Δικαίωμα παροχής υπηρεσιών πληρωμών και πρόσβαση στα συστήματα πληρωμών

4.-(1) Μόνο τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (2) επιτρέπεται να παρέχουν ή να παρουσιάζονται ότι παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών στη Δημοκρατία ως τακτική απασχόληση ή επιχειρηματική δραστηριότητα. Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, η παροχή υπηρεσιών στη Δημοκρατία περιλαμβάνει -

(α) οποιαδήποτε παροχή ή πρόταση για παροχή υπηρεσιών πληρωμών, η οποία προέρχεται από τόπο εκτός της Δημοκρατίας και απευθύνεται προς πρόσωπα που βρίσκονται, κατοικούν ή διαμένουν στη Δημοκρατία, εφόσον η ως άνω παροχή ή πρόταση περιέρχεται στα πρόσωπα αυτά κατά το χρόνο που βρίσκονται , κατοικούν ή διαμένουν στη Δημοκρατία ή εφόσον η σχετική σύμβαση καταρτίζεται στη Δημοκρατία∙

(β) οποιαδήποτε παροχή ή πρόταση για παροχή υπηρεσιών πληρωμών, η οποία προέρχεται από τη Δημοκρατία ή από πρόσωπο που βρίσκεται, κατοικεί ή διαμένει στη Δημοκρατία και απευθύνεται προς πρόσωπα, τα οποία βρίσκονται, κατοικούν ή διαμένουν εντός ή εκτός της Δημοκρατίας· ή/και

(γ) οποιαδήποτε παροχή ή πρόταση για παροχή υπηρεσιών πληρωμών, η οποία προέρχεται από τη Δημοκρατία ή από πρόσωπο που βρίσκεται, κατοικεί ή διαμένει στη Δημοκρατία και ενεργεί ή παρουσιάζεται ότι ενεργεί υπό υπαλληλική ή άλλη ιδιότητα, εκ μέρους τρίτου προσώπου που βρίσκεται εκτός της Δημοκρατίας και απευθύνεται προς πρόσωπα, τα οποία βρίσκονται, κατοικούν ή διαμένουν εντός ή εκτός της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι για το χαρακτηρισμό μιας υπηρεσίας πληρωμών ως παρεχόμενης στη Δημοκρατία σύμφωνα με το παρόν εδάφιο, είναι αδιάφορος ο τόπος στον οποίο καταβάλλεται, ο τόπος προς τον οποίο ή από τον οποίο μεταφέρεται και ο τόπος από τον οποίο αναλαμβάνεται χρηματικό ποσό κατά την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής.

(2) Τα πρόσωπα που επιτρέπεται να παρέχουν ή να παρουσιάζονται ότι παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών στη Δημοκρατία είναι-

(α) τράπεζες κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου·

(β) τράπεζες οι οποίες έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών·

(γ) συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτόν από το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου·

(δ) ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτόν από το άρθρο 2 του περί των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου του 2004, τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Κεντρική Τράπεζα ή από την ΥΕΑΣΕ ή από αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών·

(ε) ιδρύματα τα οποία παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες πληρωμών βάσει σχετικής νομοθεσίας·

(στ) ιδρύματα πληρωμών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου·

(ζ) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως νομισματικών ή άλλων δημόσιων αρχών·

(η) τα κράτη μέλη ή οι περιφερειακές ή τοπικές αρχές τους όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως δημοσίων αρχών.

(3) Ουδείς δικαιούται να εισπράξει οποιαδήποτε αμοιβή για υπηρεσίες που προσέφερε κατά παράβαση του εδαφίου (1).

(4) Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται ποινικό αδίκημα δύναται για παράβαση του εδαφίου (1) να διατάξει την αναστολή της παροχής κάθε υπηρεσίας πληρωμών από τον κατηγορούμενο, για τέτοια χρονική περίοδο ως το δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογη, μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει ασκηθεί ποινική δίωξη.

(5) Επιπρόσθετα με την επιβολή της ποινής η οποία προβλέπεται στο άρθρο 87, το δικαστήριο το οποίο καταδικάζει πρόσωπο για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (1) δύναται να διατάξει το καταδικαζόμενο πρόσωπο να μην παρέχει υπηρεσίες πληρωμών που σχετίζονται με το ποινικό αδίκημα που διαπράχθηκε, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.