ΜΕΡΟΣ Ι ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Οι περί Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων Νόμοι του 1968 μέχρι 1992 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων Νόμοι του 1968 μέχρι 1992.

Ερμηνεία

2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου-

“αρμοδιότητες” περιλαμβάνει εξουσίας και καθήκοντα, πάσα δε αναφορά εις την εκτέλεσιν αρμοδιοτήτων ερμηνεύεται αναλόγως·

“βιομηχανία ελαιοκομικών προϊόντων” σημαίνει απάσας τας δραστηριότητας αι οποίαι περιλαμβάνονται εις την παραγωγήν, συγκομιδήν, έκθλιψιν, επεξεργασίαν και εμπορίαν ελαιοκάρπων και περιλαμβάνει απάσας τας δραστηριότητας αι οποίαι περιλαμβάνονται εις την παραγωγήν, την επεξεργασίαν, την κατεργασίαν, την βιομηχανοποίησιν και την εμπορίαν ελαιοκομικών προϊόντων ή παραγώγων αυτών·

“Γενικός Διευθυντής” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 23 διορισθέν εις την θέσιν ταύτην πρόσωπον·

“εγγεγραμμένος παραγωγός” σημαίνει παραγωγόν ελαιοκάρπων εγγεγραμμένον δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

“ελαιοκομικόν προϊόν” σημαίνει προϊόν καθοριζόμενον εν τω Πίνακι και παν παράγωγον αυτού παραγόμενον εν τη Δημοκρατία·

“καθορίζειν” σημαίνει καθορίζειν δι’ αποφάσεως ληφθείσης υπό του Συμβουλίου και καταχωρηθείσης εν βιβλίω τηρουμένω προς τον σκοπόν τούτον, ο δε όρος “καθορισμός” ερμηνεύεται αναλόγως·

“κατεργασία”, αναφορικώς προς ελαιοκομικά προϊόντα, σημαίνει την υποβολήν ελαιοκομικών προϊόντων εις οιανδήποτε φυσικήν ή χημικήν ενέργειαν, περιλαμβάνει δε την έκθλιψιν, την εκχύλισιν διά μηχανικών μέσων, την εκχύλισιν διά διαλυτικών μέσων, τον ανακαθαρισμόν και πάσαν μέθοδον βιομηχανοποιήσεως ή ετέρου παρομοίου τύπου παρασκευής·

“κατηγορία” εν σχέσει προς ελαιοκομικόν προϊόν, περιλαμβάνει κατηγορίαν αναφορικώς προς οιονδήποτε των ακολούθων, ήτοι το είδος, την τάξιν, την διαβάθμισιν, την συστατικήν ποιότητα, την κατάστασιν, τα χημικά και φυσικά χαρακτηριστικά, την εποχήν εσοδείας, την περιοχήν, την επαρχίαν, ή τον τόπον παραγωγής του τοιούτου ελαιοκομικού προϊόντος·

“μέλος” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 6 διορισθέν μέλος του Συμβουλίου·

“παραγωγός” σημαίνει παραγωγόν ελαιοκάρπων, περιλαμβάνει δε παν πρόσωπον έχον κυριότητα επί εσοδείας ελαιών προ της συγκομιδής·

Νοείται ότι, κανένα πρόσωπο δε θεωρείται παραγωγός εκτός εάν συνεργά ζεται με το Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

“Πρόεδρος” σημαίνει τον δυνάμει του άρθρου 6 διορισθέντα Πρόεδρον του Συμβουλίου·

“πώλησις” και “πωλείν”, μετά των γραμματικών παραλλαγών των όρων τούτων και των συγγενών αυτών εκφράσεων, περιλαμβάνουσιν ανταλλαγήν, αντιπραγματισμόν και προσφοράν ή έκθεσιν προς πώλησιν ή διάθεσιν υπό τύπον πωλήσεως ή άλλως·

“Συμβούλιον” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 5 καθιδρυθέν Συμβούλιον Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εμπορίου και Βιομηχανίας περιλαμβάνει δε πάντα λειτουργόν του Υπουργείου του δεόντως επί τούτω εξουσιοδοτηθέντα υπ’ αυτού.

(2) Οι αναφερόμενοι εις ελαιοκομικά προϊόντα και την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων και μη ειδικώς καθοριζόμενοι εν τω παρόντι Νόμω όροι κέκτηνται την υπό των διατάξεων των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965 αποδοθείσαν αυτοίς έννοιαν.

Εξουσία προς τροποποίησιν του Πίνακος

3. Αφού συμβουλευθή το Συμβούλιον, ο Υπουργός δύναται, διά Διατάγματος δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας να αφαιρέση εκ του Πίνακος το όνομα οιουδήποτε είδους ελαιοκομικών προϊόντων.

Διατήρησις της ισχύος των περί Ελαιολάδου Νόμων

4. Πλην ως προνοείται εν τω άρθρω 82, αι διατάξεις του παρόντος Νόμου, δεν επηρεάζουσι τας διατάξεις των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΚΑΘΙΔΡΥΣΙΣ, ΣΥΝΘΕΣΙΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΕΛΑΙΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Καθίδρυσις του Συμβουλίου

5.-(1) Καθιδρύεται Συμβούλιον κληθησόμενον Συμβούλιον Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων (εν τοις εφεξής αναφερόμενον ως “το Συμβούλιον”) το οποίον ασκεί και εκτελεί τας υπό του παρόντος Νόμου χορηγουμένας αυτώ αρμοδιότητας.

(2) Το Συμβούλιον είναι νομικόν πρόσωπον μετά διηνεκούς διαδοχής και ιδίας σφραγίδος, κέκτηται δε εξουσίας κτήσεως, κατοχής, διαχειρίσεως και διαθέσεως κινητής και ακινήτου ιδιοκτησίας, προς τον σκοπόν της ενασκήσεως οιασδήποτε των εξουσιών του ή της εκτελέσεως οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, ως και την ικανότητα του συμβάλλεσθαι και του παρίστασθαι επί δικαστηρίω ως ενάγον και εναγόμενον υπό την ιδίαν αυτού ως νομικού προσώπου επωνυμίαν:

Νοείται ότι μέχρις ότου το Συμβούλιον εφοδιασθή δι’ ιδίας σφραγίδος, δύναται να χρησιμοποιηθή ως ιδία αυτού σφραγίς κοινή τοιαύτη φέρουσα την επιγραφήν “Συμβούλιον Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων”.

Σύνθεση του Συμβουλίου

6.-(1) Το Συμβούλιο αποτελείται από εννέα μέλη, μεταξύ των οποίων καθορίζεται ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος, τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Το Συμβούλιο αποτελείται από τα ακόλουθα πρόσωπα:

(α) Εκπρόσωπο του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας·

(β) εκπρόσωπο του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων·

(γ) εκπρόσωπο της Παναγροτικής Ένωσης Κύπρου (ΠΕΚ)·

(δ) εκπρόσωπο της Ένωσης Κυπρίων Αγροτών (ΕΚΑ)·

(ε) εκπρόσωπο της Αγροτικής·

(στ) εκπρόσωπο του Παναγροτικού Συνδέσμου·

(ζ) εκπρόσωπο του Παγκύπριου Συνδέσμου Ελαιοπαραγωγών·

(η) δύο άλλα μέλη που διορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Το Συμβούλιο καταβάλλει στα μέλη του τέτοια αντιμισθία ή επιδόματα ή και τα δύο, όπως δυνατόν να εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο.

Θητεία

7.-(1) Η θητεία του Συμβουλίου είναι τριετής.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο, με αιτιολογημένη απόφαση του, έχει εξουσία οποτεδήποτε να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους του Συμβουλίου.

(3) Κάθε μέλος του Συμβουλίου έχει το δικαίωμα να υποβάλει οποτεδήποτε ιδιόγραφη παραίτηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

(4) Θέση η οποία κενούται με οποιοδήποτε τρόπο πληρούται από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6, για το υπόλοιπο της θητείας του Συμβουλίου.

(5) Μέλος του Συμβουλίου του οποίου λήγει η θητεία ή παραιτείται από τη θέση του μπορεί να επαναδιοριστεί.

Χηρεύουσαι θέσεις

8. Η εγκυρότης οιασδήποτε πράξεως ή των εργασιών του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται λόγω του ότι οιαδήποτε εκ των θέσεων των μελών του Συμβουλίου χηρεύει.

Προσωρινή απουσία του Προέδρου

9.-(1) Όταν ο Πρόεδρος απουσιάζη προσωρινώς εκ της Δημοκρατίας ή είναι άλλως προσωρινώς ανίκανος προς εκτέλεσιν των αρμοδιοτήτων της θέσεως αυτού, ο Υπουργός δύναται να διορίση πρόσωπον, είτε τούτο είναι μέλος του Συμβουλίου είτε μη, ως Πρόεδρον διαρκούντος του χρονικού διαστήματος της τοιαύτης απουσίας ή ανικανότητος.

(2) Επί τη διενεργεία παντός προσωρινού διορισμού δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), άπασαι αι δυνάμει του παρόντος Νόμου εξουσίαι και καθήκοντα του Προέδρου περιέρχονται εις το ούτω προσωρινώς διορισθέν πρόσωπον.

Προσωρινή απουσία μέλους

10. Όταν μέλος του Συμβουλίου, άλλο του Προέδρου, είναι προσωρινώς ανίκανον προς εκτέλεσιν των αρμοδιοτήτων του ως μέλους, λόγω προσωρινής απουσίας του εκ της Δημοκρατίας ή διά πάσαν άλλην εύλογον αιτίαν, ο Υπουργός δύναται να διορίση προσωρινώς πρόσωπον τι ως μέλος διαρκούντος του χρονικού διαστήματος της τοιαύτης ανικανότητος, κατά το χρονικόν δε τούτο διάστημα άπασαι αι δυνάμει του παρόντος Νόμου εξουσίαι και καθήκοντα του ούτω προσωρινώς καταστάντος ανικάνου μέλους περιέρχονται εις το ούτω προσωρινώς διορισθέν μέλος.

Εξουσία προς εισδοχήν άλλων μελών

11. Εάν εις ειδικήν τινα περίπτωσιν το Συμβούλιον επιθυμή να λάβη την συμβουλήν οιουδήποτε προσώπου επί τινος ειδικού θέματος, το Συμβούλιον δύναται να προβή εις εισδοχήν του προσώπου τούτου ως μέλους διά πάσαν συνεδρίασιν η οποία ήθελεν απαιτηθή, το δε μέλος τούτο εφ’ όσον διαρκεί η εισδοχή του κέκτηται άπαντα τα δικαιώματα και τα προνόμια μέλους πλην του δικαιώματος ψήφου εφ’ οιουδήποτε θέματος.

Εξουσία προς σύστασιν Επιτροπών

12.-(1) Το Συμβούλιον δύναται να συνιστά εκ των μελών αυτού Επιτροπάς διά τοιούτους γενικούς ή ειδικούς σκοπούς οίοι θα ετύγχανον, κατά την γνώμην του Συμβουλίου, καλυτέρας ρυθμίσεως και διαχειρίσεως υπό Επιτροπής, δύναται δε, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να μεταβιβάση εις οιανδήποτε ούτω συσταθείσαν Επιτροπήν οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων αι οποίαι δύνανται να ενασκηθώσιν υπό του Συμβουλίου.

(2) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου είναι, ως εκ του αξιώματος του, Πρόεδρος πάσης τοιαύτης Επιτροπής.

(3) Πάσα τοιαύτη Επιτροπή αναφέρει τα των εργασιών της εις το Συμβούλιον και συμμορφούται προς τας οδηγίας του Συμβουλίου.

Συμβουλευτικές επιτροπές

13.-(1) Το Συμβούλιο μπορεί να συστήνει τέτοιες συμβουλευτικές επιτροπές τις οποίες θεωρεί κατάλληλες για τη μελέτη θεμάτων που το απασχολούν, όπως αυτό θα αποφασίσει, και για την υποβολή έκθεσης γύρω από αυτά στο Συμβούλιο· κάθε τέτοια επιτροπή μπορεί να περιλαμβάνει πρόσωπα που δεν αποτελούν μέλη του Συμβουλίου.

(2) Το Συμβούλιο μπορεί να καταβάλλει σε οποιοδήποτε μέλος συμβουλευτικής επιτροπής που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό και που δεν αποτελεί μέλος του Συμβουλίου τέτοια οδοιπορικά επιδόματα και επιδόματα συντήρησης τα οποία θα εγκρίνει ο Υπουργός.

Συνεδριάσεις

14.-(1) Των συνεδριάσεων του Συμβουλίου προεδρεύει ο Πρόεδρος, εάν παρίσταται, εν απουσία του δε το Συμβούλιον διορίζει εν εκ των παρόντων μελών όπως προεδρεύση.

(2) Αι συνεδριάσεις του Συμβουλίου και οιασδήποτε Επιτροπής αυτού λαμβάνουσι χώραν εις χώρους και τόπους καθοριζομένους υπό του Προέδρου του Συμβουλίου.

(3) Όταν ουχί ολιγώτερα των τριών μελών του Συμβουλίου δι’ εγγράφου κοινοποιήσεως αιτούνται παρά του Προέδρου την σύγκλησιν εκτάκτου συνεδριάσεως του Συμβουλίου διά τους εν τη τοιαύτη κοινοποιήσει καθοριζομένους σκοπούς, ο Πρόεδρος συγκαλεί, άμα τη λήψει της τοιαύτης κοινοποιήσεως, έκτακτον συνεδρίασιν διά τους εν λόγω σκοπούς κατά τον ενωρίτερον δυνατόν χρόνον.

(4) Απαρτίαν του Συμβουλίου αποτελούν τρία μέλη, περιλαμβανομένων δύο μελών άτινα είναι δημόσιοι υπάλληλοι.

(5) Αι αποφάσεις επί πάντων των θεμάτων καθ’ οιανδήποτε συνεδρίασιν του Συμβουλίου ή οιασδήποτε Επιτροπής αυτού λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.

(6) Ο προεδρεύων της συνεδριάσεως κέκτηται μίαν μόνον ψήφον αλλ’ εν περιπτώσει ισοψηφίας κέκτηται ωσαύτως νικώσαν ψήφον επιπροσθέτως της αρχικής του.

Πρακτικά

15.-(1) Τηρούνται πρακτικά των εργασιών του Συμβουλίου και οιασδήποτε Επιτροπής αυτού τα οποία, εφ’ όσον φέρουσι την υπογραφήν προσώπου φερομένου ως προεδρεύσαντος της συνεδριάσεως εις την οποίαν ταύτα αναφέρονται ή συνεδριάσεως κατά την οποίαν ταύτα ανεγνώσθησαν, συνιστώσιν απόδειξιν των εν λόγω εργασιών, η δε συνεδρίασις εις την οποίαν τα τοιαύτα πρακτικά αναφέρονται τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ως νομίμως συγκληθείσα και συγκροτηθείσα.

(2) Αντίγραφον των πρακτικών εκάστης συνεδριάσεως του Συμβουλίου ή οιασδήποτε Επιτροπής αυτού αποστέλλεται προς τον Υπουργόν εντός δεκατεσσάρων ημερών από της τοιαύτης συνεδριάσεως.

Εσωτερικός Κανονισμός

16. Το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να εκδίδη Εσωτερικόν Κανονισμόν αφορώντα εις την διεξαγωγήν των συνεδριάσεων του Συμβουλίου ή οιασδήποτε Επιτροπής αυτού, τας γνωστοποιήσεις περί των συνεδριάσεων, τας κατά τας συνεδριάσεις εργασίας, την τήρησιν πρακτικών των τοιούτων εργασιών και την προσαγωγήν των προς επιθεώρησιν.

Εργασίαι κατά τας συνεδριάσεις

17. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οιουδήποτε εσωτερικού κανονισμού εκδοθέντος δυνάμει του άρθρου 16, αι εργασίαι του Συμβουλίου και οιασδήποτε Επιτροπής αυτού είναι ως καθορίζονται υπό του Συμβουλίου.

Σφραγίς

18. Η σφραγίς του Συμβουλίου επ’ ουδενός εγγράφου τίθεται ειμή κατόπιν εξουσιοδοτήσεως παρασχεθείσης δι’ αποφάσεως του Συμβουλίου, η δε επίθεσις της σφραγίδος βεβαιούται διά της υπογραφής του Προέδρου, ή άλλου τινός μέλους του Συμβουλίου εξουσιοδοτηθέντος γενικώς ή ειδικώς υπό του Συμβουλίου όπως ενεργή αντί του Προέδρου προς τον σκοπόν τούτον, και της υπογραφής άλλου τινός προσώπου εξουσιοδοτηθέντος είτε γενικώς είτε ειδικώς υπό του Συμβουλίου όπως ενεργή προς τον σκοπόν τούτον.

Απόδειξις εγγράφων

19. Παν έγγραφον φερόμενον ως έγγραφον δεόντως υπογραφέν ή εκδοθέν υπό την σφραγίδα του Συμβουλίου ή εκ μέρους του Συμβουλίου γίνεται δεκτόν ως απόδειξις και θεωρείται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ως ούτως υπογραφέν ή εκδοθέν άνευ περαιτέρω αποδείξεως.

Συμβάσεις

20. Πάσα σύμβασις ή έγγραφον των οποίων η σύναψις ή υπογραφή υπό προσώπου μη όντος νομικού τοιούτου δεν θα απήτει την επίθεσιν σφραγίδος δύναται να συναφθή ή υπογραφή εκ μέρους του Συμβουλίου υφ’ οιουδήποτε προσώπου εξουσιοδοτηθέντος επί τούτω, είτε γενικώς είτε ειδικώς, υπό του Συμβουλίου.

Γνωστοποίησις συμφερόντων μελών μετεχόντων εις συμβάσεις

21. Το γεγονός ότι μέλος τι είναι εν των συμβαλλομένων ή κέκτηται συμφέρον επί συμβάσεως συναφθείσης μετά του Συμβουλίου δεν επάγεται ακυρότητα της τοιαύτης συμβάσεως, το δε μέλος ουδεμίαν υποχρέωσιν υπέχει εκ μόνου του γεγονότος ότι είναι μέλος του Συμβουλίου να λογοδοτήση εις το Συμβούλιον διά το εκ της συμβάσεως πραγματοποιηθέν υπ’ αυτού κέρδος~ το μέλος όμως οφείλει όπως αμελλητί γνωστοποιήση τω Συμβουλίω παν συμφέρον όπερ τούτο έχει ή κτάται εφ’ οιασδήποτε συμβάσεως, εφ’ όσον τούτο αντίκειται καθ’ οιονδήποτε τρόπον προς τα καθήκοντα αυτού ως μέλους, ουδέν δικαίωμα δε ψήφου κέκτηται εφ’ οιουδήποτε θέματος αφορώντος εις την ως είρηται σύμβασιν~ εάν μέλος, παρά ταύτα, ψηφίση, η ψήφος αυτού ουδόλως λαμβάνεται υπ’ όψιν:

Νοείται ότι ουδέν μέλος στερείται του δικαιώματος της ψήφου επί τινος θέματος αφορώντος εις την γενικήν πολιτικήν του Συμβουλίου εφ’ οιουδήποτε ζητήματος εκ μόνου του λόγου ότι η επί τοιούτου θέματος απόφασις επηρεάζει ή δύναται να επηρεάση συμβάσεις συναφθείσας ή συναφθησομένας μεταξύ αυτού και του Συμβουλίου.

Εγκυρότης πράξεων, έστω και εάν ο διορισμός μέλους τινός ενέχη ελάττωμα τι

22. Έστω και εάν μεταγενεστέρως ανακαλυφθή ότι υπήρξεν ελάττωμα τι εις τον διορισμόν ή τα προσόντα προσώπου φερομένου ως μέλους του Συμβουλίου ή οιασδήποτε Επιτροπής αυτού ή ότι μέλος του Συμβουλίου ή της Επιτροπής εψήφισεν επί θέματος επί του οποίου δεν εδικαιούτο να ψηφίση, άπασαι αι εν οιαδήποτε συνεδριάσει του Συμβουλίου ή της Επιτροπής γενόμεναι πράξεις είναι έγκυροι ως εάν το τοιούτο ελάττωμα δεν υφίστατο ή το τοιούτο μέλος εδικαιούτο να ψηφίση.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ
Διορισμός Γενικού Διευθυντού

23.-(1) Υπάλληλος του Συμβουλίου γνωστός ως ο Γενικός Διευθυντής είναι το κύριον εκτελεστικόν όργανον του Συμβουλίου και είναι υπεύθυνος διά την εφαρμογήν της πολιτικής του Συμβουλίου και την διαχείρισιν των τρεχουσών εργασιών αυτού.

(2) Το Συμβούλιον μεταβιβάζει εις τον Γενικόν Διευθυντήν τοιαύτας των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου οίαι απαιτούνται όπως καταστήσωσι δυνατήν την υπό του Γενικού Διευθυντού αποτελεσματικήν διεξαγωγήν των πάσης φύσεως τρεχουσών εργασιών του Συμβουλίου.

(3) Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται υπό του Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού, οι δε όροι του διορισμού αυτού είναι τοιούτοι ως το Συμβούλιον ήθελε, τη εγκρίσει του Υπουργού, εγκρίνει.

(4) Ο Γενικός Διευθυντής παρίσταται εις τας συνεδριάσεις του Συμβουλίου και οιασδήποτε Επιτροπής αυτού αλλά δεν έχει δικαίωμα ψήφου εφ’ οιουδήποτε θέματος της ημερησίας διατάξεως οιασδήποτε τοιαύτης συνεδριάσεως.

Υπηρέται, κ.λ.π. του Συμβουλίου

24. Υπό την αίρεσιν εγκρίσεως του Υπουργού ως προς τους αριθμούς και τους όρους υπηρεσίας, το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να διορίζη και απασχολή τοιούτους άλλους υπαλλήλους και υπηρέτας ως ήθελον θεωρηθή αναγκαίοι διά την δέουσαν εκπλήρωσιν των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων αυτού.

Συμπληρωματική διάταξις αναφορικώς προς τους όρους υπηρεσίας του προσωπικού

25. Οι όροι υπηρεσίας του δυνάμει των άρθρων 23 και 24 διοριζομένου προσωπικού συνάδουσι, καθ’ ο μέτρον είναι πρακτικώς δυνατόν, προς την γενικήν πολιτικήν της Κυβερνήσεως.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΦΟΡΩΣΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑΝ
Γενικαί αρμοδιότητες του Συμβουλίου

26.-(1) Το Συμβούλιον έχει καθήκον όπως διά των αναγκαίων ρυθμιστικών μέτρων και μέτρων ελέγχου εξασφαλίζη προς όφελος των παραγωγών τας πλέον επωφελείς και οικονομικάς διευθετήσεις διά την διαβάθμισιν, συσκευασίαν, μεταφοράν, εμπορίαν, εξαγωγήν, φόρτωσιν και πώλησιν ελαιοκομικών προϊόντων και γενικώς όπως προβαίνει εις πάσαν ενέργειαν και λαμβάνη άπαντα τα κατ’ αυτό αναγκαία ή σκόπιμα μέτρα διά την προαγωγήν σταθεράς και μεθοδικής βιομηχανίας ελαιοκομικών προϊόντων εν τη Δημοκρατία, ως και διά την προαγωγήν των εν τη βιομηχανία ταύτη συμφερόντων των παραγωγών.

(2) Εν τη εκπληρώσει των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του το Συμβούλιον λαμβάνει υπ’ όψιν το δημόσιον συμφέρον γενικώς.

Εγγραφή παραγωγών

27. Τη εγκρίσει του Υπουργού, το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να ορίζη ότι όλοι οι παραγωγοί ελαιοκομικών προϊόντων δέον να υποβάλωσιν εις το Συμβούλιον αίτησιν, εν τοιούτω τύπω και κατά τοιούτον τρόπον ως το Συμβούλιον ήθελε διατάξει, προς εγγραφήν παρά τω Συμβουλίω· το Συμβούλιον καταχωρεί εν τω μητρώω παραγωγών ελαιοκομικών προϊόντων τους εκ των αιτητών ικανοποιούντας τους όρους τους οποίους το Συμβούλιον ήθελεν από καιρού εις καιρόν καθορίσει.

Εξαιρέσεις

28.-(1) Τη εγκρίσει του Υπουργού, το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να ορίση όπως οιαδήποτε τάξις παραγωγών, ή οιαδήποτε κατηγορία ελαιοκομικών προϊόντων, ή οιαδήποτε μέθοδος πωλήσεως ή αγοράς ελαιοκομικών προϊόντων, ή οιαδήποτε περιοχή παραγωγής ή καταναλώσεως ελαιοκομικών προϊόντων, εξαιρεθή εξ οιασδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου η οποία ήθελε καθορισθή υπό του Συμβουλίου.

(2) Εξαιρούνται της εφαρμογής απασών των διατάξεων του παρόντος Νόμου-

(α) άπασαι αι πωλήσεις ελαιοκομικών προϊόντων υπό παραγωγού εις οιονδήποτε υπ’ αυτού απασχολούμενον εν τω αγροκτήματι ή εν τη οικία αυτού υπηρέτην ή εις εργάτην απασχολούμενον υπ’ αυτού εν τω αγροκτήματι του, προς κατανάλωσιν εν τη οικογενεία του τοιούτου υπηρέτου ή εργάτου·

(β) ελαιοκομικά προϊόντα, το βάρος των οποίων δεν υπερβαίνει τας δέκα οκάδας, εξαγόμενα εν ταις αποσκευαίς προσώπου αναχωρούντος εκ της Δημοκρατίας ή ταχυδρομικώς και μη προοριζόμενα προς μεταπώλησιν.

Απαγόρευσις πωλήσεων υπό μη εγγεγραμμένων παραγωγών

29. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί επί παραγωγών αναφορικώς προς την πώλησιν ελαιοκομικών προϊόντων

30. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί επί προσώπων αναφορικώς προς την αγοράν ελαιοκομικών προϊόντων

31. [Διαγράφηκε]
Περιορισμοί επί ελαιοκομικών προϊόντων δυναμένων να εξαχθώσι και επί προσώπων δυναμένων να εξαγάγωσιν ελαιοκομικά προϊόντα

32. [Διαγράφηκε]
Κτήσις δικαιώματος κυριότητος επί ελαιοκομικών προϊόντων γενομένων αποδεκτών υπό του Συμβουλίου

33. Προς τον σκοπόν της ενασκήσεως των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου, το δικαίωμα κυριότητος επί πάντων των ελαιοκομικών προϊόντων τα οποία έγιναν αποδεκτά υπό του Συμβουλίου εξ οιουδήποτε παραγωγού προς πώλησιν, ή, αναλόγως της περιπτώσεως, διάθεσιν υπό τύπον πωλήσεως περιέρχεται εις το Συμβούλιον δυνάμει του παρόντος άρθρου και άνευ περαιτέρω πράξεως.

Όροι αναφορικώς προς την αποδοχήν ελαιοκομικών προϊόντων προσφερομένων εις το Συμβούλιον

34.-(1) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, “δεόντως προσφερθέντα” σημαίνει διαμορφωθέντα προς πώλησιν, διαβαθμισθέντα, σημανθέντα, συσκευασθέντα, αποθηκευθέντα, μεταφερθέντα και ασφαλισθέντα συμφώνως προς οιουσδήποτε όρους καθορισθέντας υπό του Συμβουλίου και γνωστοποιηθέντα και παραδοθέντα συμφώνως προς οιασδήποτε οδηγίας του Συμβουλίου.

(2) Το Συμβούλιον αποδέχεται προς πώλησιν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ετέραν διάθεσιν υπό τύπον πωλήσεως άπαντα τα υφ’ οιουδήποτε παραγωγού δεόντως προσφερθέντα ελαιοκομικά προϊόντα και πωλεί ταύτα κατά τοιούτον χρόνον ή τοιούτους χρόνους και κατά τοιούτον τρόπον και εις τοιαύτα πρόσωπα ή μέσω τοιούτων προσώπων (περιλαμβανομένου του Συμβουλίου) ως το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει πρέπον, νοουμένου ότι-

(α) τα τοιαύτα ελαιοκομικά προϊόντα προσφέρονται και παραδίδονται εις το Συμβούλιον ή τον πράκτορα του εις τοιαύτην ποσότητα, εις τοιούτον τόπον ή τοιούτους τόπους, μεταξύ τοιούτων ημερομηνιών και κατά τοιούτον τρόπον, είναι δε τοιαύτης κατηγορίας, ως το Συμβούλιον ήθελεν από καιρού εις καιρόν, καθορίσει·

(β) το Συμβούλιον δύναται να αρνηθή να αποδεχθή ελαιοκομικά προϊόντα οιασδήποτε εποχής εσοδείας ελαιοκομικών προϊόντων προγενεστέρας της εποχής εσοδείας ελαιοκομικών προϊόντων ως προς την οποίαν αι διατάξεις του παρόντος Νόμου ετέθησαν εν ισχύϊ.

Εξουσία του Συμβουλίου όπως προβαίνη εις εξαιρέσεις εκ των όρων αποδοχής

35. Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 34 το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να αποδέχηται παράδοσιν οιασδήποτε ποσότητος ελαιοκομικών προϊόντων ή οιασδήποτε κατηγορίας αυτών, προσφερομένων εις το Συμβούλιον εκπροθέσμως ή άλλως μη συναδόντων προς τας διατάξεις του άρθρου 34, νοουμένου ότι-

(α) το Συμβούλιον έχει την γνώμην ότι δύναται να εξεύρη αγοράν διά τα τοιαύτα ελαιοκομικά προϊόντα·και

(β) η πώλησις ή ετέρα διάθεσις των τοιούτων ελαιοκομικών προϊόντων υπό του Συμβουλίου εκ μέρους του παραγωγού γίνεται δι’ άμεσον λογαριασμόν του παραγωγού·

(γ) τα τοιαύτα ελαιοκομικά προϊόντα πωλούμενα ή άλλως διατιθέμενα ως προανεφέρθη δεν ικανοποιούσι τας προϋποθέσεις διά την διάθεσιν σχετικώς προς αυτά οιωνδήποτε χρημάτων προερχομένων εκ του Ταμείου Σταθεροποιήσεως Τιμών του Συμβουλίου.

ΜΕΡΟΣ V ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑΝ, ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΝ
Εξουσίαι εις το Συμβούλιον όπως επιδοθή εις την εμπορίαν, την επεξεργασίαν και την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων

36. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 26 το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να προβαίνη εις την αγοράν ελαιοκομικών προϊόντων, κέκτηται δε εξουσίαν όπως εκθλίβη, επεξεργάζηται, βιομηχανοποιή, παρασκευάζη ή κατεργάζηται τοιαύτα ελαιοκομικά προϊόντα, και διαβαθμίζη, συσκευάζη, σημαίνη, αποθηκεύη, διαμορφοί προς πώλησιν ή εξαγωγήν, ασφαλίζη και μεταφέρη τοιαύτα ελαιοκομικά προϊόντα εκ μέρους και διά λογαριασμόν των παραγωγών, ή διά λογαριασμόν του Συμβουλίου, αναλόγως της περιπτώσεως, και πωλή ταύτα κατά τοιούτον χρόνον και τρόπον και εις τοιαύτα πρόσωπα ή μέσω τοιούτων προσώπων (περιλαμβανομένου του Συμβουλίου) ως το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει πρέπον.

ΜΕΡΟΣ VI ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ποιότης, κατηγορία, διαβάθμισις κ.λ.π.

37.-(1) Το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να καθορίζη κατηγορίας, διαβαθμίσεις και επίπεδα ποιότητος ελαιοκομικών προϊόντων προοριζομένων προς πώλησιν:

Νοείται ότι αι τοιαύται κατηγορίαι, διαβαθμίσεις και επίπεδα ποιότητος αι οποίαι ήθελον καθορισθή υπό του Συμβουλίου δεν θα είναι, αναφορικώς προς εδώδιμον ελαιόλαδον, χαμηλότεραι των κατηγοριών εις τας οποίας τούτο κατατάσσεται δυνάμει των παραγράφων (α) έως (ι), αμφοτέρων συμπεριλαμβανομένων, του άρθρου 3 των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965.

(2) Το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να καθορίζη-

(α) τον τρόπον κατά τον οποίον ελαιοκομικά προϊόντα ή οιαδήποτε κατηγορία ή ποσότης αυτών θα διαβαθμίζηται υπό ή εκ μέρους παραγωγών~ και

(β) τον τρόπον κατά τον οποίον ελαιοκομικά προϊόντα ή οιαδήποτε κατηγορία ή ποσότης αυτών θα υφίστανται επεξεργασίαν, θα σημαίνωνται, συσκευάζωνται, αποθηκεύωνται, διαμορφώνται προς πώλησιν, ασφαλίζωνται, μεταφέρωνται ή τυγχάνωσιν άλλου χειρισμού υπό ή εκ μέρους παραγωγών.

Συστήματα καθορισμού τιμών

38. [Διαγράφηκε]
Ταμείον Σταθεροποιήσεως Τιμών Παραγωγών

39. [Διαγράφηκε]
Καθωρισμέναι συμβάσεις

40. Άνευ επηρεασμού της γενικότητος των υπό των διατάξεων του παρόντος Νόμου χορηγουμένων εις το Συμβούλιον εξουσιών, το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να καθορίζη, από καιρού εις καιρόν, άπαντας τους όρους υπό τους οποίους, ως και τον τύπον εν τω οποίω, θα συνάπτωνται συμβάσεις διά την πώλησιν ελαιοκομικών προϊόντων ή οιασδήποτε κατηγορίας αυτών υπό παραγωγών εις το Συμβούλιον ή μέσω αυτού και διά την πώλησιν ελαιοκομικών προϊόντων ή οιασδήποτε κατηγορίας αυτών υπό του Συμβουλίου εις αμέσους αγοραστάς, άνευ δε επηρεασμού της εξουσίας του Συμβουλίου όπως καθορίση οιουσδήποτε άλλους όρους το Συμβούλιον δύναται να καθορίση άπαντα τα ακόλουθα θέματα ή οιαδήποτε εξ αυτών ως όρους πάσης τοιαύτης συμβάσεως:

(α) τοιούτους όρους οίους το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει αναγκαίους ίνα διασφαλισθή ότι ο αγοραστής δεν θα χρησιμοποιήση ή μεταπωλήση τα ελαιοκομικά προϊόντα, ή οιανδήποτε κατηγορίαν αυτών, τα οποία ηγόρασεν ούτος εκ του Συμβουλίου δι’ οιουσδήποτε σκοπούς άλλους των εν τη συμβάσει ειδικώς καθοριζομένων~

(β) τας τιμάς εις τας οποίας, ή κάτω ή άνω των οποίων, ή την μέθοδον ευρέσεως των τιμών εις τας οποίας, ελαιοκομικά προϊόντα, ή οιαδήποτε κατηγορία αυτών, δύνανται να πωληθώσι, αι τοιαύται δε τιμαί-

(i) δυνατόν να ποικίλλωσιν αναλόγως των σκοπών διά τους οποίους ο αγοραστής συμφωνεί να χρησιμοποιήση ή να μεταπωλήση ελαιοκομικά προϊόντα ή οιανδήποτε κατηγορίαν αυτών~

(ii) δυνατόν να ποικίλλωσιν αναλόγως της κατηγορίας ή του επιπέδου ποιότητος των ελαιοκομικών προϊόντων ή οιασδήποτε κατηγορίας αυτών.

Διορισμός πρακτόρων

41. Το Συμβούλιον δύναται να διορίζη πράκτορας επί τοιαύτη αντιμισθία οία ήθελε συμφωνηθή και υπό τοιούτους όρους οίους το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει αναγκαίους διά την προσήκουσαν και αποτελεσματικήν εκπλήρωσιν απασών των αρμοδιοτήτων τας οποίας το Συμβούλιον κέκτηται την εξουσίαν να εκτελή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε εξ αυτών.

Εγγραφή προσώπων και επιχειρήσεων επιδιδομένων εις την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων και χορήγησις αδειών

42. Οποτεδήποτε θεωρή τούτο αναγκαίον διά την εκτέλεσιν οιασδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου λειτουργιών του, άνευ δε επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 7 των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965, το Συμβούλιον δύναται να απαιτήση όπως, οιοσδήποτε παραγωγός, υποβάλη εις το Συμβούλιον αίτησιν προς εγγραφήν παρ’ αυτού και το Συμβούλιον δύναται να εκδώση, υπό τοιούτους όρους οίους τούτο ήθελε καθορίσει, αδείας εις τα τοιαύτα πρόσωπα, ή τας τοιαύτας επιχειρήσεις αναφορικώς προς απάσας τας δραστηριότητας αυτών, ή οιασδήποτε εξ αυτών, αι οποίαι έχουσιν εμπορικήν ή άλλην σχέσιν προς την εκτέλεσιν οιωνδήποτε αρμοδιοτήτων τας οποίας το Συμβούλιον δύναται να ενασκήση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Συμπληρωματικαί υπηρεσίαι υπό του Συμβουλίου προς την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων

43. Το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να αποκτά και πωλή ή εκμισθοί εις παραγωγούς και άλλα πρόσωπα παν ό,τι αναγκαιοί διά την παραγωγήν, επεξεργασίαν, διαβάθμισιν, συσκευασίαν, αποθήκευσιν, διαμόρφωσιν προς πώλησιν, μεταφοράν ή πώλησιν ελαιοκομικών προϊόντων, δύναται δε να παρέχη εις τους παραγωγούς ή εις άλλα πρόσωπα (επί πληρωμή ή άλλως πως) οιανδήποτε υπηρεσίαν προοριζομένην όπως προαγάγη αποτελεσματικωτέραν εκπλήρωσιν των ως είρηται δραστηριοτήτων και ενεργειών, κατά τρόπον όμως ώστε τα ούτω πωλούμενα ή εκμισθούμενα πράγματα και αι παρεχόμεναι υπηρεσίαι να πωλώνται, εκμισθώνται ή παρέχωνται, αντιστοίχως, υπό τοιαύτας μόνον ή κυρίως συνθήκας, ώστε να είναι πιθανή η χρησιμοποίησις των, εν όλω ή κυρίως, υπό παραγωγών ή εν σχέσει προς ελαιοκομικά προϊόντα παραγόμενα υπ’ αυτών.

Συμμερισμός διευκολύνσεων μετ’ άλλων αρχών εμπορίας

44. Το Συμβούλιον δύναται, οσάκις ενδείκνυται να πράξη ούτω, να προέλθη εις διευθετήσεις ή συνάψη συμφωνίαν ή αναλάβη υποχρέωσιν μετ’ άλλης δυνάμει παντός ετέρου νόμου καθιδρυθείσης ή καθιδρυθησομένης εν τη Δημοκρατία αρχής εμπορίας αναφορικώς προς την διατήρησιν κοινού εκτελεστικού προσωπικού και την χρήσιν κοινού οικήματος και άλλων διοικητικών διευκολύνσεων.

Διανομή στατιστικών και άλλων πληροφοριών

45. Το Συμβούλιον δύναται, καθ’ ον τρόπον θεωρεί πρέποντα, να λαμβάνη και να διανέμη ή να βοηθή εις την λήψιν ή διανομήν στατιστικών και άλλων πληροφοριών αι οποίαι κατά την γνώμην του Συμβουλίου είναι πιθανόν να συμβάλωσιν εις μεγαλυτέραν οικονομικήν ικανότητα της βιομηχανίας ελαιοκομικών προϊόντων:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω άρθρω τούτω επιτρέπει την αποκάλυψιν οιασδήποτε πληροφορίας κατά παράβασιν του άρθρου 72.

Νοείται περαιτέρω ότι ουδείς παραγωγός ή άλλο πρόσωπον δικαιούται εις οιανδήποτε αποζημίωσιν εάν έλθη εις φως ότι αι ούτω διανεμηθείσαι στατιστικαί ή άλλαι πληροφορίαι ήσαν εσφαλμέναι ή λόγω οιασδήποτε παραλείψεως του Συμβουλίου όπως λάβη και κυκλοφορήση τοιαύτας στατιστικάς ή άλλας πληροφορίας.

Έρευναι, κ.λ.π.

46. Το Συμβούλιον δύναται-

(α) να προάγη, βοηθή ή αναλαμβάνη να διεξαγάγη ερεύνας εν τη Δημοκρατία ή εν οιαδήποτε άλλη χώρα ως προς την πραγματικήν ή δυνητικήν ζήτησιν ελαιοκομικών προϊόντων παραγομένων εν τη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων και ερευνών ως προς την δυνατότητα εφαρμογής οιασδήποτε μεθόδου η οποία θα προεκάλει τοιαύτην ζήτησιν·

(β) να προάγη, βοηθή ή αναλαμβάνη να διεξαγάγη ερεύνας και διερευνήσεις περί τεχνολογικών ή οικονομικών θεμάτων (περιλαμβανομένων των δαπανών βελτιωμένων μεθόδων και εξοπλισμού) αναφερομένων εις την παραγωγήν, επεξεργασίαν και παρασκευήν προς εμπορίαν, μεταφοράν και αποθήκευσιν και εμπορίαν ελαιοκομικών προϊόντων παραγομένων εν τη Δημοκρατία.

Προαγωγή πωλήσεων

47. Το Συμβούλιον δύναται να προάγη, να βοηθή ή να αναλαμβάνη διαφήμισιν και μορφωτικάς εκστρατείας ή άλλας διευθετήσεις προς διαφήμισιν των αγαθών των ελαιοκομικών προϊόντων, ήτοι των θρεπτικών, θεραπευτικών και άλλων ιδιοτήτων των, προς τον σκοπόν της αυξήσεως (είτε εν τη Δημοκρατία είτε αλλαχού) των πωλήσεων ελαιοκομικών προϊόντων παραγομένων εν τη Δημοκρατία.

Συνεργασία μετ’ άλλων προσώπων, κ.λ.π.

48. Το Συμβούλιον δύναται να επιδοθή εις οιασδήποτε μορφής συνεργασίαν μεθ’ οιουδήποτε προσώπου εν τη εκτελέσει οιασδήποτε των αρμοδιοτήτων του, δύναται δε να προβαίνη εις τοιαύτας ανταλλαγάς απόψεων μετ’ άλλων αρχών και προσώπων, οίας θεωρεί το Συμβούλιον αναγκαίας προς εξασφάλισιν αποφυγής, κατά το δυνατόν, διπλών ερευνών, διπλής παροχής υπηρεσιών και διπλών άλλων δραστηριοτήτων.

Εξουσία προς λήψιν πληροφοριών

49. Οσάκις θεωρεί τούτο αναγκαίον διά την εκτέλεσιν οιασδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του, το Συμβούλιον δύναται να επιδώση εις οιονδήποτε παραγωγόν έγγραφον απαίτησιν καλούσαν το παραγωγόν τούτο όπως, εντός τοιαύτης προθεσμίας και εν τοιούτω τύπω ως το Συμβούλιον ήθελε καθορίσει, παράσχη εις το Συμβούλιον τοιούτους υπολογισμούς, εκθέσεις και άλλας πληροφορίας (περιλαμβανομένης της προσαγωγής βιβλίων, λογαριασμών και άλλων σχετικών εγγράφων) αναφερομένας εις ελαιοκομικά προϊόντα ως ήθελε καθορισθή εν τη απαιτήσει.

Εξουσία προς είσοδον και επιθεώρησιν

50.-(1) Παν πρόσωπον εγγράφως εξουσιοδοτημένον υπό του Συμβουλίου δύναται, προς τον σκοπόν όπως εξασφαλισθή συμμόρφωσις προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οιασδήποτε οδηγίας ή εντολής δοθείσης δυνάμει τούτου υπό του Συμβουλίου, να εισέλθει και επιθεωρήση καθ’ οιονδήποτε εύλογον χρόνον και επί προσαγωγή της εξουσιοδοτήσεως του οιανδήποτε γαίαν, τόπον ή οικήματα (εξαιρουμένων κατοικιών) τα οποία το ούτως εξουσιοδοτηθέν πρόσωπον έχει λόγους να πιστεύη ότι χρησιμοποιούνται διά την παραγωγήν ελαιοκομικών προϊόντων ή διά την διενέργειαν οιασδήποτε πράξεως ρυθμιζομένης εκάστοτε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Το ούτως εξουσιοδοτηθέν ως είρηται πρόσωπον δύναται να επιθεωρή ελαιοκομικά προϊόντα και να λαμβάνη δείγματα αυτών εις οιανδήποτε των εν τω εδαφίω (1) αναφερομένων περιστάσεων.

Γνωμοδοτήσεις εις τον Υπουργόν

51. Το Συμβούλιον δύναται να παρέχη γνωμοδοτήσεις και να υποβάλλη συστάσεις εις τον Υπουργόν ως προς την άσκησιν των αναφορικώς προς ελαιοκομικά προϊόντα, εισαγόμενα ελαιοκομικά προϊόντα και εισαγόμενα εδώδιμα σπορέλαια εξουσιών αυτού αι οποίαι εχορηγήθησαν εις αυτόν υπό των διατάξεων-

(α) των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965·

(β) των περί Κανονισμού Εισαγωγών Νόμων του 1962 και 1967·

(γ) των περί Εμπορευμάτων και Υπηρεσιών (Κανονισμός και Έλεγχος) Νόμων του 1962 έως 1966.

Συνεπείς και περαιτέρω αρμοδιότητες

52. Το Συμβούλιον δύναται-

(α) να πράττη παν ό,τι ενδεχομένως ή αναγκαίως συνεπάγεται η ενάσκησις των δυνάμει του παρόντος Νόμου χορηγουμένων εις το Συμβούλιον εξουσιών·

(β) τη εγκρίσει του Υπουργού να εκτελή οιασδήποτε άλλας αρμοδιότητας τας οποίας το Συμβούλιον ήθελε κρίνει σκόπιμον να ενασκήση διά τους εν τω εδαφίω (1) του άρθρου 26 καθοριζομένους σκοπούς.

Εξουσία προς επίδοσιν διοικητικών ή εκτελεστικών εντολών

53.-(1) Το Συμβούλιον έχει εξουσίαν όπως από καιρού εις καιρόν επιδίδη εις οιονδήποτε παραγωγόν, καθ’ ον τρόπον το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει πρέποντα, τοιαύτας διοικητικάς ή εκτελεστικάς οδηγίας ή εντολάς σχετικώς προς την ρύθμισιν και έλεγχον της βιομηχανίας ελαιοκομικών προϊόντων οίαι θα εθεωρούντο υπό του Συμβουλίου αναγκαίαι και σκόπιμοι διά την αποτελεσματικήν εκτέλεσιν των δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου.

(2) Ο παραγωγός στον οποίο επιδίδονται αι τοιαύται ρηθείσαι οδηγίαι ή εντολαί οφείλει όπως συμμορφωθή προς αυτάς.

ΜΕΡΟΣ VII ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Επενδύσεις

54. Οιαδήποτε χρηματικά ποσά υπάρχοντα εκάστοτε εις το ενεργητικόν του Συμβουλίου δύνανται είτε να κατατεθώσιν εις τρεχούμενον λογαριασμόν ή εις λογαριασμόν καταθέσεων παρ’ οιαδήποτε τραπέζη είτε, εάν δεν αναγκαιώσι τότε διά τους σκοπούς των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου, να επενδυθώσιν εις χρεώγραφα εις τα οποία επίτροποι δύνανται, δυνάμει των διατάξεων του περί Επιτρόπων Νόμου, να επενδύσωσι χρηματικά ποσά του καταπιστεύματος ή, τη εγκρίσει του Υπουργού, εις οιαδήποτε άλλα χρεώγραφα.

Πλεονάζοντα χρήματα

55. Το Συμβούλιον δύναται από καιρού εις καιρόν να θέτη εις αποθεματικόν τοιαύτα χρηματικά ποσά ως το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει πρέπον και δύναται να χρησιμοποιή το τοιούτο αποθεματικόν διά την ενάσκησιν των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου ή σχετικώς προς ταύτην καθ’ ον χρόνον και τρόπον το Συμβούλιον ήθελεν αποφασίσει.

Προϋπολογισμός

55Α. Προ της ενάρξεως εκάστου οικονομικού έτους το Συμβούλιον προπαρασκευάζει και υποβάλλει εις τον Υπουργόν προς έγκρισιν προϋπολογισμόν των εσόδων και δαπανών διά το έτος τούτο υπό τοιαύτην μορφήν και περιέχοντα τοιαύτας λεπτομερείας ως ήθελεν απαιτήσει ο Υπουργός.

Εξουσία προς σύναψιν δανείου

56. Το Συμβούλιον δύναται, τη συγκαταθέσει του Υπουργού ή συμφώνως προς γενικήν εξουσιοδότησιν διδομένην υπ’ αυτού, να δανείζηται υπό τύπον δανείου, καλύψεως πιστώσεως (overdraft) ή άλλως τοιαύτα ποσά οία θα εχρειάζοντο όπως το Συμβούλιον ανταποκριθή προς τας υποχρεώσεις του και ασκήσει τας αρμοδιότητας αυτού συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και τα ποσά ταύτα δύνανται να δανείζωνται είτε παρά της Κυβερνήσεως είτε παρ’ οιουδήποτε άλλου προσώπου και υπό τοιούτους όρους ως ήθελεν εγκρίνει ο Υπουργός.

Η Κυβέρνησις δύναται να εγγυάται δάνεια

57. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να εγγυηθή εκ μέρους της Κυβερνήσεως κατά τοιούτον τρόπον και υπό τοιούτους όρους ως ούτος ήθελε κρίνει καταλλήλους, την πληρωμήν τόκου και κεφαλαίου, ή εκατέρου εξ αυτών, ως προς οιονδήποτε δάνειον σκοπούμενον να συναφθή υπό του Συμβουλίου.

Η Κυβέρνησις δύναται να χορηγή οικονομικήν βοήθειαν

58. Ο Υπουργός Οικονομικών εκ μέρους της Κυβερνήσεως δύναται να χορηγή οικονομικήν βοήθειαν εις το Συμβούλιον υπό μορφήν δανείου ή άλλως, κατά τοιούτον τρόπον και υπό τοιούτους όρους ως θα έκρινε πρέπον δι’ οιονδήποτε των κάτωθι σκοπών του Συμβουλίου:

(α) την προμήθειαν κεφαλαίου το οποίον το Συμβούλιον θα εχρειάζετο προς άσκησιν των αρμοδιοτήτων αυτού δυνάμει του άρθρου 59·

(β) την προμήθειαν χρηματικών ποσών τα οποία το Συμβούλιον θα εχρειάζετο διά να ανταποκριθή προς τας υποχρεώσεις του ή να ασκήση οιανδήποτε των άλλων αρμοδιοτήτων αυτού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) δι’ οιονδήποτε άλλον σκοπόν (περιλαμβανομένων κεφαλαιουχικών σκοπών) ο οποίος θα έτεινεν εις την καλυτέραν οργάνωσιν, ανάπτυξιν ή ρύθμισιν της βιομηχανίας ελαιοκομικών προϊόντων ή οιουδήποτε τομέως ταύτης ως θα ενέκρινε το Υπουργικόν Συμβούλιον.

Καταβολή βασικών τιμών της παραγωγής

59.-(1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 60, το Συμβούλιον καταβάλλει εις τους παραγωγούς βάσει της ποσότητος, της κατηγορίας και του επιπέδου ποιότητος ελαιοκομικών προϊόντων παραδοθέντων εις το Συμβούλιον και γενομένων αποδεκτών υπ’ αυτού τοιαύτας βασικάς τιμάς οίας το Συμβούλιον εκάστοτε, τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου, θα καθώριζε.

(2) Προς καθορισμόν των βασικών τιμών συμφώνως προς το εδάφιον (1), το Συμβούλιον λαμβάνει υπ’ όψιν τοιούτους παράγοντας οίους το Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει σχετικούς, εν πάση δε περιπτώσει θα λαμβάνεται υπ’ όψιν το κόστος παραγωγής του προϊόντος.

Είσπραξις και κατανομή του προϊόντος πωλήσεων

60.-(1) Το Συμβούλιον εισπράττει το σύνολον του καθαρού προϊόντος εκ πωλήσεων ελαιοκομικών προϊόντων διενεργηθεισών υπό του Συμβουλίου διά λογαριασμόν των παραγωγών και διασφαλίζει ότι τα ούτω εισπραχθέντα χρηματικά ποσά κατανέμονται εις τους παραγωγούς κατά τοιούτον τρόπον, εις τοιαύτην αναλογίαν και εις τοιούτους χρόνους ως το Συμβούλιον ήθελεν εκάστοτε αποφασίσει και καθορίσει.

(2) Διά τους σκοπούς του εδαφίου (1) το Συμβούλιον δύναται, αναφορικώς προς ελαιοκομικά προϊόντα γενόμενα αποδεκτά και πωληθέντα υπό του Συμβουλίου, να προβή εις μεταγενεστέρας ή τελικάς πληρωμάς, ή αμφοτέρας, συμφώνως προς σύστημα κοινοπραξίας δυνάμει του οποίου το καθαρόν προϊόν πωλήσεων δύναται να συγκεντρωθή υπό του Συμβουλίου, βάσει του χρόνου, της κατηγορίας, της διαβαθμίσεως και του επιπέδου ποιότητος, και να κατανεμηθή εις τους παραγωγούς αναλόγως της συμμετοχής των εις εκάστην σχετικήν συγκέντρωσιν προϊόντων.

(3) Το Συμβούλιον δύναται να συμψηφίση μετά των αναλογούντων εις οιονδήποτε παραγωγόν χρημάτων το ποσόν οιασδήποτε βασικής τιμής καταβληθείσης εις αυτόν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 59 και το ποσόν των εισφορών και τελών των καθορισθέντων δυνάμει των άρθρων 67 και 68 αντιστοίχως ή οιαδήποτε χρηματικά ποσά οφειλόμενα υπ’ αυτού εις το Συμβούλιον.

(4) Προς τον σκοπόν εξακριβώσεως του καθαρού προϊόντος πωλήσεως το οποίον δέον να καταβληθή εις οιονδήποτε παραγωγόν ελαιοκομικών προϊόντων παραδοθέντων εις το Συμβούλιον και γενομένων αποδεκτών υπ’ αυτού και γενικώς διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η απόφασις του Συμβουλίου, ως προς την κατηγορίαν και το επίπεδον ποιότητος ελαιοκομικών προϊόντων, την μέθοδον καθορισμού των κατακρατήσεων αναφορικώς προς εισφοράς, τέλη και δαπάνας διενεργηθείσας κατά την υπό του Συμβουλίου εμπορίαν και πώλησιν των τοιούτων ελαιοκομικών προϊόντων διά λογαριασμόν του παραγωγού ή σχετικώς προς αυτάς, και γενικώς διά την μέθοδον καθορισμού του ποίον είναι πράγματι το καθαρόν προϊόν της πωλήσεως, είναι τελεσίδικος.

Δικαιώματα δι’ υπηρεσίας

61. Όταν εν τη ενασκήσει των αρμοδιοτήτων του το Συμβούλιον παρέχη οιανδήποτε υπηρεσίαν εις οιονδήποτε πρόσωπον το Συμβούλιον δύναται να εισπράξη τοιαύτα δικαιώματα διά την υπηρεσίαν ταύτην οία δυνατόν να συμφωνηθώσι μεταξύ αυτού και του εν λόγω προσώπου.

Κεφάλαια του Συμβουλίου

62. Τα κεφάλαια και αι πρόσοδοι του Συμβουλίου συνίστανται εις-

(α) τοιαύτα ποσά ως ήθελον από καιρού εις καιρόν εξειδικευθή εις το Συμβούλιον υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων·

(β) χρηματικά ποσά προερχόμενα εξ εισφορών και τελών καταβλητέων υπό παραγωγών ως προβλέπεται εν τοις άρθροις 67 και 68·

(γ) χρηματικά ποσά προερχόμενα εκ δικαιωμάτων διά παρασχεθείσας υπηρεσίας·

(δ) χρηματικά ποσά προερχόμενα εκ πωλήσεων ελαιοκομικών προϊόντων·

(ε) χρηματικά ποσά κερδαινόμενα ή προερχόμενα εξ οιασδήποτε ιδιοκτησίας ή επενδύσεων αποκτηθέντων υπό του Συμβουλίου ή περιελθόντων εις αυτό·

(στ) χρηματικά ποσά εκ δανείων συναφθέντων δυνάμει της υπό του παρόντος Νόμου χορηγουμένης εις το Συμβούλιον εξουσίας προς σύναψιν δανείων·

(ζ) χρηματικά ποσά περιερχόμενα εις το Συμβούλιον εξ οιασδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου ενεργειών του· και

(η) παν άλλο ποσόν ή στοιχείον ενεργητικού το οποίον δυνατόν, καθ’ οιονδήποτε τρόπον, να καταστή πληρωτέον εις το Συμβούλιον ή να περιέλθη εις αυτό σχετικώς προς οιονδήποτε ζήτημα το οποίον ενδεχομένως ή αναγκαίως συνεπάγονται αι αρμοδιότητες αυτού.

Δαπάναι

63. Το Συμβούλιον δύναται να διαθέτη τα εις την διάθεσιν αυτού κεφάλαια-

(α) διά την διενέργειαν πληρωμών εις παραγωγούς δι’ ελαιοκομικά προϊόντα επί των οποίων το δικαίωμα κυριότητος περιήλθεν εις το Συμβούλιον δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(β) [Διαγράφηκε]

(γ) δι’ απάσας των δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου δυναμένων να ενασκηθώσιν υπό του Συμβουλίου αρμοδιοτήτων ή οιασδήποτε εξ αυτών, ή σχετικώς προς αυτάς·

(δ) διά τας διοικητικάς δαπάνας του Συμβουλίου·

(ε) διά πληρωμάς εις έκτακτα έξοδα ή άλλα αποθεματικά·

(στ) διά τόκους εφ’ οιουδήποτε χρηματικού ποσού δανεισθέντος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(ζ) διά την πληρωμήν αντιμισθίας και επιδομάτων εις μέλη του Συμβουλίου διά τα δυνάμει του παρόντος Νόμου καθήκοντα των και διά την πληρωμήν οδοιπορικών και επιδομάτων συντηρήσεως εις μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής της καθιδρυθείσης δυνάμει του άρθρου 13·

(η) διά την πληρωμήν των μισθών, επιδομάτων, φιλοδωρημάτων ή συντάξεων των υπαλλήλων και υπηρετών του Συμβουλίου·

(θ) διά τας δαπάνας ερευνών και διερευνήσεων εις άπαντα τα αφορώντα την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων θέματα, περιλαμβανομένης της από καιρού εις καιρόν χορηγήσεως χρηματικών ποσών εις ιδρύματα συσταθέντα διά την διενέργειαν τοιούτων ερευνών·

(ι) διά τας προς σχηματισμόν και καθίδρυσιν δαπάνας αι οποίαι δυνατόν να έχωσι διενεργηθή τη εγκρίσει του Υπουργού, διά λογαριασμόν του Συμβουλίου προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου·

(ια) δι’ οιονδήποτε σκοπόν διά τον οποίον το Συμβούλιον υπέχει υποχρέωσιν να χρησιμοποιή τα κεφάλαια αυτού δυνάμει του παρόντος ή παντός ετέρου Νόμου·

(ιβ) διά την διενέργειαν πληρωμών εις οιαδήποτε πρόσωπα διά την υπ’ αυτών εκτέλεσιν τοιούτων αρμοδιοτήτων σχετικώς προς ελαιοκομικά προϊόντα οίαι κατά την γνώμην του Συμβουλίου βοηθούσιν ή δυνατόν να βοηθήσωσιν εις την αποτελεσματικωτέραν παραγωγήν, επεξεργασίαν, εμπορίαν ή χρήσιν ελαιοκομικών προϊόντων ή οιουδήποτε παραγώγου αυτών· το δε Συμβούλιον δύναται να συνάψη συμφωνίας μετά των προσώπων τούτων ως προς τους όρους υπό τους οποίους θα διενεργώνται αι τοιαύται πληρωμαί.

Λογαριασμοί και έλεγχος

64.-(1) Το Συμβούλιον-

(α) μεριμνά όπως τηρώνται οι προσήκοντες λογαριασμοί περί των συναλλαγών αυτού, συμφώνως προς παραδεδεγμένας αρχάς, κατά τρόπον ικανοποιούντα τον Υπουργόν·

(β) ετοιμάζει ετησίαν κατάστασιν λογαριασμών εν τοιούτω τύπω και παρέχουσαν τοιαύτα στοιχεία και συντεταγμένην κατά τοιούτον τρόπον ώστε αύτη να παρέχη αληθή και δικαίαν όψιν της οικονομικής καταστάσεως του Συμβουλίου και των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου κατά την λογιστικήν περίοδον εις την οποίαν αύτη αφορά.

(2) Οι λογαριασμοί του Συμβουλίου ελεγχόνται υπό μέλους λογιστικού οίκου περιλαμβάνοντος μέλος ανεγνωρισμένου τινός Ιδρύματος (Ινστιτούτου) ή Συνδέσμου Λογιστών, διοριζομένου ετησίως υπό του Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού.

(3) Το Συμβούλιον αποστέλλει, το ταχύτερον δυνατόν μετά το τέλος εκάστης λογιστικής περιόδου, έκθεσιν εις τον Υπουργόν επί της εκτελέσεως των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και δραστηριοτήτων του διαρκούσης της εν λόγω περιόδου, συνοδευομένην υπό αντιγράφου της καταστάσεως των ελεγχθέντων λογαριασμών του Συμβουλίου διά την αυτήν περίοδον και αντιγράφου οιασδήποτε εκθέσεως γενομένης υπό ελεγκτών επί της καταστάσεως ταύτης ή επί των λογαριασμών του Συμβουλίου.

(4) Αντίγραφον εκάστης τοιαύτης ετησίας εκθέσεως, καταστάσεως λογαριασμών και εκθέσεως ελεγκτών κατατίθεται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων.

(5) Εν τω παρόντι άρθρω “λογιστική περίοδος” σημαίνει την περίοδον η οποία άρχεται από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου και λήγει κατά τινα ημερομηνίαν, ουχί βραδύτερον των δώδεκα μηνών μετ’ αυτήν, την οποίαν ήθελε καθορίσει το Συμβούλιον, ή οιανδήποτε μεταγενεστέραν περίοδον ουχί πλειόνων των δώδεκα μηνών, αρχομένην από του τέλους της προηγουμένης λογιστικής περιόδου.

Καθήκον προς παροχήν πληροφοριών

65. Το Συμβούλιον παρέχει εις τον Υπουργόν τοιαύτας οικονομικάς και στατιστικάς καταστάσεις οίας ούτος ήθελεν εκάστοτε απαιτήσει.

Επισφαλείς οφειλαί

66. Το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργού, να διαγράψη επισφαλείς οφειλάς.

ΜΕΡΟΣ VIII ΥΠΟΧΡΕΩΣΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝ
Εισφοραί

67. Έκαστος παραγωγός καταβάλλει εις το Συμβούλιον εισφοράν τοιούτου ποσού κατ’ οκάν (και αναλόγως δι’ οιανδήποτε άλλην ποσότητα) ελαιοκομικών προϊόντων παραδιδομένων υπ’ αυτού εις το Συμβούλιον ως τούτο ήθελεν εκάστοτε θεωρήσει αναγκαίον ίνα καλύψη τας διοικητικάς και διαχειριστικάς δαπάνας εις τας οποίας υποβάλλεται το Συμβούλιον εν τη ενασκήσει των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του. Αι εισφοραί αύται υπολογίζονται δι’ αναφοράς προς τας εξ εκάστου παραγωγού παραδόσεις ελαιοκομικών προϊόντων εις το Συμβούλιον διαρκούσης τοιαύτης περιόδου οίαν το Συμβούλιον ήθελεν ορίσει.

Τέλη

68.-(1) Το Συμβούλιον δύναται να επιβάλη ειδικόν τέλος ή ειδικά τέλη επί παραγωγών-

(α) [Διαγράφηκε]

(β) προς τον σκοπόν καλύψεως οιωνδήποτε ζημιών τας οποίας το Συμβούλιον δυνατόν να έχη υποστή εν τη ενασκήσει οιασδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του·

(γ) προς τον σκοπόν εξασφαλίσεως δικαίας εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μεταξύ όλων των τάξεων των παραγωγών.

(2) Τα τοιαύτα τέλη υπολογίζονται βάσει τοιούτου ποσοστού του καθαρού προϊόντος της υπό του Συμβουλίου πωλήσεως των ελαιοκομικών προϊόντων εκάστου παραγωγού οίον το Συμβούλιον ήθελεν από καιρού εις καιρόν ορίσει και εν αναφορά προς τας υφ’ εκάστου παραγωγού παραδόσεις ελαιοκομικών προϊόντων εις το Συμβούλιον διαρκούσης τοιαύτης περιόδου οίαν το Συμβούλιον ήθελεν ορίσει.

Διεκδίκησις εισφορών, κ.λ.π.

69. Το ποσόν οιασδήποτε εισφοράς καταβλητέας υπό παραγωγού δυνάμει του άρθρου 67 ή οιονδήποτε μέρος τοιαύτης εισφοράς και το ποσόν οιουδήποτε τέλους επιβληθέντος επί παραγωγού δυνάμει του άρθρου 68 ή οιονδήποτε μέρος του τοιούτου τέλους δύνανται να διεκδικηθώσιν ως χρέος οφειλόμενον εις το Συμβούλιον υπό του τοιούτου παραγωγού-

(α) δι’ αφαιρέσεως υπό του Συμβουλίου εξ οιουδήποτε χρηματικού ποσού το οποίον δυνατόν να οφείληται υπό του Συμβουλίου εις τον ενδιαφερόμενον παραγωγόν· ή

(β) ως απλούν χρέος εκ συμβάσεως ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου έχοντος αρμοδίαν δικαιοδοσίαν.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΑΙ
Ψευδείς παραστάσεις

70. Πας όστις ψευδώς προβάλλει ή παριστά εαυτόν ως πράκτορα ή πρόσωπον ενεργούν τη εξουσιοδοτήσει του Συμβουλίου είναι ένοχος αδικήματος.

Άλλα αδικήματα

71. Πας όστις-

(α) [Διαγράφηκε]

(β) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθή προς τους όρους οιασδήποτε εξουσιοδοτήσεως ή αδείας χορηγηθείσης υπό του Συμβουλίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου· ή

(γ) παραβαίνει ή άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε οδηγίαν ή εντολήν επιδοθείσαν εις αυτόν υπό του Συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 53· ή

(δ) άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε απαίτησιν γενομένην υπό του Συμβουλίου συμφώνως προς το άρθρον 49 ή συμμορφούμενος προς ταύτην προβαίνει εις δήλωσιν ήτις εν γνώσει του είναι ψευδής εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον ή εκ βαρείας αμελείας προβαίνει εις δήλωσιν ψευδή εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον· ή

(ε) δολίως προβαίνει εις ψευδή καταχώρησιν εν οιωδήποτε αρχείω του οποίου η τήρησις απαιτείται συμφώνως προς οιανδήποτε των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου, ή συμφώνως τοις εν τοις ανωτέρω προσάγει έγγραφον εν γνώσει αυτού διαλαμβάνον καταχώρησιν ψευδή εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον ή εκ βαρείας αμελείας προσάγει έγγραφον διαλαμβάνον καταχώρησιν ψευδή εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον· ή

(στ) παρενοχλεί ή παρακωλύει οιονδήποτε πρόσωπον δεόντως εξουσιοδοτημένον υπό του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 50,

είναι ένοχος αδικήματος.

Αδικήματα σχετικώς προς την αποκάλυψιν ωρισμένων πληροφοριών ληφθεισών δυνάμει του παρόντος Νόμου

72. Εάν οιονδήποτε πρόσωπον αποκαλύψη πληροφορίαν ληφθείσαν υπ’ αυτού εν τη ενασκήσει οιασδήποτε εξουσίας χορηγηθείσης αυτώ ή τω Συμβουλίω υπό ή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η δε αποκάλυψις αύτη γενή άλλως ή

(α) τη συναινέσει του προσώπου παρά του οποίου παρεσχέθη η σχετική πληροφορία·

(β) εις τον Υπουργόν ή τον υπ’ αυτού εξουσιοδοτηθέντα ή εις μέλος ή υπάλληλον του Συμβουλίου· ή

(γ) εν τω τύπω συνόψεως παρομοίων καταστάσεων ή πληροφοριών παρασχεθεισών υπ’ αριθμού τινος προσώπων ή ληφθεισών παρ’ αυτών, της συνόψεως ταύτης ούσης ούτω διατετυπωμένης ώστε να μη είναι δυνατή η εξ αυτής εξακρίβωσις οιωνδήποτε στοιχείων αφορώντων εις την επιχείρησιν συγκεκριμένων ατόμων· ή

(δ) διά τους σκοπούς δικαστικής διαδικασίας (αστικής ή ποινικής, περιλαμβανομένων και διαιτησιών) δυνάμει του παρόντος Νόμου ή διά τα πρακτικά της τοιαύτης διαδικασίας,

είναι ένοχος αδικήματος.

Ποιναί

73. Πας όστις είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει των άρθρων 70, 71, ή 72 υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας 450 ή εις φυλάκισιν διά χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

Αδικήματα νομικών προσώπων

74. Όταν αποδειχθή ότι αδίκημα κατά παράβασιν οιασδήποτε των προηγουμένων διατάξεων του παρόντος Νόμου, το οποίον διεπράχθη υπό νομικού προσώπου, διεπράχθη τη συναινέσει ή τη συνενοχή, ή ότι δύναται να αποδοθή εις οιανδήποτε αμέλειαν οιουδήποτε συμβούλου, διευθυντού, γραμματέως, ή άλλου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οιουδήποτε προσώπου φερομένου ως ενεργούντος υπό τοιαύτην ιδιότητα, τόσον ούτος όσον και το νομικόν πρόσωπον θεωρούνται ως ένοχοι του αδικήματος τούτου και υπόκεινται εις δίωξιν και, εν περιπτώσει καταδίκης, εις την επιβολήν αναλόγου ποινής.

Δίωξις δι’ αδικήματα

75. Ουδεμία δίωξις δι’ αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου διενεργείται ειμή-

(α) υπό του Συμβουλίου· ή

(β) υπό του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας ή τη συναινέσει αυτού.

ΜΕΡΟΣ Χ ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άδειαι ή γραπταί εξουσιοδοτήσεις

76. Το Συμβούλιον δύναται, από καιρού εις καιρόν, να χορηγή, αναστέλλη ή ακυροί οιανδήποτε άδειαν ή οιανδήποτε γραπτήν εξουσιοδότησιν η οποία δύναται να εκδοθή υπό του Συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ή να επιβάλη όρους εις αυτήν:

Νοείται ότι ο αιτητής ή, αναλόγως της περιπτώσεως ο αδειούχος κέκτηται το δικαίωμα εφέσεως εφ’ οιασδήποτε επί τούτω αποφάσεως του Συμβουλίου, η δε απόφασις του Υπουργού είναι τελεσίδικος και δεσμευτική διά τε το Συμβούλιον και τον εφεσίοντα.

Δήλωσις

77. Προς άρσιν οιασδήποτε αμφιβολίας δηλούται ώδε ότι αι διατάξεις του παρόντος Νόμου αφορώσι μόνον εις την ικανότητα του Συμβουλίου ως νομικού προσώπου καθιδρυομένου διά νόμου, ουδέν δε εν ταις ρηθείσαις διατάξεσι δέον να ερμηνευθή ως εξουσιοδοτούν το Συμβούλιον όπως αγνοήση οιονδήποτε νομοθέτημα ή κανόνα δικαίου, εκτός εάν ρητώς προβλέπηται άλλως εν ταις ρηθείσαις διατάξεσιν.

Υπουργικαί οδηγίαι

78.-(1) Το παρόν άρθρον εφαρμόζεται αναφορικώς προς πάσαν αρμοδιότητα του Συμβουλίου δυναμένην να ασκηθή υπ’ αυτού δυνάμει οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου.

(2) Ανεξαρτήτως παντός εν τω παρόντι Νόμω διαλαμβανομένου, εάν φανή τω Υπουργώ ότι το αποτέλεσμα ή εν των αποτελεσμάτων οιασδήποτε πράξεως ή παραλείψεως, ή σκοπουμένης πράξεως ή παραλείψεως, του Συμβουλίου αντίκειται ή θα αντίκειται προς το δημόσιον συμφέρον, ο Υπουργός δύναται κατόπιν προηγουμένης γνωμοδοτήσεως του Συμβουλίου, να δώση κατά την κρίσιν του τοιαύτας εντολάς προς το Συμβούλιον ως προς τας πράξεις ή παραλείψεις αυτού οίας ήθελε θεωρήσει αναγκαίας ή σκοπίμους ίνα παρεμποδίση το εν λόγω αποτέλεσμα ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ίνα αποτρέψη ή μειώση την ζημίαν την οποίαν τούτο επάγεται εις το δημόσιον συμφέρον· το δε Συμβούλιον έχει καθήκον όπως συμμορφωθή προς τας τοιαύτας εντολάς:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι εδαφίω διαλαμβανομένων δύναται να ερμηνευθή ως επιτρέπον τω Συμβουλίω ή ως επιβάλλον αυτώ την υποχρέωσιν όπως πράξη τι το οποίον τούτο δεν έχει εξουσίαν να πράξη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Διαιτησία

79.-(1) Πας παραγωγός ή παν έτερον πρόσωπον επιδιδόμενον εις την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων μετά του οποίου το Συμβούλιον έχει εμπορικάς ή σχετικάς προς δραστηριότητας σχέσεις αναφορικώς προς οιασδήποτε εξουσίας αι οποίαι δύνανται να ενασκηθώσιν υπό ή εκ μέρους του Συμβουλίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του οποίου τα νόμιμα συμφέροντα παραβλάπτονται υπό πράξεως ή παραλείψεως του Συμβουλίου ή οιασδήποτε αρχής ενεργούσης εκ μέρους του Συμβουλίου εν σχέσει προς εξουσίαν δυναμένην να ενασκηθή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να υποβάλη το ζήτημα εις διαιτησίαν ενός μόνον διαιτητού.

(2) Ο διαιτητής αποτελεί το αντικείμενον συμφωνίας μεταξύ του ενδιαφερομένου προσώπου και του Συμβουλίου ή, εάν δεν επιτευχθή τοιαύτη συμφωνία διορίζεται, τη αιτήσει εκατέρου των μερών, υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας όπου το ενδιαφερόμενον πρόσωπον διαμένει, ο διαιτητής δε δύναται να εκδώση δικαίαν, κατά την κρίσιν αυτού απόφασιν επί της υποβληθείσης εις διαιτησίαν υποθέσεως.

(3) Η ακρόασις της υποβληθείσης εις διαιτησίαν υποθέσεως διεξάγεται, και η επ’ αυτής απόφασις εκδίδεται, εν τη Δημοκρατία και συμφώνως προς το κρατούν εν τη Δημοκρατία δίκαιον, εφαρμόζεται δε σχετικώς ο περί Διαιτησίας Νόμος.

(4) Πιστοποίησις υπογεγραμμένη υπό του Υπουργού ότι οιαδήποτε εμπορική ή άλλη σχέσις ή οιαδήποτε πράξις ή παράλειψις, περί της οποίας προβάλλεται ισχυρισμός, δεν σχετίζεται προς οιανδήποτε εξουσίαν η οποία δύναται να ενασκηθή υπό του Συμβουλίου ή εκ μέρους αυτού δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι τελεσίδικος και δεν διαμφισβητείται υπό του διαιτητού ή υφ’ οιουδήποτε Δικαστηρίου.

Διάλυσις και εκκαθάρισις του Συμβουλίου

80.-(1) Εάν, κατόπιν γνωμοδοτήσεως ως εν τοις εφεξής, ο Υπουργός κρίνη τούτο σκόπιμον, δύναται ούτος διά Διατάγματος να διαλύση το Συμβούλιον, επί τούτω δε το Συμβούλιον ουδεμίαν των υπό του παρόντος Νόμου χορηγουμένων αυτώ αρμοδιοτήτων ενασκεί, εκτός καθ’ ην έκτασιν δυνατόν τούτο να είναι αναγκαίον διά την λυσιτελή διάλυσιν του Συμβουλίου.

Η προ της εκδόσεως Διατάγματος δυνάμει του παρόντος εδαφίου απαιτουμένη γνωμοδότησις λαμβάνεται παρά του Συμβουλίου και οιωνδήποτε οργανισμών οι οποίοι φαίνονται εις τον Υπουργόν ότι εκπροσωπούσιν εις ουσιαστικόν βαθμόν τα συμφέροντα αναφορικώς προς τα οποία διορίζονται μέλη του Συμβουλίου.

(2) Εν Διατάγματι εκδιδομένω δυνάμει του παρόντος άρθρου ο Υπουργός περιλαμβάνει τοιαύτας διατάξεις οίας ήθελε κρίνει αναγκαίας διά-

(α) την εκκαθάρισιν των υποθέσεων του Συμβουλίου·

(β) την επιβολήν και διεκδίκησιν επιβαρύνσεων προς αντιμετώπισιν των υποχρεώσεων του Συμβουλίου και των δαπανών της εκκαθαρίσεως, καθ’ ο μέτρον αι τοιαύται υποχρεώσεις και δαπάναι δεν δύνανται να καλυφθώσιν εκ των κεφαλαίων ή άλλων στοιχείων ενεργητικού του Συμβουλίου·

(γ) την χρησιμοποίησιν οιωνδήποτε πλεοναζόντων κεφαλαίων ή άλλων στοιχείων ενεργητικού διά καθοριζομένους εν τω Διατάγματι σκοπούς, όντας σκοπούς σχετιζομένους προς την βιομηχανίαν ελαιοκομικών προϊόντων διά τους οποίους το Συμβούλιον ελειτούργει προ της εκκαθαρίσεως αυτού.

(3) Η υπό του παρόντος άρθρου χορηγουμένη εξουσία προς έκδοσιν Διατάγματος ενασκείται διά διοικητικής πράξεως, υποκειμένης εις ακύρωσιν δι’ αποφάσεως της Βουλής των Αντιπροσώπων.

(4) Το διά τα εν τω εδαφίω (2) καθοριζόμενα θέματα προνοούν μέρος Διατάγματος τινος εκδιδομένου δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να τροποποιηθή ή ανακληθή διά μεταγενεστέρου Διατάγματος του Υπουργού εκδιδομένου δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Διατάξεις αναφερόμεναι εις κύρωσιν πράξεων διενεργηθεισών υπό Σκιώδους Συμβουλίου προ της ψηφίσεως του παρόντος Νόμου και της ενάρξεως της ισχύος αυτού

81.-(1) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-

(α) “το Σκιώδες Συμβούλιον” σημαίνει προσωρινόν σώμα μη έχον νομικήν υπόστασιν ή κατ’ εξουσιοδότησιν νόμου εξουσίας και δυνάμενον να συνίσταται, εν όλω ή εν μέρει, εκ των σκοπουμένων όπως διορισθώσιν ως μέλη του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 6·

(β) “το δυνάμει του παρόντος Νόμου Συμβούλιον” σημαίνει το επί τη ψηφίσει του παρόντος Νόμου και επί τη ενάρξει της ισχύος αυτού νομίμως καθιδρυθησόμενον δυνάμει του άρθρου 6 Συμβούλιον.

(2) Εάν, προ της ψηφίσεως του παρόντος Νόμου και της ενάρξεως της ισχύος αυτού, ο Υπουργός, θεωρήσας τούτο αναγκαίον και σκόπιμον, καθίδρυσε Σκιώδες Συμβούλιον Εμπορίας Ελαιοκομικών Προϊόντων προς τον σκοπόν της διευκολύνσεως της ετοιμασίας προσωρινών διευθετήσεων, διοικητικών, διοργανωτικών, εμπορίας και άλλων παρομοίων, εν προόψει της ψηφίσεως του παρόντος Νόμου και της ενάρξεως της ισχύος αυτού, πάσα πράξις διενεργηθείσα υπό του Σκιώδους Συμβουλίου θα έχη, εάν επιβεβαιωθή και επικυρωθή υπό του δυνάμει του παρόντος Νόμου Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού, αναδρομικήν ισχύν και θα έχη την αυτήν ισχύν και εγκυρότητα ως εάν πάσα τοιαύτη πράξις είχε διενεργηθή κατά τον χρόνον ή τους χρόνους της διενεργείας της υπό του δυνάμει του παρόντος Νόμου Συμβουλίου.

(3) Αι διατάξεις του εδαφίου (2) δεν εφαρμόζονται εις οιασδήποτε πράξεις διενεργηθείσας υπό του Σκιώδους Συμβουλίου αι οποίαι, επί τη ψηφίσει του παρόντος Νόμου, ήθελον αποδειχθή ως διενεργηθείσαι καθ’ υπέρβασιν εξουσιών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Κανονισμοί

81Α. Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδίδη κανονισμούς δημοσιευομένους εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας διά την πραγμάτωσιν των σκοπών του παρόντος Νόμου.

Κατάργησις του εδαφίου (2) του άρθρου 4 των περί Ελαιολάδου Νόμων, κ.λ.π.

82. Το εδάφιον (2) του άρθρου 4 των περί Ελαιολάδου Νόμων του 1963 και 1965, ομού μετά του Κανονισμού 10 των περί Ελαιολάδου Κανονισμών του 1963, παύει να έχη οιανδήποτε ισχύν άμα τη ενάρξει της ισχύος του παρόντος Νόμου.

Ημερομηνία ενάρξεως ισχύος

83. Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται εις ημερομηνίαν ορισθησομένην υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΙΝΑΞ - Ελαιοκομικά προϊόντα επί των οποίων εφαρμόζεται ο παρών Νόμος

(Άρθρα 2 και 3.).

ΕΛΑΙΟΚΟΜΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ

ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Ο ΠΑΡΩΝ ΝΟΜΟΣ

Ελαιόλαδον, περιλαμβανομένων των-

παρθένου ελαιολάδου,
μαύρου ελαιολάδου,
μειονεκτικού ελαιολάδου,
ανακαθαρισμένου (ραφιναρισμένου) ελαιολάδου,
πυρηνελαίου,
ανακαθαρισμένου (ραφιναρισμένου) πυρηνελαίου,

και οιωνδήποτε μιγμάτων-

παρθένου ελαιολάδου,
μαύρου ελαιολάδου,
ανακαθαρισμένου (ραφιναρισμένου) ελαιολάδου
ανακαθαρισμένου (ραφιναρισμένου) πυρηνελαίου, και ελαίαι.

Σημείωση
14 του Ν60/68Ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου

14 του Ν.60/68. Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται εις ημερομηνίαν ορισθησομένην υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
34 του Ν.26(I)/2005Κατάργηση νόμων και επιφυλάξεων

34.-(1) Οι περί Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων Νόμοι του 1968 μέχρι 2002, καταργούνται.

(2)  Η νομική προσωπικότητα  του Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων, που ιδρύθηκε δυνάμει των καταργηθέντων Νόμων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και μετονομάζεται με βάση τον παρόντα Νόμο, σε Συμβούλιο Ελαιοκομικών Προϊόντων, διατηρείται και δεν επηρεάζεται, με οποιοδήποτε τρόπο, από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005].

(3) Οποιοσδήποτε κανονισμός, διάταγμα, γνωστοποίηση, οδηγία, έντυπο ή άλλη πράξη, η οποία ίσχυε αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005], έχει εκδοθεί δυνάμει του καταργηθέντος Νόμου και αφορά οποιοδήποτε ζήτημα, για το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ή το Συμβούλιο Ελαιοκομικών Προϊόντων έχει εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005]  να εκδίδει κανονισμούς ή να παρέχει οδηγίες ή να επιβάλλει όρους ή περιορισμούς,  ισχύει ως να είχε εκδοθεί , παρασχεθεί ή επιβληθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005], στην έκταση που δεν αντίκειται στις πιο πάνω διατάξεις, μέχρι να ανακληθεί ή τροποποιηθεί ανάλογα με την περίπτωση από το Υπουργικό Συμβούλιο, τον Υπουργό ή το Συμβούλιο.

(4)  Διορισμοί που έγιναν, εντολές, εξουσιοδοτήσεις, άδειες ή εγκρίσεις οι οποίες παρασχέθηκαν από το Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων δυνάμει των καταργηθέντων Νόμων, οι οποίοι τελούσαν σε ισχύ αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005], ισχύουν ως να έγιναν ή παρασχέθηκαν δυνάμει της αντίστοιχης διάταξης του παρόντος  Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.26(I)/2005], στην έκταση που δεν αντίκεινται στις πιο πάνω διατάξεις και εφόσον δεν ανακληθούν ή τροποποιηθούν ρητά.

(5)  Έγγραφο το οποίο αναφέρεται στους Νόμους που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν.26(I)/2005], ερμηνεύεται εκτός αν προκύπτει πρόθεση για το αντίθετο στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή στον Ν.26(I)/2005], ως αναφερόμενο στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή στον Ν.26(I)/2005].