταγενέστερη.