226. Όποιος, χρησιμοποιεί ο,τιδήποτε που προορίζεται για αποπνιγμό, ασφυξία ή στραγγαλισμό και με σκοπό διάπραξης ή διευκόλυνσης της διάπραξης κακουργήματος ή πλημμελήματος, ή διευκόλυνση της διαφυγής του υπαίτιου μετά τη διάπραξη ή την απόπειρα διάπραξης κακουργήματος ή πλημμελήματος, καθιστά ή αποπειράται να καταστήσει άλλο ανίκανο για αντίσταση, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
227. Όποιος, με σκοπό διάπραξης ή διευκόλυνσης της διάπραξης κακουργήματος ή πλημμελήματος ή διευκόλυνσης της διαφυγής του υπαίτιου μετά τη διάπραξη ή την απόπειρα διάπραξης κακουργήματος ή πλημμελήματος, χορηγεί ή αποπειράται να χορηγήσει σε οποιοδήποτε πρόσωπο φάρμακο ή πράγμα ικανό να ναρκώσει ή να εξουδετερώσει τη δύναμη του για αντίσταση, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
228. Όποιος, με σκοπό ακρωτηριασμού, παραμόρφωσης, πρόκλησης αναπηρίας ή βαριάς σωματικής βλάβης σε άλλο ή με σκοπό αντίστασης εναντίον της νόμιμης σύλληψης ή κράτησης οποιουδήποτε προσώπου ή αποτροπής αυτής-
(α) με οποιοδήποτε μέσο τραυματίζει παράνομα ή προκαλεί βαριά σωματική βλάβη σε άλλο ή
(β) αποπειράται παράνομα να πλήξει με οποιοδήποτε τρόπο άλλο, με κάθε είδους βλήμα ή με μαχαίρι ή με άλλο επικίνδυνο ή επιθετικό όπλο ή
(γ) προκαλεί παράνομα την έκρηξη εκρηκτικής ύλης ή
(δ) αποστέλλει ή παραδίδει εκρηκτική ύλη ή άλλο επικίνδυνο ή επιβλαβές πράγμα σε άλλο ή
(ε) συντελεί στη λήψη ή παραλαβή τέτοιας ύλης ή πράγμα από οποιοδήποτε πρόσωπο
(στ) τοποθετεί καυστικό υγρό ή καταστρεπτική ή εκρηκτική ύλη σε οποιοδήποτε χώρο ή
(ζ) χύνει παράνομα ή ρίχνει τέτοιο υγρό ή τέτοια ύλη εναντίον ή σε άλλο, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο τοποθετεί τέτοιο υγρό ή τέτοια ύλη στο σώμα οποιουδήποτε προσώπου,
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
229. Όποιος παράνομα-
(α) παρεμποδίζει ή εμποδίζει πρόσωπο το οποίο είναι σε σκάφος ή διαφεύγει από αυτό, διότι βρίσκεται σε κίνδυνο ή διότι ναυάγησε, κατά την προσπάθεια του για διάσωση της ζωής του ή
(β) εμποδίζει πρόσωπο κατά την προσπάθεια του για διάσωση της ζωής οποιουδήποτε προσώπου που βρίσκεται κάτω από περιστάσεις όπως αναφέρονται πιο πάνω,
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
230. Όποιος, με σκοπό πρόκλησης βλάβης ή διακινδύνευσης της ασφάλειας προσώπου που ταξιδεύει σιδηροδρομικώς, είτε συγκεκριμένου τέτοιου είτε όχι-
(α) τοποθετεί ο,τιδήποτε στο σιδηρόδρομο ή
(β) επεμβαίνει στο σιδηρόδρομο ή σε οποιοδήποτε πράγμα που βρίσκεται σε σιδηρόδρομο ή κοντά του, με τέτοιο τρόπο ώστε να επηρεάζει ή να διακινδυνεύει την ελεύθερη και ασφαλή χρήση του σιδηρόδρομου ή την ασφάλεια οποιουδήποτε τέτοιου προσώπου ή
(γ) εκτοξεύει ή ρίχνει ο,τιδήποτε εναντίον ή σε πρόσωπο ή πράγμα στο σιδηρόδρομο ή συντελεί ώστε ο,τιδήποτε να έρθει σε επαφή με αυτά ή
(δ) δείχνει φως ή σήμα ή με οποιοδήποτε τρόπο παρεμβαίνει στη χρήση τέτοιου το οποίο υπάρχει, σε σιδηρόδρομο ή κοντά του ή
(ε) με την παράλειψη διενέργειας πράξης την οποία έχει καθήκον να εκτελέσει, συντελεί ώστε να τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλεια τέτοιου προσώπου,
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
231. Όποιος προκαλεί παράνομα βαριά σωματική βλάβη σε άλλο είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων ή σε χρηματική ποινή ή και στις δύο αυτές ποινές.
232. Όποιος παράνομα και με σκοπό πρόκλησης σωματικής βλάβης σε άλλο τοποθετεί εκρηκτική ύλη σε οποιοδήποτε χώρο, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων ή σε χρηματική ποινή ή και στις δύο αυτές ποινές.
233. Όποιος παράνομα και με σκοπό πρόκλησης σωματικής βλάβης σε άλλο ή παρενόχλησης του, συντελεί ώστε να χορηγηθεί σε άλλο, ή να ληφθεί από άλλο δηλητήριο ή επιβλαβές πράγμα και με αυτό τον τρόπο θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του ή προκαλεί σε αυτόν βαριά σωματική βλάβη, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων.
233Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) συνιστά αδίκημα από οποιοδήποτε πρόσωπο-
(α) Η περικοπή, ή ο με οποιοδήποτε τρόπο ακρωτηριασμός ολόκληρου ή μέρους του μεγάλου χείλους (labia majora) ή του μικρού χείλους (labia minora) του αιδοίου ή της κλειτορίδας γυναίκας· ή
(β) η βοήθεια, προτροπή, συμβουλή ή πρόκληση της εκτέλεσης από τρίτο πρόσωπο, οποιασδήποτε από αυτές τις πράξεις στο σώμα γυναίκας.
(2) Οι πράξεις που καθορίζονται στο εδάφιο (1) δε συνιστούν αδίκημα αν εκτελεσθούν από ιατρό και η εκτέλεσή τους είναι αναγκαία, είτε για τη φυσική υγεία της γυναίκας, στην οποία εκτελούνται, είτε εκτελούνται σε γυναίκα που βρίσκεται σε οποιοδήποτε στάδιο τοκετού, ή μετά από αυτό, και σχετίζονται με τον τοκετό:
(3) Συγκατάθεση εκ μέρους της γυναίκας στην οποία εκτελούνται οι πράξεις που καθορίζονται στο εδάφιο (1) δεν συνιστά υπεράσπιση, ούτε ελαφρυντικό στην επιμέτρηση της ποινής.
(4) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του άρθρου 5 του Νόμου, τα Δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν αρμοδιότητα να εκδικάζουν αδίκημα, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, που διαπράττεται από πολίτη ή μη της Δημοκρατίας και διαπράττεται εντός ή εκτός της Δημοκρατίας.
(5) Αδικήματα που διαπράττονται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι πέντε έτη.
(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «ιατρός» σημαίνει ιατρό εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου.
233Β.-(1) Tηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), πρόσωπο το οποίο-
(α) εφαρμόζει πρακτική ή τεχνική ή παρέχει υπηρεσία με σκοπό τη μεταβολή, καταστολή ή εξάλειψη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της έκφρασης φύλου άλλου προσώπου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές:
(β) ασκεί νόμιμη κηδεμονία και παραπέμπει το κηδεμονευόμενο πρόσωπο σε πρακτική, τεχνική ή υπηρεσία, με σκοπό τη μεταβολή, καταστολή ή εξάλειψη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της έκφρασης φύλου του, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές∙ ή
(γ) αναγγέλλει ή διαφημίζει, έστω και συγκεκαλυμμένα, με οποιονδήποτε τρόπο, πρακτική, τεχνική ή υπηρεσία, η οποία αποσκοπεί στη μεταβολή, καταστολή ή εξάλειψη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της έκφρασης φύλου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2)(α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1)-
(i) η παροχή συμβουλευτικών, ψυχολογικών ή ιατρικών υπηρεσιών οι οποίες αφορούν στη διερεύνηση και/ή ελεύθερη ανάπτυξη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της έκφρασης φύλου προσώπου∙ ή
(ii) η παροχή επιστημονικά καθιερωμένων κλινικών πράξεων από εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας, εφόσον αυτές εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση καταστάσεων σχετικών με τη σεξουαλική υγεία προσώπου, όπως αυτές καθορίζονται στη Διεθνή Στατιστική Ταξινόμηση Νοσημάτων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας∙ δεν συνιστούν αδίκημα, υπό την προϋπόθεση ότι οι ως άνω προβλεπόμενες ενέργειες δεν επιδιώκουν τη μεταβολή, καταστολή ή εξάλειψη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της έκφρασης φύλου του εν λόγω προσώπου.
(β) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, ο όρος “εξειδικευμένος επαγγελματίας υγείας” περιλαμβάνει-
(i) ιατρό εγγεγραμμένο στο Ιατρικό Μητρώο, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου∙ και
(ii) εγγεγραμμένο ψυχολόγο, ως ο όρος αυτός προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Εγγραφής Ψυχολόγων Νόμου.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό του δικαιώματος ελευθερίας σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας, ως αυτό προβλέπεται στις διατάξεις του Άρθρου 18 του Συντάγματος και στο άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ως αυτή κυρώθηκε με τον περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικό) Νόμο.
234. Όποιος-
(α) τραυματίζει παράνομα άλλον ή
(β) παράνομα και με σκοπό πρόκλησης σωματικής βλάβης σε άλλον ή παρενόχλησης του, συντελεί ώστε να χορηγηθεί σε άλλο ή να ληφθεί από άλλο δηλητήριο ή άλλο επιβλαβές πράγμα,
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
235. Όποιος, που έχει καθήκον να παρέχει τα αναγκαία προς το ζην σε άλλο, χωρίς νόμιμη δικαιολογία, παραλείπει να το πράξει, με αυτό τον τρόπο όμως η ζωή του άλλου προσώπου τίθεται ή είναι ενδεχόμενο να τεθεί σε κίνδυνο ή η υγεία του βλάφτηκε ή είναι ενδεχόμενο να βλαφτεί μόνιμα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
235Α.-(1) Όποιος, αφού εμπλακεί σε ατύχημα το οποίο προκαλεί το θάνατο άλλου προσώπου, εγκαταλείπει τον τόπο του ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000).
(2) Όποιος, αφού εμπλακεί σε ατύχημα το οποίο προκαλεί σωματική βλάβη σε άλλο πρόσωπο, εγκαταλείπει τον τόπο του ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000).
(3) Όποιος, αφού εμπλακεί σε ατύχημα το οποίο προκαλεί ζημιά σε περιουσία, εγκαταλείπει τον τόπο του ατυχήματος χωρίς παροχή βοήθειας, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα ή/και σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000).
(4) Πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) ή (2), στερείται του δικαιώματος κατοχής άδειας οδηγού για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη από την ημερομηνία της καταδίκης του, όπως το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο.
(5) Πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) στερείται του δικαιώματος κατοχής άδειας οδηγού για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες από την ημερομηνία της καταδίκης του, όπως το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο.