ΤΜΗΜΑ 3 - ΕΠΙΠΕΔΑ
Τελική μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο

253.-(1) Όταν η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή η ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή η εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών που αναφέρεται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 251 του παρόντος Νόμου είναι η ίδια θυγατρική εταιρεία άλλης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή εταιρείας χρηματοπιστωτικών συμμετοχών η οποία έχει την έδρα της στην Ένωση, τα άρθρα 256 μέχρι 298 εφαρμόζονται μόνο στο επίπεδο της τελικής μητρικής ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή εταιρείας χρηματοπιστωτικών συμμετοχών η οποία έχει την έδρα της στην Ένωση.

(2) Όταν η τελική μητρική ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή εταιρείας χρηματοπιστωτικών συμμετοχών που έχει την έδρα της στην Ένωση, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1), είναι θυγατρική επιχείρηση άλλης επιχείρησης η οποία υπόκειται σε συμπληρωματική εποπτεία σύμφωνα με την παράγραφο 5 (2) των Οδηγιών χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων που εκδίδονται από τον Έφορο, ο Έφορος δύναται, αφού συμβουλευθεί τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, να αποφασίσει να μην πραγματοποιήσει την εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνου που αναφέρεται στο άρθρο 286 ή την εποπτεία των συναλλαγών εντός του ομίλου που αναφέρονται στο άρθρο 284 του παρόντος Νόμου ή και τα δύο, στο επίπεδο της τελικής αυτής μητρικής επιχείρησης.

Τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο

254. (1) Όταν η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή η ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή η εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, η οποία έχει την έδρα της στη Δημοκρατία, και η τελική μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 253 του παρόντος Νόμου έχει την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος, ο Έφορος ως εθνική εποπτική αρχή, δύναται, μετά από διαβούλευση με την αρχή εποπτείας του ομίλου και με την αρχή εποπτείας της τελικής μητρικής επιχείρησης σε ενωσιακό επίπεδο, να υπαγάγει την τελική μητρική ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή την ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή την εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών στην εποπτεία του ομίλου και σε τέτοια περίπτωση εξηγεί την απόφασή του τόσο στον επόπτη του ομίλου όσο και στην μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο. Τα άρθρα 256 έως 298 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, με την επιφύλαξη των εδαφίων (2) έως (6).

(2) Ο Έφορος, ως αρχή εποπτείας του ομίλου, δύναται να περιορίζει την εποπτεία του ομίλου της τελικής μητρικής επιχείρησης σε ένα ή περισσότερα από τα Τμήματα του Δεύτερου Κεφαλαίου του παρόντος Μέρους.

(3) Όταν ο Έφορος, ως εθνική εποπτική αρχή, αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις του Τμήματος 1 του Δεύτερου Κεφαλαίου του παρόντος Μέρους, η επιλογή της μεθόδου που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 258 του παρόντος Νόμου, σε σχέση με την τελική μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο, από την εποπτική αρχή εποπτείας του ομίλου, θεωρείται καθοριστική και εφαρμόζεται από τον Έφορο.

(4) Όταν ο Έφορος, ως εθνική εποπτική αρχή, αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση τις διατάξεις του Τμήματος 1, του Δεύτερου Κεφαλαίου του παρόντος Μέρους, και όταν η τελική μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 290 του παρόντος Νόμου έχει λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 269 ή το εδάφιο (5) του άρθρου 272, την άδεια να υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου, καθώς και τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων στον όμιλο, στη βάση εσωτερικού υποδείγματος, η απόφαση αυτή θεωρείται καθοριστική και εφαρμόζεται από τον Έφορο.

(5) Στην περίπτωση του εδαφίου (4), όταν ο Έφορος αποφασίζει ότι το προφίλ κινδύνου της τελικής μητρικής επιχείρησης αποκλίνει σημαντικά από το εσωτερικό υπόδειγμα που έχει εγκριθεί σε ενωσιακό επίπεδο, και εφόσον η επιχείρηση αυτή δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στις ανησυχίες του Εφόρου, ο Έφορος δύναται να αποφασίσει να επιβάλει πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση στις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου της εν λόγω επιχείρησης, όπως αυτές προκύπτουν από την εφαρμογή ενός τέτοιου υποδείγματος, ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις όπου η πρόσθετη αυτή κεφαλαιακή επιβάρυνση κρίνεται ακατάλληλη, να απαιτήσει από την επιχείρηση να υπολογίσει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου της βάσει της τυποποιημένης μεθόδου. Κάθε απόφαση του Εφόρου που λαμβάνεται δυνάμει του παρόντος εδαφίου πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να κοινοποιείται στην επιχείρηση και στην αρμόδια αρχή εποπτείας του ομίλου.

(5α) Ο Έφορος ως εθνική εποπτική αρχή, επεξηγεί τις αποφάσεις που λαμβάνει δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) τόσο στην επιχείρηση όσο και στον επόπτη ομίλου· σε περίπτωση που ο Έφορος είναι η αρχή εποπτείας του ομίλου ενημερώνει το Σώμα εποπτών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 287.

(6) Όταν ο Έφορος αποφασίζει να εφαρμόσει το Τμήμα 1, του Δεύτερου Κεφαλαίου του παρόντος Μέρους, στην τελική μητρική επιχείρηση με έδρα στη Δημοκρατία, η εν λόγω επιχείρηση δεν επιτρέπεται να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 275 ή 282 του παρόντος Νόμου την άδεια να υπαγάγει οποιαδήποτε από τις θυγατρικές της στα άρθρα 277 και 278.

(7) Ο Έφορος δεν δύναται να λάβει ή να διατηρήσει απόφαση δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, εφόσον η τελική μητρική επιχείρηση με έδρα στη Δημοκρατία είναι θυγατρική της τελικής μητρικής επιχείρησης σε ενωσιακό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 253 του παρόντος Νόμου και η τελευταία αυτή επιχείρηση έχει λάβει σύμφωνα με τα άρθρα 276 ή 281 την άδεια να υπαγάγει τη θυγατρική αυτή στα άρθρα 277 έως 278.

(8) Οι περιστάσεις υπό τις οποίες ο Έφορος δύναται να λαμβάνει αποφάσεις δυνάμει του εδαφίου (1) καθορίζονται με κατ΄εξουσιοδότηση πράξεις.

Μητρική επιχείρηση που καλύπτει περισσότερα κράτη μέλη

255.-(1) Ο Έφορος, για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 254 του παρόντος Νόμου, δύναται να αποφασίζει τη σύναψη συμφωνίας με τις εποπτικές αρχές των άλλων κρατών μελών, στα οποία λειτουργεί άλλη συνδεδεμένη τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο, με σκοπό την άσκηση εποπτείας του ομίλου στο επίπεδο υπο-ομίλου που καλύπτει περισσότερα κράτη μέλη και, σε τέτοια περίπτωση, ο Έφορος αιτιολογεί την απόφασή του τόσο στον επόπτη του ομίλου όσο και στην μητρική επιχείρηση σε ενωσιακό επίπεδο.

(2) Σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας δυνάμει του εδαφίου (1), η εποπτεία του ομίλου δεν ασκείται στο επίπεδο οποιασδήποτε τελικής μητρικής επιχείρησης που αναφέρεται στο άρθρο 254 και η οποία είναι παρούσα σε κράτος μέλος, άλλο από αυτό στο οποίο βρίσκεται ο υπο-όμιλος που αναφέρεται στο εδάφιο (1).

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) μέχρι (6) του άρθρου 254 εφαρμόζονται κατ΄αναλογία.

(4) Οι περιστάσεις υπό τις οποίες ο Έφορος δύναται να λαμβάνει αποφάσεις δυνάμει του εδαφίου (1) καθορίζονται με κατ΄εξουσιοδότηση μέτρα.