178.- (1) Ο Έφορος απορρίπτει την αίτηση για εγγραφή σε ένα από τα Μητρώα που τηρούνται κατά τις διατάξεις του άρθρου 173 του Νόμου εάν κρίνει ότι δεν συντρέχουν όλες οι προς εγγραφή προϋποθέσεις, που ορίζονται στα προηγούμενα άρθρα του Μέρους αυτού.
(2) Ο Έφορος εκδίδει την απόφασή του μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την ημέρα υποβολής της αιτήσεως παραθέτοντας τους λόγους που δικαιολογούν την απόρριψή της. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος παραλείπει να εκδώσει απόφαση μέσα στην προθεσμία των τριών μηνών παρέχεται δικαίωμα προσφυγής στον Υπουργό κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του Νόμου.
179.- (1) Ο Έφορος προβαίνει στη διαγραφή ενός προσώπου από τα τηρούμενα κατά τις διατάξεις του των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 170 Μητρώα,
(α) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για την εγγραφή ή την ανανέωση της εγγραφής, δεν πληρούνται πλέον· ή/και
(β) σε περίπτωση δήλωσης ψευδών, εσφαλμένων ή παραπλανητικών για ουσιώδες στοιχείο πληροφοριών που περιέχονται στα έγγραφα που κατατίθενται κατά τον Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς ή απόκρυψης τέτοιων πληροφοριών από την Υπηρεσία· ή/και
(γ) σε περίπτωση παραβίασης, σε σημαντικό βαθμό, από τον εγγεγραμμένο οποιασδήποτε από τις κατά νόμο υποχρεώσεις του· ή/και
(δ) σε περίπτωση παραβίασης οποιουδήποτε όρου που τυχόν τέθηκε για την εγγραφή· ή/και
(ε) σε περίπτωση τελεσίδικης καταδίκης για το προβλεπόμενο στο άρθρο 213 του Νόμου ποινικό αδίκημα για έκδοση ψευδών λογαριασμών· ή/και
(στ) σε περίπτωση άσκησης των εργασιών του κατά τρόπο μη συνετό ή επαγγελματικά αντιδεοντολογικό, δυνάμενο να παραβλέψει τα συμφέροντα της ασφαλιστικής αγοράς ή του κοινού εν γένει· ή/και
(ζ) σε περίπτωση σφετερισμού ή παράνομης κατακράτησης οποιουδήποτε ποσού, το οποίο ευρίσκεται υπό την κατοχή ή τη φύλαξή του ως θεματοφύλακα· ή/και
(η) σε περίπτωση παραβίασης, σε σημαντικό βαθμό, από τον εγγεγραμμένο των όρων της σύμβασης διαμεσολάβησης, περιλαμβανομένων των όρων οικονομικής συνεργασίας με την ασφαλιστική επιχείρηση· ή/και
(θ) σε περίπτωση κατά την οποία ο ίδιος ο εγγεγραμμένος ζητήσει εγγράφως τη διαγραφή του ή δεν ενεργήσει έγκαιρα προς ανανέωση της εγγραφής του ή δεν προβεί σε έναρξη των εργασιών του εντός δώδεκα μηνών από την έκδοση του πιστοποιητικού εγγραφής του.
(2) Πρόσωπο εγγεγραμμένο σε Μητρώο, που δεν προβαίνει σε έναρξη των εργασιών του εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως του πιστοποιητικού εγγραφής του, έχει υποχρέωση να γνωστοποιήσει εγγράφως στον Έφορο το γεγονός αυτό, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την πάροδο δώδεκα (12) μηνών. Παραβίαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων λιρών.
(3) Η απόφαση του Εφόρου προς διαγραφή οποιουδήποτε προσώπου από το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένο πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και κοινοποιείται προς κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
(4) Η απόφαση του Εφόρου προς διαγραφή οποιουδήποτε προσώπου από το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένο γνωστοποιείται στις αρμόδιες αρχές των Κρατών Μελών στα οποία το διαγραφόμενο πρόσωπο παρείχε υπηρεσίες υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης.
180.- (1) Πριν προβεί στην έκδοση της απόφασης του προς διαγραφή, ο Έφορος οφείλει να κοινοποιήσει εγγράφως την πρόθεση του προς τούτο σε κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο και να παραθέσει τους λόγους, που κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο δικαιολογούν την πρόθεση του και να επισημάνει τα δικαιώματα που παρέχονται στο πρόσωπο αυτό δυνάμει του επόμενου εδαφίου. Ο Έφορος εν τούτοις δύναται, σε δικαιολογημένες προς το δημόσιο συμφέρον περιπτώσεις και προς προστασία των ασφαλισμένων, να διατάξει με την κοινοποίηση αυτή, την άμεση αναστολή εργασιών του προσώπου αυτού, μέχρι πέρατος της προβλεπόμενης στο άρθρο αυτό και στο άρθρο 43 του Νόμου διαδικασίας:
(2) Το πρόσωπο προς το οποίο κοινοποιήθηκε έγγραφο κατά τα ανωτέρω, έχει το δικαίωμα εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από τη κοινοποίηση του εγγράφου, να προβεί σε γραπτές και, εφόσον το επιθυμεί, προφορικές παραστάσεις προς τον Έφορο, εφόσον όμως του κοινοποιήθηκε συγχρόνως και απόφαση του Εφόρου προς αναστολή των εργασιών του, οφείλει να συμμορφωθεί αμέσως προς την απόφαση αυτή.
(3) Ο Έφορος οφείλει να λάβει υπόψη τις παραστάσεις αυτές, πριν προβεί στην έκδοση της απόφασής του προς διαγραφή.
(4) Η απόφαση του Εφόρου προς διαγραφή δύναται να προσβληθεί ενώπιον του Υπουργού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του Νόμου στην περίπτωση που αφορά διαγραφή δυνάμει της παραγράφου (γ), (δ) ή (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 179 του Νόμου. Το δικαίωμα προς προσβολή των αποφάσεων του Εφόρου ενώπιον του Υπουργού επισημαίνεται από τον Έφορο κατά την κοινοποίηση των πιο πάνω αποφάσεων.
181.- (1) Tο πρόσωπο που διαγράφεται από τα Μητρώα του άρθρου 170, οφείλει να επιστρέψει το πιστοποιητικό εγγραφής του ή οποιοδήποτε πιστοποιημένο αντίγραφο του καθώς και, προκειμένου περί φυσικού προσώπου, την ασφαλιστική του ταυτότητα, το βραδύτερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από:
(α) Την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Υπουργού ή την κοινοποίηση της απόφασης του Υπουργού η οποία επικυρώνει την απόφαση του Εφόρου, στην περίπτωση της παραγράφου (γ), (δ) ή (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 179 του Νόμου, ή
(β) την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης του Εφόρου προς διαγραφή του, στις υπόλοιπες περιπτώσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 179 του Νόμου.
(2) Παράβαση των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων λιρών.
(3) Κάθε πρόσωπο, για λογαριασμό του οποίου ενεργούσε ο διαγραφόμενος, οφείλει όπως, μόλις του κοινοποιηθεί η οριστική κατά τα ανωτέρω απόφαση διαγραφής, προβεί στην άμεση λύση της συμβάσεως διαμεσολάβησης που είχε συνάψει με τον διαγραφόμενο.
(4) Ο Έφορος, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, δύναται να δημοσιεύσει την οριστική απόφαση διαγραφής σε δύο ή περισσότερες ημερήσιες εγχώριες εφημερίδες, ή να την δημοσιοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο κρίνει κατάλληλο για την προστασία της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και των ασφαλισμένων ή των προσώπων που επιθυμούν να συνάψουν ασφάλιση.
182.- (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 133 του Νόμου, πριν από τη σύναψη της αρχικής ασφαλιστικής σύμβασης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κατά την τροποποίηση ή την ανανέωσή της, ο διαμεσολαβητής παρέχει στο πρόσωπο που επιθυμεί να συνάψει ασφάλιση ή κατά περίπτωση στον ασφαλισμένο πληροφορίες αναφορικά με το πρόσωπό του, το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και, σε περίπτωση που ο διαμεσολαβητής είναι νομικό πρόσωπο, τυχόν μετοχική σχέση του με ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση. Ο διαμεσολαβητής παρέχει ακόμη στο πρόσωπο που επιθυμεί να συνάψει ασφάλιση ή κατά περίπτωση στον ασφαλισμένο πληροφορίες αναφορικά με το δικαίωμα καταγγελίας κατά του διαμεσολαβητή καθώς και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο (αμερόληπτο ή μη) παροχής των υπηρεσιών από τον διαμεσολαβητή και κοινοποιεί στο πρόσωπο αυτό τους λόγους στους οποίους βασίζει τις συμβουλές που δίδει.
(2) Με Κανονισμούς δύνανται να εξειδικεύονται και να ορίζονται περαιτέρω στοιχεία που οφείλουν να γνωστοποιούν οι διαμεσολαβητές προς τα πρόσωπα που επιθυμούν να καταρτίσουν ασφάλιση ή προς τους ασφαλισμένους καθώς και η μορφή και ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων αυτών.
(3) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δεν χρειάζεται να παρέχονται όταν η διαμεσολάβηση αφορά στην ασφάλιση μεγάλων κινδύνων, ή στην περίπτωση που αντικείμενο της διαμεσολάβησης είναι η αντασφάλιση κινδύνων.
(4) Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων λιρών