205. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού θα ισχύσουν σε περίπτωση προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από την ημερομηνία προσχώρησής της.
206.—(1) Ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε Κράτος Μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., η οποία ασκεί εργασίες στη Δημοκρατία υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης ή/και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, οφείλει να υποβάλει στην Υπηρεσία, σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 34 του παρόντος Νόμου, οποιοδήποτε έγγραφο της ζητηθεί για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, εφόσον και οι κυπριακές ασφαλιστικές εταιρείες υπέχουν την ίδια υποχρέωση. Σε περίπτωση άρνησης υποβολής των ζητηθέντων εγγράφων, ο Έφορος ενεργεί ως ακολούθως:
(α) Εάν η ασφαλιστική αυτή επιχείρηση δεν τηρεί τους κανόνες δικαίου που ισχύουν στη Δημοκρατία, ο Έφορος την καλεί να αποκαταστήσει την τάξη πραγμάτων, σύμφωνα με την κειμένη νομοθεσία και τις ισχύουσες ασφαλιστικές αρχές·
(β) σε περίπτωση κατά την οποία η ασφαλιστική αυτή επιχείρηση δεν συμμορφώνεται, ο Έφορος ενημερώνει την αρμόδια εποπτική αρχή του Κράτους Μέλους καταγωγής της και της ζητά, με συστημένη επιστολή, να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε η επιχείρηση αυτή να συμμορφωθεί. Ο Έφορος ζητά επίσης να του ανακοινωθούν τα μέτρα αυτά·
(γ) εάν παρά τα ληφθέντα μέτρα από την αρμόδια εποπτική αρχή του Κράτους Μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης ή σε περίπτωση έλλειψης ή ανεπάρκειας των μέτρων αυτών, εξακολουθεί να παραβιάζει τους κανόνες δικαίου που ισχύουν στη Δημοκρατία, ο Έφορος μετά από ενημέρωση της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Κράτους Μέλους καταγωγής, δύναται να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη νέων παραβάσεων και την προστασία των συμφερόντων των ασφαλισμένων στη Δημοκρατία και να απαγορεύσει, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, στην επιχείρηση να εξακολουθήσει να ασκεί νέες εργασίες μέσω υποκαταστήματος ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών
(δ) ο Έφορος διατηρεί το δικαίωμα σε περίπτωση έσχατης ανάγκης να προσφύγει στις εποπτικές ή και στις διπλωματικές αρχές του κράτους ή των κρατών στα οποία είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση ή να λάβει οποιαδήποτε άλλα μέτρα θεωρεί σκόπιμα·
(ε) εάν η επιχείρηση που έχει διαπράξει παράβαση διαθέτει εγκατάσταση ή/και περιουσιακά στοιχεία στη Δημοκρατία, ο Έφορος δύναται να επιβάλει τις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου διοικητικές κυρώσεις επί της εγκατάστασης, περιλαμβανομένου και του περιορισμού της ελεύθερης διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης που ευρίσκεται στη Δημοκρατία.
(2) Κάθε μέτρο που λαμβάνεται βάσει του προηγούμενου εδαφίου και το οποίο συνεπάγεται κυρώσεις ή περιορισμούς στην άσκηση εργασιών, θα πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένο και να κοινοποιείται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση και στην αρμόδια εποπτική αρχή του Κράτους Μέλους καταγωγής της.
(3) Οι προηγούμενες διατάξεις του άρθρου αυτού δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των ποινικής φύσεως διατάξεων που ισχύουν στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων και των ποινικών διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(4) Εάν για τον έλεγχο τηρήσεως των κανόνων δικαίου που ισχύουν στη Δημοκρατία, επιβάλλεται έλεγχος στα γραφεία της έδρας της ασφαλιστικής επιχείρησης ή στα γραφεία του υποκαταστήματος της στη Δημοκρατία, ο Έφορος συνεργάζεται με την αρμόδια εποπτική αρχή του Κράτους Μέλους καταγωγής της για την κατά περίπτωση διενέργεια του ελέγχου αυτού από την αρμόδια αυτή εποπτική αρχή. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος το κρίνει αναγκαίο, δύναται να συμμετέχει και ο ίδιος στη διενέργεια του ελέγχου στα γραφεία του υποκαταστήματος στη Δημοκρατία.
207.—(1) Ο Έφορος προβαίνει σε ανταλλαγή εγγράφων και πληροφοριών με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές άλλων Κρατών Μελών, προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική εποπτεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των διαμεσολαβητών, οι οποίες ασκούν εργασίες τόσο στη Δημοκρατία όσο και εις τα άλλα αυτά Κράτη Μέλη.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος κρίνει ότι οι δραστηριότητες στη Δημοκρατία μιας ασφαλιστικής επιχείρησης ή ενός διαμεσολαβητή Κράτους Μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., η οποία ασκεί εργασίες στη Δημοκρατία, είτε υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης είτε/και υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, ενδέχεται να παραβλάψουν τη χρηματοοικονομική της κατάσταση ή τα συμφέροντα των ασφαλισμένων, ο Έφορος ενημερώνει την αρμόδια εποπτική αρχή το Κράτους Μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του διαμεσολαβητή αντίστοιχα.
208. Ο Έφορος δύναται να απαγορεύσει την ελεύθερη διάθεση των εντός της Δημοκρατίας στοιχείων ενεργητικού μιας ασφαλιστικής επιχείρησης Κράτους Μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., κατόπιν σχετικής αιτήσεως της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Κράτους Μέλους καταγωγής της, για παράβαση των διατάξεων, που αφορούν στο σχηματισμό και την επένδυση των τεχνικών αποθεμάτων και τη συγκρότηση του περιθωρίου φερεγγυότητας. Στην αίτηση αυτή πρέπει να καθορίζονται τα στοιχεία ενεργητικού, για τα οποία ζητείται η λήψη απαγορευτικών μέτρων.
209.—(1) Ο Έφορος ενημερώνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης—
(α) Για κάθε άδεια άσκησης ασφαλιστικών εργασιών που χορηγείται σε ασφαλιστική επιχείρηση η οποία είναι άμεσα ή έμμεσα θυγατρική μιας ή περισσότερων μητρικών επιχειρήσεων που διέπονται από τη νομοθεσία τρίτης χώρας, γνωστοποιώντας και τη δομή του ομίλου επιχειρήσεων στον οποίο ανήκουν
(β) για τη συμμετοχή τέτοιας μητρικής επιχείρησης σε ασφαλιστική εταιρεία που εδρεύει και λειτουργεί στη Δημοκρατία, η οποία με τον τρόπο αυτό την καθιστά θυγατρική της.
(2) Ο Έφορος ενημερώνει επίσης την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οποιεσδήποτε δυσκολίες γενικής φύσεως που συναντούν οι κυπριακές ασφαλιστικές εταιρείες κατά την εγκατάστασή τους στην τρίτη αυτή χώρα.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφασίσει τον περιορισμό ή την αναστολή εξέτασης αιτήσεως—
(α) Σε σχέση με τη χορήγηση άδειας λειτουργίας που έχει ήδη κατατεθεί από αλλοδαπή ασφαλιστική επιχείρηση κατά τη στιγμή της απόφασης ή μεταγενέστερα·
(β) σε σχέση με την απόκτηση συμμετοχών στις οποίες προβαίνουν άμεσα ή έμμεσα μητρικές επιχειρήσεις διεπόμενες από το δίκαιο τρίτης χώρας,
ο Έφορος αναστέλλει τη λήψη αποφάσεως σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) πιο πάνω, για όσο χρονικό διάστημα η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποφασίσει αντίστοιχη αναστολή ή περιορισμό γενικής ισχύος σε όλα τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
Ο εν λόγω περιορισμός ή η αναστολή, δεν εφαρμόζονται όσον αφορά τη δημιουργία θυγατρικών ασφαλιστικών εταιρειών στη Δημοκρατία από ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τις θυγατρικές τους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, ούτε όσον αφορά την απόκτηση συμμετοχής από τέτοια επιχείρηση ή θυγατρική της σε ασφαλιστική εταιρεία που εδρεύει και λειτουργεί στη Δημοκρατία.
(4) Ο Έφορος οφείλει, μετά από αίτημα της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποβάλλεται όταν αυτή διαπιστώσει ότι έχει προκύψει η περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) ή η περίπτωση μη παροχής αποτελεσματικής πρόσβασης σε επιχείρηση Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε τρίτη χώρα, όπως αυτή που απολαμβάνει η επιχείρηση της τρίτης αυτής χώρας στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να την ενημερώνει—
(α) Για κάθε αίτηση προς χορήγηση άδειας ασκήσεως ασφαλιστικών εργασιών μιας άμεσα ή έμμεσα θυγατρικής εταιρείας της οποίας η μητρική ή οι μητρικές επιχειρήσεις διέπονται από τη νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας·
(β) για κάθε σχέδιο επιχείρησης αυτού του είδους να αποκτήσει συμμετοχή σε ασφαλιστική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε η τελευταία αυτή να καταστεί θυγατρική της πρώτης.
210.—(1) Ο Έφορος γνωστοποιεί στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης τους κινδύνους για τους οποίους η νομοθεσία της Δημοκρατίας προβλέπει υποχρεωτική ασφάλιση, αναφέροντας—
(α) Τις ειδικές διατάξεις που διέπουν την ασφάλιση αυτή-
(β) τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιλαμβάνει το πιστοποιητικό που ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να χορηγήσει στον ασφαλισμένο, όταν αυτή παρέχει κάλυψη σε κλάδους υποχρεωτικής ασφάλισης, ως αποδεικτικό στοιχείο της τήρησης της νομοθεσίας που προβλέπει για υποχρεωτική ασφάλιση. Ο Έφορος δύναται να απαιτήσει δήλωση από κάθε ασφαλιστική επιχείρηση που να βεβαιώνει ότι ασφαλιστήριο το οποίο εκδίδει είναι σύμφωνο με τις ειδικές διατάξεις που διέπουν τη συγκεκριμένη ασφάλιση.
(2) Ο Έφορος δέχεται, ως απόδειξη ότι έχει τηρηθεί η υποχρεωτική ασφάλιση, έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου είναι σύμφωνο με την παράγραφο (β) του προηγούμενου εδαφίου.
210Α.-(1) Ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ, και με εγκατάσταση στη Δημοκρατία δύναται να συμμετέχει σε επαγγελματική οργάνωση, με τους ίδιους όρους, δικαιώματα και υποχρεώσεις όπως κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία:
(2) Σε καμιά περίπτωση δεν παρέχεται οποιαδήποτε βοήθεια σε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία που μπορεί να νοθεύσει τους όρους εγκατάστασής της, όταν αυτή δύναται να μεταβεί σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ με σκοπό την άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 33.