107.—(1) Δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου ασφαλιστηρίων του Κλάδου Γενικής Φύσεως κυπριακής ασφαλιστικής εταιρείας προς άλλη κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, ή η μεταβίβαση χαρτοφυλακίου αντασφαλιστικών εργασιών Κλάδου Γενικής Φύσεως ή Κλάδου Ζωής ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σε άλλη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση εκτός αν, η μεταβίβαση εγκριθεί με απόφαση του Εφόρου, που εκδίδεται κατά τα οριζόμενα σε επόμενες διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία:
(α) μια κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία που, για σκοπούς του Κεφαλαίου αυτού, εφεξής θα καλείται «ο εκχωρητής», προτίθεται να μεταβιβάσει το σύνολο ή μέρος του χαρτοφυλακίου ασφαλιστηρίων του Κλάδου Γενικής Φύσεως, που καλύπτουν ασφαλιστικούς κινδύνους εντός της Δημοκρατίας, σε άλλη κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, που για τους σκοπούς του κεφαλαίου αυτού εφεξής θα καλείται «ο εκδοχέας», ή
(β) μια κυπριακή ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, που για σκοπούς του Κεφαλαίου αυτού, εφεξής θα καλείται «ο εκχωρητής», προτίθεται να μεταβιβάσει το σύνολο ή μέρος του χαρτοφυλακίου αντασφαλιστικών εργασιών Κλάδου Γενικής Φύσεως ή Κλάδου Ζωής, σε άλλη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, που για τους σκοπούς του κεφαλαίου αυτού εφεξής θα καλείται «ο εκδοχέας»,
ο εκδοχέας υποβάλλει αίτηση στον Έφορο προς έγκριση της συμφωνίας μεταβίβασης.
(3) Σε περίπτωση μεταβίβασης χαρτοφυλακίου αντασφαλιστικών εργασιών Κλάδου Γενικής Φύσεως ή Κλάδου Ζωής ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σε άλλη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) αίτηση, υποβάλλεται και έκθεση ενός ανεξάρτητου αναλογιστή, άλλου από τον εντεταλμένο ή τον εσωτερικό αναλογιστή του εκχωρητή ή του εκδοχέα, σε σχέση με τους όρους της σκοπούμενης μεταβίβασης, στην οποία ο αναλογιστής αυτός εκφράζει σαφώς και επαρκώς τις απόψεις του αναφορικά με τις ενδεχόμενες πιθανές επιπτώσεις της μεταβίβασης στους υφιστάμενους ασφαλισμένους του εκχωρητή και του εκδοχέα.
(4) Με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) αίτηση καταβάλλεται και το καθορισμένο τέλος.
108.—(1) Ο Έφορος δεν επιλαμβάνεται της αιτήσεως για έγκριση της συμφωνίας μεταβίβασης, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι τηρήθηκαν οι ακόλουθες διατάξεις:
(α) Δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, και εφόσον ο Έφορος το κρίνει σκόπιμο, σε δύο ημερήσιες εγχώριες εφημερίδες, γνωστοποίηση, στην οποία αναφέρεται ότι υποβλήθηκε στον Έφορο αίτηση για έγκριση της συμφωνίας μεταβίβασης, η διεύθυνση των γραφείων του εκχωρητή και του εκδοχέα, καθώς και ο χρόνος κατά τον οποίο θα είναι διαθέσιμα στο κοινό προς επιθεώρηση αντίγραφα της κατάστασης, που προβλέπεται πιο κάτω στην παράγραφο (γ) του εδαφίου αυτού·
(β) εκτός εάν ο Έφορος αποφασίσει άλλως πως, έχει αποσταλεί αντίγραφο της πιο πάνω γνωστοποίησης προς όλους ανεξαιρέτως τους επηρεαζόμενους ασφαλισμένους, καθώς και προς κάθε άλλο πρόσωπο που διεκδικεί δικαίωμα σε ασφαλιστήριο, το οποίο περιλαμβάνεται στη συμφωνία μεταβίβασης, το οποίο υπέβαλε εγγράφως τη σχετική αξίωσή του προς τον εκχωρητή· και
(γ) έχει εκτεθεί στα γραφεία του εκχωρητή και του εκδοχέα, για περίοδο δεκαπέντε τουλάχιστον ημερών από την τελευταία δημοσίευση της προβλεπόμενης στην παράγραφο (α) γνωστοποίησης, κατάσταση με στοιχεία σε σχέση με τη σκοπούμενη μεταβίβαση, της οποίας το περιεχόμενο εγκρίθηκε ήδη από τον Έφορο, προς το σκοπό επιθεώρησής της από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
(2) Η γνωστοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του προηγούμενου εδαφίου, θα επισημαίνει το δικαίωμα κάθε ενδιαφερόμενου προσώπου, προς υποβολή γραπτών παραστάσεων στον Έφορο μέσα σε τακτή προθεσμία εξήντα τουλάχιστον ημερών, από την ημερομηνία της πρώτης δημοσίευσης της γνωστοποίησης.
(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, ένας ασφαλισμένος λογίζεται «επηρεαζόμενος ασφαλισμένος», σε σχέση με σκοπούμενη μεταβίβαση εάν—
(α) Το ασφαλιστήριο του συγκαταλέγεται στις μεταβιβαζόμενες εργασίες· ή
(β) το ασφαλιστήριο του έχει εκδοθεί από τον εκχωρητή και ο Έφορος έχει πιστοποιήσει, μετά από σχετική συνεννόηση με τον εκχωρητή, ότι κατά την άποψη του, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του ασφαλισμένου δυνάμει του ασφαλιστηρίου, αναμένεται ή ενδέχεται να επηρεασθούν σημαντικά από τη μεταβίβαση.
109.—(1) Ο Έφορος, πριν εκδώσει την απόφαση τον επί της αιτήσεως, εξετάζει τις γραπτές παραστάσεις, που υποβλήθηκαν έγκαιρα προς αυτόν, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του προηγούμενου άρθρου.
(2) Ο Έφορος δεν εγκρίνει την αίτηση, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Κάθε ασφαλιστήριο που περιλαμβάνεται στη συμφωνία μεταβίβασης, επιμαρτυρεί τη σύναψη συμβάσεως, η οποία καταρτίστηκε πριν από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως και η οποία επιβάλλει στον εκχωρητή υποχρεώσεις, η εκπλήρωση των οποίων αποτελεί μέρος της ασκήσεως των ασφαλιστικών εργασιών του εκχωρητή εντός της Δημοκρατίας·
(β) ο εκδοχέας κατέχει, ή αμέσως μετά την έγκριση θα κατέχει, άδεια δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προς άσκηση ασφαλιστικών εργασιών στον κλάδο ή στους κλάδους, στους οποίους αναφέρεται η συναφθείσα συμφωνία·
(γ) ο εκδοχέας, διαθέτει το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας, αφού ληφθεί υπόψη και η σκοπούμενη μεταβίβαση· και
(δ) ο εκδοχέας διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους, αφού ληφθεί υπόψη και η σκοπούμενη μεταβίβαση, για την ικανοποίηση οποιωνδήποτε άλλων υποχρεώσεών του, που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο.
110.—(1) Ο Έφορος, το βραδύτερο εντός δεκαπέντε ημερών αφότου έλαβε την απόφασή του επί της αιτήσεως, γνωστοποιεί αυτή με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με οποιοδήποτε άλλο τρόπο κρίνει σκόπιμο· αντίγραφο της γνωστοποίησης αυτής αποστέλλεται στον εκχωρητή, στον εκδοχέα και σε κάθε πρόσωπο που υπέβαλε γραπτές παραστάσεις, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 108 του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, ο Έφορος κοινοποιεί δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του στον εκχωρητή και τον εκδοχέα. Η απόφαση αυτή του Εφόρου δύναται να προσβληθεί ενώπιον του Υπουργού, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του παρόντος Νόμου.
111.—(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), συμφωνία μεταβίβασης, που εγκρίνεται από τον Έφορο κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο, επάγεται τις ακόλουθες έννομες συνέπειες:
(α) Τη μεταβίβαση προς τον εκδοχέα όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του εκχωρητή, που απορρέουν από ασφαλιστήρια διαλαμβανόμενα στη συμφωνία·
(β) εφόσον προβλέπεται στη συμφωνία μεταβίβασης, τη συνέχιση από ή κατά του εκδοχέα οποιωνδήποτε νομικών διαδικασιών που έχουν εγερθεί από ή κατά του εκχωρητή, αναφορικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αυτές, ανεξάρτητα από την απουσία οποιασδήποτε συμφωνίας ή συναίνεσης, που άλλως πως θα απαιτείτο για την παραγωγή του έννομου αυτού αποτελέσματος.
(2) Εκτός εάν ο Έφορος αποφασίσει άλλωσπως, κάτοχος ασφαλιστηρίου, του οποίου το ασφαλιστήριο διαλαμβάνεται στη συμφωνία μεταβίβασης, δε θα δεσμεύεται από τη συμφωνία αυτή, εκτός εάν του κοινοποιηθεί εγγράφως γνωστοποίηση αναφορικά με τη σύναψη της συμφωνίας αυτής, από τον εκχωρητή ή τον εκδοχέα.