144. Όποιος έρχεται σε παράνομη συνουσία διά κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης του πέους στο σώμα άλλου προσώπου, χωρίς τη συναίνεσή του ή με συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήματος που καλείται βιασμός και υπόκειται στην ποινή φυλάκισης διά βίου.
146. Όποιος αποπειράται βιασμό, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δέκα χρόνων.
146Α. Όποιος προβαίνει σε οποιαδήποτε κολπική, πρωκτική ή στοματική διείσδυση σεξουαλικής φύσεως στο σώμα άλλου προσώπου με οποιοδήποτε μέρος του σώματος ή αντικείμενο, χωρίς τη συναίνεσή του ή με συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
146Β. Όποιος αποπειράται σεξουαλική κακοποίηση διά διείσδυσης είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
146Γ. Όποιος εξαναγκάζει άλλον με τη χρήση βίας, απειλής ή φόβου σε διάπραξη βιασμού εναντίον τρίτου προσώπου είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
146Δ. Όποιος εξαναγκάζει άλλον με τη χρήση βίας, απειλής ή φόβου σε διάπραξη σεξουαλικής κακοποίησης διά διείσδυσης εναντίον τρίτου προσώπου είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
146Ε. Όποιος εξαναγκάζει άλλον με τη χρήση βίας, απειλής ή φόβου σε διάπραξη συνουσίας ή άλλων πράξεων σεξουαλικού χαρακτήρα είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη.
147. Όποιος έρχεται σε συνουσία με γυναίκα και είναι σε γνώση του ότι αυτή είναι εγγονή, θυγατέρα, αδελφή ή μητέρα του, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος της αιμομιξίας και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων, ανεξάρτητα αν η συνουσία έγινε με ή χωρίς τη συναίνεση της παθούσας.
148. Όποιος με σκοπό το γάμο ή τη συνουσία με αυτό ή με άλλο απαγάγει ή κατακρατεί γυναίκα χωρίς τη θέληση της, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.
149. Όποιος παράνομα αποχωρίζει νεαρή γυναίκα άγαμη, που έχει ηλικία κάτω των δεκαέξι χρονών, από την επίβλεψη ή την προστασία του πατέρα της ή της μητέρας της ή άλλου προσώπου που έχει τη νόμιμη φροντίδα ή μέριμνα τέτοιας νεαρής γυναίκας και εναντίον της θέλησης τους, είναι ένοχος πλημμελήματος.
150. Όποιος με τη χρήση εξαναγκασμού πείθει άλλο να παντρευτεί, παρά τη θέληση του, είναι ένοχος πλημμελήματος.
151. Όποιος παράνομα και άσεμνα επιτίθεται εναντίον γυναίκας, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
152. Όποιος παράνομα και άσεμνα επιτίθεται σε άντρα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
153.-(1) Όποιος παράνομα έρχεται σε συνουσία με νεαρή γυναίκα που έχει ηλικία κάτω των δεκατριών χρόνων, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
(2) Όποιος αποπειράται να έρθει σε παράνομη συνουσία με νεαρή γυναίκα που έχει ηλικία κάτω των δεκατριών χρόνων, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων.
154. Όποιος παράνομα έρχεται σε συνουσία ή αποπειράται παράνομη συνουσία με νεαρή γυναίκα που έχει ηλικία δεκατριών ή άνω και κάτω των δεκαεπτά χρόνων, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια:
Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η συνουσία ή η απόπειρα διάπραξής της, δε θεωρείται παράνομη, και δε διαπράττεται αδίκημα κατά παράβαση του άρθρου, σε περίπτωση που κατά το χρόνο διάπραξης, νεαρή γυναίκα είναι παντρεμένη με τον άντρα που έρχεται ή αποπειράται να έρθει σε συνουσία μαζί της.
155. Όποιος, γνωρίζει ότι γυναίκα έχει νοητική ή/και ψυχική αναπηρία, έρχεται σε παράνομη συνουσία ή αποπειράται παράνομη συνουσία μαζί της κάτω από περιστάσεις που δεν ανάγονται σε βιασμό, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα χρόνια.
156.-(1)Όποιος ή όποια-
(α) διατηρεί, διευθύνει ή οπωσδήποτε συμμετέχει ή βοηθά στην διεύθυνση οίκου ανοχής ή
(β) είναι ενοικιαστής, μισθωτής, κάτοχος ή υπεύθυνος υποστατικού, σε γνώση του επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί αυτό ή μέρος αυτού ως οίκος ανοχής ή για τη συστηματική άσκηση πορνείας ή
(γ) είναι ο εκμισθωτής ή ιδιοκτήτης ή αντιπρόσωπος του, εκμισθώνει οποιοδήποτε υποστατικό ή μέρος του σε γνώση του ότι αυτό δυνατόν να χρησιμοποιηθεί ως οίκος ανοχής ή συμμετέχει εκούσια στη συνεχή χρήση του ως οίκο ανοχής,
είναι ένοχος πλημμελήματος.
(2) (α) Σε καταδίκη του ενοικιαστού, μισθωτού ή του κατόχου υποστατικού για το ότι είναι σε γνώση του ότι επέτρεψε χρήση του υποστατικού ή μέρος αυτού, ως οίκο ανοχής, ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής δικαιούται να απαιτήσει από τον καταδικασθέντα με αυτό τον τρόπο, να εκχωρήσει τη μίσθωση ή άλλη σύμβαση δυνάμει της οποίας κατέχει το υποστατικό που έχει αναφερθεί πιο πάνω, σε άλλο πρόσωπο με την έγκριση του ιδιοκτήτη ή του εκμισθωτή, μη μπορώντας αυτός να αρνηθεί να δώσει τέτοια έγκριση χωρίς βάσιμο λόγο για αυτό στην περίπτωση που ο καταδικασθείς ήθελε παραλείψει να προβεί εντός τριών μηνών στην εκχώρηση της μίσθωσης ή της σύμβασης σύμφωνα με τα πιο πάνω, ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής δικαιούται να τερματίσει τέτοια μίσθωση ή σύμβαση, χωρίς όμως βλάβη των δικαιωμάτων ή των μέσων θεραπείας που αποκτήθηκαν από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος πριν από τέτοιο τερματισμό. Αν ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής ήθελε προβεί σύμφωνα με τα πιο πάνω σε τερματισμό της μίσθωσης ή άλλης σύμβασης ενοικίασης, το Δικαστήριο, το οποίο καταδίκασε τον ενοικιαστή, μισθωτή ή κάτοχο, έχει εξουσία να εκδώσει συνοπτικό διάταγμα για παράδοση κατοχής στον ιδιοκτήτη ή εκμισθωτή.
(β) αν ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής όταν λάβει γνώση τέτοιας καταδίκης, παραλείψει να ασκήσει τα δικαιώματα του δυνάμει των προηγούμενων διατάξεων του εδαφίου αυτού, έπειτα όμως κατά τη διάρκεια της ισχύος της μίσθωσης ή της σύμβασης, διαπραχτεί και πάλι τέτοιο αδίκημα σε συνάφεια με το υποστατικό, ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής θεωρείται ότι ήταν εν γνώσει του ότι παρείχε συνδρομή ή ότι παρακίνησε τη διάπραξη τέτοιου ποινικού αδικήματος, εκτός αν αποδείξει ότι πήρε κάθε εύλογο μέτρο για πρόληψη της επανάληψης του.
(γ) αν ο ιδιοκτήτης ή ο εκμισθωτής, αφού άσκησε τις χορηγούμενες σε αυτόν εξουσίες από το άρθρο αυτό, τερμάτισε τη μίσθωση ή άλλη σύμβαση, έπειτα όμως συνήψε νέα σύμβαση με τον ίδιο ή για όφελος του ιδίου προσώπου, χωρίς να μεριμνήσει να εισαχτεί σε αυτή κάθε εύλογη πρόνοια για πρόληψη της επανάληψης ποινικού αδικήματος όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, αυτός θεωρείται ότι παρέλειψε να ασκήσει τα δικαιώματα του δυνάμει των πιο πάνω διατάξεων του άρθρου αυτού, κάθε τέτοιο αδίκημα που διαπράχτηκε κατά τη διάρκεια της ισχύος μεταγενέστερης μίσθωσης ή σύμβασης, για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, θεωρείται ότι διαπράχτηκε κατά τη διάρκεια της ισχύος τέτοιας προηγούμενης.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται επίσης ως οίκος ανοχής, υποστατικό που χρησιμοποιείται από πρόσωπα για σεξουαλικές πράξεις ομοφυλοφιλίας υπό περιστάσεις συνεπεία των οποίων αν αυτό χρησιμοποιείτο για σεξουαλικές πράξεις ετεροφυλίας, θα θεωρείτο ως οίκος ανοχής για τους εν λόγω σκοπούς.
157. Όποιος-
(α) προάγει γυναίκα, που έχει ηλικία κάτω των είκοσι ενός χρόνων σε παράνομη σαρκική επαφή με ένα ή περισσότερα πρόσωπα, είτε στη Δημοκρατία είτε αλλού ή
(β) προάγει γυναίκα σε κοινή πορνεία, είτε στη Δημοκρατία είτε αλλού ή
(γ) προάγει γυναίκα να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία, με σκοπό να γίνει τρόφιμη σε οίκο ανοχής αλλού ή
(δ) προάγει γυναίκα να γίνει, για το σκοπό άσκησης πορνείας τρόφιμη σε οίκο ανοχής, στη Δημοκρατία ή αλλού,
είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.
Νοείται ότι κανένας δεν καταδικάζεται για ποινικό αδίκημα δυνάμει του άρθρου αυτού βάσει της μαρτυρίας ενός μόνο μάρτυρα, εκτός αν τέτοια μαρτυρία ενισχύεται σε ουσιώδες σημείο της από άλλο ενοχοποιητικό αποδεικτικό στοιχείο για τον κατηγορούμενο.
158. Όποιος επιτρέπει σε παιδί ή νεαρό πρόσωπο ηλικίας τεσσάρων μέχρι δεκαέξι χρόνων το οποίο είναι υπό την επίβλεψη, μέριμνα ή φροντίδα του, να διαμένει ή να συχνάζει σε οίκο ανοχής, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και στις δύο αυτές ποινές.
159. Όποιος ή όποια-
(α) με απειλές ή με εκφοβισμό οποιουδήποτε είδους, προάγει γυναίκα σε παράνομη σαρκική επαφή με άντρα ή άντρα σε παράνομη σαρκική επαφή με άντρα, είτε στη Δημοκρατία είτε αλλού ή
(β) με ψευδείς παραστάσεις προάγει γυναίκα σε παράνομη σαρκική επαφή με άντρα ή άντρα σε παράνομη σαρκική επαφή με άντρα, είτε στη Δημοκρατία είτε αλλού ή
(γ) χορηγεί σε γυναίκα ή προκαλεί τη γυναίκα να πάρει οποιοδήποτε φάρμακο ή άλλο πράγμα με σκοπό να ναρκώσει τη γυναίκα ή να εξουδετερώσει τη δύναμη της για αντίσταση, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε άντρα, συγκεκριμένο ή όχι να έρθει σε παράνομη συνουσία με αυτή· ή
(δ) χορηγεί σε άντρα ή προκαλεί τον άντρα να πάρει οποιοδήποτε φάρμακο ή άλλο πράγμα με σκοπό να ναρκώσει τον άντρα ή να εξουδετερώσει τη δύναμή του για αντίσταση, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε άντρα, συγκεκριμένο ή μη να έρθει σε παράνομη συνουσία με αυτό,
είναι ένοχος πλημμελήματος:
Νοείται ότι, κανένας δεν καταδικάζεται για ποινικό αδίκημα δυνάμει του άρθρου αυτού βάσει της μαρτυρίας ενός μόνο μάρτυρα, εκτός αν η μαρτυρία αυτή ενισχύεται σε ουσιώδες σημείο της από άλλο ενοχοποιητικό αποδεικτικό στοιχείο για τον κατηγορούμενο.
160. Ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος υποστατικού ή αυτός που έχει, συμμετέχει ή βοηθά στη διεύθυνση ή τον έλεγχο υποστατικού, ο οποίος υποκινεί ή σε γνώση του ανέχεται νεαρή γυναίκα, που έχει ηλικία κάτω των δεκατριών χρόνων, να καταφεύγει σε τέτοιο υποστατικό ή να παραμένει σε αυτό με σκοπό να έρθει σε παράνομη συνουσία οποιοσδήποτε άντρας με αυτή, είτε τέτοια συνουσία σκοπεύεται με συγκεκριμένο άντρα ή αόριστα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων:
Νοείται ότι αποτελεί επαρκή υπεράσπιση σε κατηγορία που προσάχθηκε δυνάμει του άρθρου αυτού, αν αποδειχτεί στο Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι η παθούσα ήταν ηλικίας δεκαέξι ή περισσότερων χρόνων.
161. Ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος υποστατικού ή αυτός που έχει, συμμετέχει ή βοηθά στη διεύθυνση ή τον έλεγχο υποστατικού, ο οποίος υποκινεί ή σε γνώσει του ανέχεται νεαρή γυναίκα, που έχει ηλικία άνω των δεκατριών και κάτω των δεκαέξι χρόνων να καταφεύγει σε τέτοιο υποστατικό ή να παραμένει σε αυτό για το σκοπό να έρθει σε παράνομη συνουσία οποιοσδήποτε άντρας με αυτή, είτε τέτοια συνουσία σκοπεύεται με συγκεκριμένο άντρα ή αόριστα, είναι ένοχος πλημμελήματος:
Νοείται ότι αποτελεί επαρκή υπεράσπιση σε κατηγορία που προσάχτηκε δυνάμει του άρθρου αυτού, αν αποδειχτεί στο Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι η παθούσα ήταν ηλικίας δεκαέξι χρόνων ή περισσότερων χρόνων.
162. Όποιος κατακρατεί γυναίκα χωρίς τη θέληση της-
(α) σε υποστατικό με σκοπό να έρθει σε παράνομη συνουσία με αυτή, οποιοσδήποτε άντρας, συγκεκριμένος ή όχι ή
(β) σε οίκο ανοχής,
είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
Είναι ένοχος παράνομης κατακράτησης γυναίκας όποιος με σκοπό εξαναγκασμού ή υποκίνησης γυναίκας που βρίσκεται σε οποιοδήποτε υποστατικό για το σκοπό παράνομης σαρκικής επαφής ή σε οίκο ανοχής, να παραμείνει σε τέτοιο υποστατικό ή οίκο ανοχής, κατακρατεί είδη ένδυσης ή άλλο περιουσιακό στοιχείο που ανήκει σε αυτή ή απειλεί ότι δυνατόν να πάρει δικαστικά μέτρα εναντίον της, αν αυτή αναχωρήσει παίρνοντας είδη ένδυσης που δανείστηκαν ή που δόθηκαν σε αυτή από τον ίδιο ή κατόπι οδηγιών του.
Κανένα δικαστικό μέτρο, αστικής ή ποινικής φύσης δεν λαμβάνεται εναντίον γυναίκας διότι πήρε μαζί της ή βρέθηκε να κατέχει είδος ένδυσης απαραίτητο για να μπορέσει να εγκαταλείψει τέτοιο υποστατικό ή οίκο ανοχής.
- ΚΕΦ.154
- 99(I)/1996
163. Ο δικαστής ο οποίος, κατόπι ένορκης καταγγελίας που γίνεται ενώπιον του από γονέα, συγγενή ή κηδεμόνα γυναίκας ή από οποιοδήποτε άλλο που ενεργεί κατά την κρίση του δικαστή με καλή πίστη για το συμφέρον της γυναίκας, ήθελε κρίνει ότι υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι η εν λόγω γυναίκα κατακρατείται από οποιοδήποτε παράνομα για ανήθικους σκοπούς σε οποιοδήποτε τόπο εντός της δικαιοδοσίας του, δύναται να εκδώσει ένταλμα που να εξουσιοδοτεί το κατονομαζόμενο πρόσωπο στο ένταλμα να διεξάγει έρευνες για ανεύρεση της και όταν ανευρεθεί αυτή, να τη μεταφέρει και να την κρατήσει σε ασφαλισμένο τόπο μέχρι να γίνει δυνατή η προσαγωγή της ενώπιον δικαστή, ο τελευταίος αυτός δύναται να μεριμνήσει για να παραδοθεί η παθούσα στους γονείς ή στους κηδεμόνες της ή να τύχει άλλης μεταχείρισης όπως οι περιστάσεις το επιτρέπουν ή απαιτούν.
Ο δικαστής που εκδίδει τέτοιο ένταλμα δύναται με το ίδιο ή άλλο ένταλμα να μεριμνήσει για τη σύλληψη προσώπου που κατηγορείται για την παράνομη κατακράτηση γυναίκας και την προσαγωγή του ενώπιον δικαστή, καθώς και για τη λήψη δικαστικών μέτρων για την τιμωρία του σύμφωνα με το νόμο.
Η κατακράτηση γυναίκας θεωρείται ότι ενεργήθηκε παράνομα για ανήθικους σκοπούς αν αυτή ενεργήθηκε για το σκοπό να έρθει σε παράνομη συνουσία με αυτή, οποιοσδήποτε άντρας, συγκεκριμένος ή όχι, και-
(α) η παθούσα έχει ηλικία κάτω των δεκαέξι χρόνων ή
(β) προκειμένου για νεαρή γυναίκα που έχει ηλικία δεκαέξι χρόνων ή άνω, και κάτω των δεκαοκτώ χρόνων, εφόσον η παθούσα κατακρατείται χωρίς τη θέληση της ή χωρίς τη θέληση του πατέρα ή της μητέρας ή άλλου που έχει τη νόμιμη φροντίδα ή τη μέριμνα της ή
(γ) αν αυτή έχει ηλικία δεκαοκτώ χρόνων ή άνω και κατακρατείται με αυτό τον τρόπο χωρίς τη θέληση της.
Ο εξουσιοδοτημένος με ένταλμα που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος άρθρου, στη διεξαγωγή έρευνας για ανεύρεση γυναίκας που κατακρατείται όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, δύναται να εισέλθει (σε περίπτωση ανάγκης με τη βία) στην αναφερόμενη κατοικία στο ένταλμα, κτίριο ή άλλο τόπο και να απομακρύνει από αυτό την παθούσα:
Νοείται πάντοτε ότι κάθε ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου αυτού το οποίο εξουσιοδοτεί τη διεξαγωγή έρευνας για ανεύρεση γυναίκας σε οποιαδήποτε κατοικία, κτίριο ή άλλο τόπο απευθύνεται σε όργανο της τάξης και εκτελείται από τέτοιο όργανο.
164.-(1) Όποιος ή όποια που-
(α) εν γνώσει του ζει εξ' ολοκλήρου ή μερικώς από κέρδη πορνείας, που ασκείται μεταξύ προσώπων είτε του ιδίου ή διαφορετικού φύλου·
(β) επιδίδεται σε άγρα πελατών είτε του ιδίου είτε άλλου φύλου σε δημόσιο χώρο επίμονα ή παρενοχλεί φορτικά για ανήθικους σκοπούς, οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε του ίδιου είτε του άλλου φύλου,
είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.
(2) Ο δικαστής ο οποίος κατόπι ένορκης καταγγελίας, ήθελε κρίνει ότι υπάρχει λόγος για υποψία ότι κατοικία ή μέρος κατοικίας χρησιμοποιείται από γυναίκα ή άντρα για την άσκηση πορνείας σε αυτή και ότι πρόσωπο το οποίο διαμένει ή συχνάζει σε αυτή την κατοικία ζει εξολοκλήρου ή μερικώς από τα κέρδη άσκησης πορνείας από την εν λόγω γυναίκα ή τον εν λόγω άντρα δύναται να εκδώσει διάταγμα που να εξουσιοδοτεί οποιοδήποτε όργανο τήρησης της τάξης να εισέλθει και να ερευνήσει την κατοικία και να συλλάβει το πιο πάνω αναφερόμενο πρόσωπο.
(3) Εφόσον ήθελε αποδειχτεί ότι κάποιο πρόσωπο συζούσε με πόρνη ή ότι συστηματικά συναναστρέφεται με πόρνη ή ότι ασκούσε έλεγχο στις κινήσεις ή καθωδηγούσε ή επηρέαζε τις κινήσεις πόρνης, με τέτοιο τρόπο που φανερώνει ότι το πρόσωπο αυτό, άντρας ή γυναίκα, παρέχει συνδρομή, παρακινεί ή εξαναγκάζει την άσκηση πορνείας από πόρνη με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή γενικά αυτός ή αυτή θεωρείται ότι γνωρίζει ότι ζει από τα κέρδη πορνείας εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο.
- ΚΕΦ.154
- 99(I)/1996
- 145(I)/2002
165. Η γυναίκα η οποία ήθελε αποδειχτεί ότι, για το σκοπό κέρδους, ασκούσε έλεγχο στις κινήσεις, καθοδηγούσε ή επηρέαζε τις κινήσεις πόρνης, με τέτοιο τρόπο που φανερώνει ότι αυτή παρείχε συνδρομή παρακινούσε ή εξανάγκαζε την άσκηση πορνείας από την άλλη γυναίκα με οποιοδήποτε πρόσωπο ή γενικά, είναι ένοχη πλημμελήματος.
166. Όποιος συνωμοτεί με άλλο για να υποκινήσει γυναίκα ή άντρα να επιτρέψει σε οποιοδήποτε πρόσωπο να έρθει σε παράνομη συνουσία με αυτή ή αυτόν, με ψευδείς παραστάσεις ή με άλλα δόλια μέσα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
167. Όποιος, με σκοπό να επιφέρει αποβολή σε οποιαδήποτε γυναίκα, που κυοφορεί ή όχι, χορηγεί παράνομα σε αυτή ή προκαλεί ώστε αυτή να πάρει δηλητήριο ή άλλο επιβλαβές πράγμα ή χρησιμοποιεί βία οποιουδήποτε είδους, ή οποιουδήποτε άλλου μέσου, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων.
168. Γυναίκα που κυοφορεί ή όχι, η οποία με σκοπό να επιφέρει αποβολή στον εαυτό της, παίρνει παράνομα δηλητήριο ή άλλο επιβλαβές πράγμα, ή χρησιμοποιεί βία οποιουδήποτε είδους ή οποιουδήποτε άλλου μέσου ή επιτρέπει να χορηγηθεί σε αυτή ή να χρησιμοποιηθεί πάνω της ο,τιδήποτε από τα αναφερόμενα πιο πάνω, είναι ένοχη κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.
169. Όποιος εφοδιάζει παράνομα ή προμηθεύει ο,τιδήποτε σε άλλο, ο οποίος γνωρίζει ότι αυτό σκοπεύεται να χρησιμοποιηθεί παράνομα για να επιφέρει αποβολή σε γυναίκα που κυοφορεί ή όχι, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
169Α. (1) Παρά τις διατάξεις των άρθρων 167, 168 και 169, κανένα πρόσωπο δεν θα θεωρείται ένοχο των αδικημάτων που προβλέπονται από αυτά, όταν η εγκυμοσύνη τερματίζεται με τη συναίνεση της εγκύου από ιατρό μαιευτήρα-γυναικολόγο με τη συμμετοχή αναισθησιολόγου, όλων εγγεγραμμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου, σε οργανωμένη νοσηλευτική μονάδα και εφόσον συντρέχει μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Δεν έχουν συμπληρωθεί δώδεκα (12) εβδομάδες εγκυμοσύνης·
(β) η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, σεξουαλικής κακοποίησης ενήλικης ή ανήλικης ή σεξουαλικής κακοποίησης γυναίκας με νοητική αναπηρία ή αιμομιξίας και εφόσον δεν έχουν συμπληρωθεί δεκαεννέα (19) εβδομάδες εγκυμοσύνης και νοουμένου ότι δηλώσει ενυπόγραφα ενώπιον του ιατρού ότι η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, σεξουαλικής κακοποίησης ή αιμομιξίας:
(γ) κατόπιν γνωμοδότησης αρμόδιου ιατρού εγγεγραμμένου με βάση τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου σύμφωνα με την οποία παρουσιάζονται, με σύγχρονα μέσα προγεννητικής διάγνωσης, ενδείξεις ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση νεογνού με παθολογικά προβλήματα·
(δ) κατόπιν γνωμοδότησης αρμόδιου ιατρού εγγεγραμμένου σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου ότι υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης της σωματικής ή ψυχικής υγείας αυτής:
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος “ανήλικη” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο “παιδί”, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 της Σύμβασης περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού των Ηνωμένων Εθνών, η οποία κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί της Σύμβασης περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικό) Νόμο.
169Β. Πρόσωπο το οποίο δημόσια ή με την κυκλοφορία εγγράφων, εικόνων ή παραστάσεων αναγγέλλει ή διαφημίζει, έστω και συγκαλυμμένα, φάρμακα ή άλλα αντικείμενα ή τρόπους ως κατάλληλους να προκαλέσουν τεχνητό τερματισμό της εγκυμοσύνης ή με τον ίδιο τρόπο προσφέρει υπηρεσίες δικές του ή άλλου για την εκτέλεση ή την υποβοήθηση τεχνητού τερματισμού της εγκυμοσύνης είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι δύο έτη:
170. Εκτός αν διαφορετικά ορίζεται ρητά, στην περίπτωση ποινικών αδικημάτων που διαπράχτηκαν σε σχέση με γυναίκα ή κορίτσι που έχει ηλικία κατώτερη από την ορισμένη, είναι αδιάφορο ότι ο κατηγορούμενος δεν εγνώριζε ότι η γυναίκα ή κορίτσι ήταν κάτω από την ηλικία εκείνη ή ότι επίστευε ότι δεν ήταν κάτω από εκείνη την ηλικία.
171.—(1) Η διάπραξη, ή η απόπειρα διάπραξης συνουσίας μεταξύ αντρών, συνιστά πλημμέλημα, εφόσον ένα από τα πρόσωπα είναι ηλικίας κάτω των δεκαεπτά χρόνων.
(2) Όποιος διαπράττει αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια.
- ΚΕΦ.154
- 40(I)/1998
- 77(I)/2000
- 145(I)/2002
172. Όποιος διά βίας έρχεται σε συνουσία με άλλον είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων ετών.
- ΚΕΦ.154
- 40(I)/1998
- 77(I)/2000
173.-Όποιος αποπειράται να διαπράξει το αδίκημα που καθορίζεται στο άρθρο 172 είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά ετών.
- ΚΕΦ.154
- 40(I)/1998
- 77(I)/2000
- 145(I)/2002
174.—(1) Όποιος διά βίας ή μη, έρχεται σε συνουσία με νεαρό άντρα που έχει ηλικία κάτω των δεκατριών χρόνων, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται στην ποινή της φυλάκισης διά βίου.
(2) Όποιος αποπειράται να διαπράξει αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης δεκατεσσάρων χρόνων.
(3) Όποιος, γνωρίζοντας ότι άλλος άντρας είναι άτομο με νοητική ή/και ψυχική αναπηρία, έρχεται ή αποπειράται να έλθει σε παράνομη συνουσία μαζί του κάτω από περιστάσεις που δε συνιστούν αδίκημα κατά παράβαση του άρθρου 172, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα χρόνια.
- ΚΕΦ.154
- 40(I)/1998
- 77(I)/2000
- 145(I)/2002
- 72(I)/2017
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- ΚΕΦ.154
- 145(I)/2002
175. Όποιος έρχεται σε συνουσία με ζώο, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
176. Όποιος διενεργεί δημόσια άσεμνη πράξη, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων.
177.-(1) Όποιος σε δημόσιο τόπο προβάλλει κάποιο ανήθικο θέαμα ή παράσταση, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Κανένας δεν καταδικάζεται για ποινικό αδίκημα που διαπράχτηκε κατά παράβαση του εδαφίου (1), αν αποδείξει ότι το θέαμα ή η παράσταση για την οποία προσάπτεται κατηγορία έγινε ή εκτελέστηκε για δημόσιο συμφέρον.