6.—(1) Κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων του, ο Έφορος δύναται να συνεργάζεται με άλλες αρμόδιες εποπτικές αρχές, επιφορτισμένες με την άσκηση ανάλογων αρμοδιοτήτων στην αλλοδαπή και να ανταλλάσσει με αυτές τις αναγκαίες προς άσκηση των αρμοδιοτήτων τους πληροφορίες.
(2) Ο Έφορος δύναται να συνάπτει με άλλες αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής συμφωνίες συνεργασίας, που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, μόνο εφόσον οι κοινοποιούμενες πληροφορίες καλύπτονται, στο κράτος που εδρεύουν οι αρχές αυτές, από εγγυήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο.
(3) Ο Έφορος δύναται, στις περιπτώσεις στις οποίες κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία και ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση που έχει λάβει αντίστοιχη άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, έχουν ως μητρική επιχείρηση την ίδια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου μικτής δραστηριότητας, να συμφωνεί με τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους, εάν θα ασκεί ο ίδιος ή η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους τη συμπληρωματική εποπτεία κατά τα οριζόμενα στα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 5.
(4) Όταν κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία συνδέεται απευθείας ή εμμέσως ή έχει κοινή συμμετέχουσα επιχείρηση με ασφαλιστική επιχείρηση εγκατεστημένη σε άλλα κράτη μέλη, ο Έφορος υποχρεούται να κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών -
(α) Κατ' αίτησή τους, όλες τις πληροφορίες οι οποίες θα επιτρέψουν ή θα διευκολύνουν την άσκηση της συμπληρωματικής εποπτείας.
(β) με δική του πρωτοβουλία, κάθε πληροφορία που κρίνει ότι είναι απαραίτητη για τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.
(5) Όταν κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία συνδέεται απευθείας ή εμμέσως ή έχει κοινή συμμετέχουσα επιχείρηση με αντίστοιχη ασφαλιστική επιχείρηση κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ, πιστωτικό ίδρυμα, ή Ε.Π.Ε.Υ., ο Έφορος συνεργάζεται στενά με τις αντίστοιχες αρμόδιες εποπτικές αρχές τόσο στη Δημοκρατία, όσο και σε άλλο κράτος μέλος και, με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, κοινοποιεί αμοιβαίαόλα τα στοιχεία που μπορούν να διευκολύνουν την αποστολή τους, ιδίως ως προς την άσκηση της συμπληρωματικής εποπτείας.
(6) Οι ανταλλασσόμενες κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού πληροφορίες είναι εμπιστευτικής φύσεως και δεν επιτρέπεται να κοινοποιηθούν χωρίς τη ρητή συγκατάθεση της αρμόδιας εποπτικής αρχής που τις ανακοίνωσε και στην περίπτωση αυτή μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους η αρχή αυτή έδωσε τη συγκατάθεσή της.
(7) Η ανακοίνωση από τον Έφορο πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως σε αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου αυτού δε συνιστά παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου, που προβλέπεται στο επόμενο άρθρο του παρόντος Νόμου.